Μέμος Μπεγνής: “Έυτυχισμένοι άνθρωποι είναι αυτοί που αφουγκράζονται το μέσα τους”

Όταν κανονίσαμε την συνέντευξη με τον Μέμο, κανένας μας δεν περίμενε ότι θα καταλήξει σε μια συζήτηση μεταξύ φίλων. Ο Μέμος Μπεγνής είναι το “Πρόσωπο της Εβδομάδας” στο DREAM ON-line και τον υποδεχόμαστε με μεγάλη χαρά. Κατά την διάρκεια αυτής της συνέντευξης, είχαμε την ευκαιρία να εξερευνήσουμε την ζωή του, την καριέρα του αλλά και τις απόψεις του πάνω σε επίκαιρα ζητήματα, αναδεικνύοντας τον πλούτο της εμπειρίας του και τη σπουδαιότητα των ιδεών του. Η σπουδαιότερη στιγμή της συνέντευξης ήταν όταν μας είπε ότι η αγαπημένη του ταινία ήταν το Cinema Paradiso, κι εμείς τον πήγαμε να δει το γκράφιτι της ταινίας που υπάρχει στην Οδό Βέροιας στην Βαλαωρίτου. Τον ευχαριστούμε πολύ για την συνέντευξη!

-Ανακάλυψα φοβερά πράγματα ψάχνοντας σε και έχω την πρώτη ερώτηση που μου έκανε εντύπωση.. Ήσουν υπαξιωματικός στο ναυτικό;

-Ναι, βασικά ξεκίνησα τη μουσική από πολύ μωρό, από 5 χρονών, πιανίστας, πρώτα στη Σαλαμίνα που γεννήθηκα και μετά πια,  αφού είδαν κάτι παραπάνω οι δάσκαλοι, είπαν στη μητέρα μου,  ότι πρέπει να πάω στην Αθήνα, οπότε και ξεκίνησα με το Ωδείο Αθηνών παίρνοντας το δίπλωμά μου ενώ ήμουν μέσα στο ναυτικό. Δηλαδή εγώ μπήκα στα 18 μου, υπαξιωματικός του ναυτικού και έκανα 3 χρόνια στη γραμματεία της μουσικής της μπάντας του ναυτικού.

Μπεγνής
Φωτ: Αφροδίτη Κεραμέως

Δεν έκανα ποτέ  υπηρεσίες με τη μπάντα, απλώς ήμουν στη γραμματεία και αυτό μου έδινε τη δυνατότητα να κάνω λιγότερες βάρδιες, για να μπορώ να έχω χρόνο να διαβάζω ταυτόχρονα για το δίπλωμά μου, καθώς ήταν πάρα πολύ δύσκολο, απαιτούσε τουλάχιστον 8 ώρες τη μέρα διάβασμα. Το να πληρώνομαι επίσης, ήταν πολύ σημαντικό για εμένα , γιατί δεν ήθελα να παίρνω από τους γονείς μου λεφτά,  ήθελα να βγάζω τα δικά μου. Οπότε εγώ από τα 18 μου δούλευα και επίσημα και αυτός ήταν και ο λόγος που έκανα στρατό τόσο νωρίς ως υπαξιωματικός.

“Ήταν όνειρο μου το Πανεπιστήμιο στη Νέα Υόρκη”

-Και πώς περνάς από το “μουσικό κομμάτι” στο “υποκριτικό”; Θεωρώ βέβαια ότι κάποια στιγμή συναντιούνται η μουσική με το θέατρο…

Μόνο συναντιούνται; Δεν νοείται για μένα ηθοποιός που να μην ξέρει και μουσική. Δεν εννοώ να ξέρει αντίστιξη και ανώτερα θεωρητικά ή κάποιο όργανο απαραίτητα, απλά η μουσική για εμένα πάντα ήταν η βάση μου για να κάνω κι άλλα πράγματα. Στον ηθοποιό είναι βασική προϋπόθεση να έχει ρυθμό, ευαισθησία, μουσικότητα στο θέατρο. Πολύ σημαντικό. Σου δίνει ρυθμό και πειθαρχία η μουσική, που είναι απαραίτητα για έναν ηθοποιό.

Οπότε, εγώ είχα ήδη πάει με τη μητέρα μου και τον πατέρα μου, δηλαδή είχαμε πάρει οικογενειακά μετάθεση στη Ρώμη το ‘89, 2 χρόνια, έκανα Α’ και Β’ Λυκείου εκεί, και συνέχισα τις μουσικές σπουδές μου εκεί. Όταν τελείωσα το δίπλωμά μου, ξαναπήγα στην Ιταλία και σπούδασα μεταπτυχιακά στη μουσική και στην υποκριτική. Γυρίζοντας στην Ελλάδα, τυχαία βρέθηκα πιανίστας στο Master Class, που είναι μία παράσταση του Terrence McNally, που μιλάει για τη Μαρία Κάλλας. Υπέροχη παράσταση, την κάναμε το 1997. Με την Κάτια Δανδουλάκη.

Εγώ ήμουν ο πιανίστας της παράστασης, ο οποίος υποδεχόταν τους τενόρους και τις σοπράνο για να κάνουν Master Class με την Κάλλας, στο Julliard, όπου είναι ένα πανεπιστήμιο στη Νέα Υόρκη, που ήταν ένα όνειρό μου αυτό και δεν το έκανα ποτέ πραγματικότητα, γιατί άλλαξε μετά η ρότα της ζωής μου.

Φωτ: Αφροδίτη Κεραμέως

Όταν βρέθηκα για πρώτη φορά στη θεατρική σκηνή το ’97, απλά μαγεύτηκα, κάτι κούμπωσε μέσα μου, λέω αυτό θέλω να κάνω στη ζωή μου μου άρεσε πάρα πολύ. Εν τω μεταξύ υπήρχε και ένα ψυχολογικό “τραύμα” με την κλασσική μουσική, με την οποία μεγάλωσα και σπούδασα, γιατί πέρασα από δύο πολύ αυστηρά σχολεία, ειδικά το Ωδείο Αθηνών, όπου πια κάποια στιγμή μου βγήκε αρνητικά η κλασσική μουσική , δεν ήθελα πια άλλο να την ακούω. Φαντάσου ότι κλασσική μουσική άρχισα να ακούω 3 χρόνια τώρα. Πολύ μεγάλη ψυχολογική πίεση. Κουράστηκα γιατί ήταν πολύ αντιπαιδαγωγικό το σύστημα στα ωδεία, πιέστηκα ψυχολογικά και ίσως ήταν κι αυτός ένας από τους λόγους που μεταπήδησα στο θέατρο.

-Συνεργάστηκες με τον Μιχάλη Κακογιάννη στην αρχή, έναν θρυλικό άνθρωπο.

-Βέβαια, θρυλικός ήταν. Με τον Κακογιάννη έχω κάνει 3 παραστάσεις. Η πρώτη παράσταση ήταν πριν το Master Class. Στην ουσία το Master Class ήταν η πρώτη μου παράσταση, γιατί ήταν ρόλος, αν και δεν είχα πολλές ατάκες ως πιανίστας, αλλά ήταν μια παρουσία ρόλου πάνω στη σκηνή. Ξεκίνησα όμως με τον Κακογιάννη, αφού με είχε προσλάβει ως πιανίστα στο Master Class, νομίζω ήταν τέλος χειμώνα όταν προσλήφθηκα. Μου λέει μην περιμένουμε μέχρι τον χειμώνα, έλα μαζί μας στις Τρωάδες που θα ανεβάσω το καλοκαίρι, να μπεις σε μία σειρά και να εκπαιδευτείς στα πρώτα σου βήματα στο θέατρο.

“Ο Κακογιάννης και η Δανδουλάκη με έβαλαν στο θέατρο”

-Άρα εκείνος σε έβαλε στο παιχνίδι…

-Ναι εκείνος με έβαλε στο παιχνίδι, ήμουν ένας στρατιώτης που κρατούσε ένα κοντάρι στις Τρωάδες, δεν είχα ρόλο. Και μάλιστα με πολλή συγκίνηση και νοσταλγία θυμάμαι, ήμασταν 6 ήμασταν, αλλά οι 4 κάναμε καριέρα. Ήμασταν εγώ ο Δημήτρης ο Γεροδήμος, ο Γιώργος ο Καραμίχος και ο Παναγιώτης ο Πετράκης ήμασταν 4 από τους 6 στρατιώτες που κρατούσαμε κοντάρια στις Τρώαδες.

Και αφού τελειώνει η περιοδεία, αρχίζουν οι πρόβες για το Master Class, και έτσι ο Κακογιάννης μαζί με την Κάτια Δανδουλάκη ήταν ο άνθρωπος που με έβαλε στο θέατρο, και μετά από 8-7 χρόνια δουλέψαμε για 3η φορά μαζί στο Εθνικό Θέατρο, στο Rex στην Πανεπιστημίου, στην παράσταση “Άμλετ”, με Άμλετ τον Κωνσταντίνο Μαρκουλάκη, και εγώ έκανα τον Λαέρτη τον κολλητό του φίλο, που η αδερφή του ήταν η Οφηλία . Έτσι με τον Κακογιάννη ζήσαμε μεγάλες στιγμές: ήταν ένας υπέροχος άνθρωπος και ένας υπέροχος δάσκαλος. Θεωρώ όμως θεατρικό μου μπαμπά, τον Σταμάτη τον Φασουλή, με τον οποίο έχουμε κάνει γύρω στις 8-9 παραστάσεις μαζί.

-Έχω διαβάσει κάτι πάρα πολύ αστείο, με τη μαϊμού της γιαγιάς σου…

-Ναι, αυτό έχει γίνει πια γνωστό. Η γιαγιά ήταν Αιγυπτιώτισσα από τους Έλληνες που ζούσαν στην Αίγυπτο, νοσοκόμα στο ελληνικό νοσοκομείο του Καΐρου, και όταν του συστήθηκα του είπα “Είμαι ο εγγονός της Ευγενίας”, μου λέει “Αποκλείεται δεν είναι δυνατόν!”. Δεν ξέρω μπορεί να ήταν και αυτός ο λόγος που με πήρε στην επόμενή μου παράσταση το ‘98, που ήταν το “Λεωφορείο ο Πόθος”, πάλι με τη Δανδουλάκη.

Πηγή: Εθνικό Θέατρο

Η γιαγιά λοιπόν ήταν φίλη με τη μαμά του, γιατί ζούσαν Σαλαμίνα, και ο Σταμάτης από τη Σαλαμίνα είναι. Και μου έλεγε ο Σταμάτης ότι ήταν μικρός 4 χρονών…«Μας έλεγαν όλοι για την Ευγενία και τον Παναγιώτη»…που ήταν ο παππούς και η γιαγιά μου…«σαν δύο θρυλικά πρόσωπα τα σκεφτόμουν σαν παιδάκι εγώ, και σαν μυθικό πράγμα μας έλεγαν ότι θα έρθουν σπίτι μας»…γιατί έκανε μία γιορτή η μαμά του.

«Και ξαφνικά μέσα στην αναμονή και την αγωνία,  σκάνε μύτη η Ευγενία με τον Παναγιώτη, και ήταν και οι δύο πολύ όμορφοι άνθρωποι, και  η φαντασία συμπληρώθηκε, το παραμύθι, με μία μαϊμού που μπαίνει σπίτι μου, και αρχίζω να παίζω μαζί της και ήταν η πιο ευτυχισμένη μέρα της ζωής μου». Τώρα τη δεκαετία του ‘50 ξαφνικά να έχεις μία μαϊμού στη Σαλαμίνα, το χωριό, δεν το βλέπεις συχνά. Φαντάσου ένα παιδάκι τώρα 4 χρονών πώς θα ένιωσε. Και ήταν μου λέει η απόλυτη ευτυχία.

-Παίζει να ήταν η μοναδική μαϊμού που έχει πατήσει το πόδι της στη Σαλαμίνα…(γελάμε)

-…«Και εκεί που ήταν η απόλυτη ευτυχία, ξαφνικά έγινε η απόλυτη δυστυχία, γιατί γυρνάει η μαϊμού και με δαγκώνει στο στήθος!», το σημάδι το έχει ακόμα.

-Έτσι πέθανε ένας βασιλιάς!

-Αυτό πήγα να πω κι εγώ έτσι πέθανε ο βασιλιάς, από το δάγκωμα της μαϊμούς, ήταν πολύ επικίνδυνο, και έτρεχαν να βρουν καραβάκι να τους πάει απέναντι γιατί δεν υπήρχε  συγκοινωνία συχνή τότε. Θα μπορούσε να είχε πεθάνει δηλαδή, από τη μαϊμού της γιαγιάς μου. Και έτσι μας δένει αυτή η ιστορία, μας δένει βέβαια και ο κοινός μας τόπος, είναι ο θεατρικός  μπαμπάς μου Σταμάτης, έχουμε κάνει πολλές παραστάσεις, και τον αγαπώ ιδιαίτερα.

Φωτ: Αφροδίτη Κεραμέως

-Τους παππούδες σου τους γνώρισες;

-Όλους. Τον παππού μου αυτόν τον Παναγιώτη, τον έχασα πολύ νωρίς, όταν ήμουν 8 χρονών. Η γιαγιά μου αυτή ήταν η αγαπημένη μου, γιατί έπαιζε πιάνο, τραγουδούσε. Από αυτήν είχα τα πρώτα ερεθίσματα της μουσικής, την έχασα πριν 10 χρόνια.

-Λοιπόν, έχεις κάνει τηλεόραση και θέλω να σε ρωτήσω τι έχεις κρατήσει από αυτήν. Τώρα  απομυθοποιείται η τηλεόραση σιγά σιγά, και λόγω και του ίντερνετ και λόγω των πλατφορμών ;

Απομυθοποιείται γενικά το star system, και αυτό είναι κάτι πάρα πολύ άσχημο. Δεν μπορεί να υπάρχει σταρ σήμερα. Δεν μπορεί να υπάρχει Αλίκη, δεν μπορεί να υπάρχει Καρέζη. Γιατί τότε τον σταρ, πήγαινες και τον έβλεπες στον κινηματογράφο, γιατί δεν υπήρχε και τηλεόραση, οπότε θα πας μία φορά να δεις μία ταινία, και θα τον ξαναδείς του χρόνου με μία άλλη ταινία.

-Περνούσε άρα η θρυλικότητα επειδή δεν το έβλεπες κάθε μέρα…

-Ακριβώς ήταν πολύ ψηλά, ήταν μυθικό πλάσμα, ένας ηθοποιός τότε ή ένας τραγουδιστής. Τον οποίο επίσης τον έβλεπες σε μία ελληνική ταινία. Ο Ζαμπέτας, ο Βογιατζής, ο Πουλόπουλος, ο Βοσκόπουλος όλοι αυτοί, τους έβλεπες σε ταινίες ή στο κέντρο που τραγουδάνε. Μία φορά. Τώρα ξαφνικά υπάρχει το Instagram που τον βλέπεις τον άλλο με τη τσίμπλα, με το πρησμένο το μάτι, με το σώβρακο.

-Και γίνεται και είδηση αυτό.

-Βέβαια γίνεται είδηση. Πήγα εδώ, είμαι εκεί, στο τάδε event, είμαι στην τουαλέτα, είμαι στο αυτοκίνητο. Δεν μου αρέσει καθόλου αυτό που συμβαίνει.

“Εγώ δεν θέλω να ξέρει ο καθένας που είμαι ανά πάσα στιγμή”

-Άρα τα πρόσωπα που θεωρούσαμε σταρ, έχουν συμβάλει οι ίδιοι σε αυτή την απομυθοποίηση.

-Οι ίδιοι ναι, βέβαια έγινε και το ότι για να έχεις followers πρέπει να κάνεις τα πάντα, στο οποίο εγώ είμαι ενάντια. Γιατί δεν ασχολούμαι με το Instagram και δεν θέλω να δημοσιοποιώ τη ζωή μου ανά πάσα στιγμή, γιατί αυτοί που είναι γνώστες του Instagram και του Tik Tok, γιατί μου λένε αυτοί που ασχολούνται,  ότι πρέπει να ανεβάζεις 4 post τη μέρα, και να λες πού είσαι και τι κάνεις και οι fans να σε βλέπουν να κάνεις πράγματα. Δεν μπορώ να το κάνω εγώ αυτό. Έχω προσπαθήσει να το κάνω. Εγώ δεν θέλω να ξέρει ο καθένας που είμαι ανά πάσα στιγμή. Τώρα ξυπνάω, τώρα βλέπω τη βιτρίνα, τώρα πάω σε αυτό το event, να μπήκα στο θέατρο, να μπήκα στο καμαρίνι.

-Η συγκεκριμένη τακτική νομίζω ότι απευθύνεται σε ένα πολύ συγκεκριμένο κοινό.

-Δεν με ενδιαφέρει που απευθύνεται, με ενδιαφέρει  ότι εγώ δεν μπορώ να το κάνω ακόμα ακόμα και αν απευθύνομαι σε ένα συγκεκριμένο κοινό. Προτιμώ να κρατάω τη ζωή μου για εμένα. Βεβαίως και θα δημοσιοποιήσω κάτι, ίσως για να τιμήσω κάποιον που με κάλεσε σε ένα τραπέζι, σε ένα εστιατόριο, ή σε ένα event, ή μου έδωσαν ένα δώρο, βεβαίως θα το δημοσιοποιήσω. Αλλά το να ξυπνάω και να κάνω κάθε στιγμή μου post δεν μπορώ να το κάνω, το έχω δοκιμάσει και δεν είμαι εγώ. Οπότε για να ξαναγυρίσουμε στο προηγούμενο θέμα, δεν υπάρχει star system σήμερα, και ειδικά σε μία χώρα μικρή σαν την Ελλάδα.

-Γιατί όμως δεν υπάρχει, ή μάλλον για να το πω καλύτερα, υπάρχει, αλλά δεν έχουν αυτήν την αίγλη…

-Μπράβο, δεν υπάρχει αίγλη, αυτή του μύθου, ναι, υπάρχει ο γνωστός, υπάρχει και αυτός που γίνεται γνωστός στο Instagram, η τηλεόραση δεν έχει τη δύναμη που είχε παλιά σε καμία περίπτωση. Νομίζω έχουν λίγο ισοπεδωθεί τα πάντα σήμερα και όχι μόνο αυτό δυστυχώς.

“Επιτέλους πρέπει να σεβόμαστε τις επιθυμίες και τον σεξουαλικό προσανατολισμό των ανθρώπων”

Πηγή: Protothema.gr

-Θα παραμείνω στην τηλεόραση, και θα πάω σε κάτι που είναι και λίγο επίκαιρο, για εκείνο το gay φιλί στην Κύπρο. Το οποίο είχε γίνει άνευ λόγου μία συζήτηση γύρω από αυτό, αλλά έχουμε τώρα το νομοσχέδιο. Πιστεύεις ότι μετά από αυτό το νομοσχέδιο θα ήταν η ελληνική κοινωνία πιο χαλαρή;

-Gay φιλιά, έχουν υπάρξει αρκετά μετά το δικό μας και πριν το νομοσχέδιο. Και δεν άνοιξε ρουθούνι. Και στις Μέλισσες, και στην Τούρτα της Μαμάς, στο Milky Way. Και δεν ανοίγει ρουθούνι, και καλά κάνει. Και καιρός ήταν, γιατί πρέπει επιτέλους να προχωράμε μπροστά, επιτέλους πρέπει να σεβόμαστε τις επιθυμίες και τον σεξουαλικό προσανατολισμό των ανθρώπων, επιτέλους δεν πρέπει να ενδιαφερόμαστε για το τι πρέπει να κάνει ο καθένας στο κρεβάτι του, και πώς τη βρίσκει ο καθένας, δεν μας πέφτει και λόγος και δεν υπάρχει και λόγος να γίνεται συζήτηση.

Φωτ: Αφροδίτη Κεραμέως

-Άρα υπάρχει πρόοδος 3 χρόνια μετά. Γιατί τότε είχε πάρει πάρα πολύ μεγάλη έκταση, και φάγατε και πρόστιμο…

-Υπάρχει, σίγουρα. Πρόστιμο ναι αλλά γιατί; Δεν έγινε κάποια δολοφονία, εκφράστηκε μία αγάπη μεταξύ 2 ανθρώπων του ίδιου φύλου. Δηλαδή δεν μπορεί να μας ενδιαφέρει αυτό και να μη μας ενδιαφέρει σε αυτούς τους στίχους των απαράδεκτων trap τραγουδιών, που μιλάνε για ναρκωτικά, για βίζιτες, για όπλα και για σεξ μόνο, και να τα ακούνε αυτά 12χρονα. Και να γίνεται θέμα για το τραγούδι του Πάνου Βλάχου, και να μην ανοίγει ρουθούνι για αυτά τα τραγούδια. Είναι λίγο ψυχοπάθεια αυτό το πράγμα. Δηλαδή ασχολούμαστε με πράγματα που είναι άνευ ουσίας, και με τα ουσιώδη δεν ασχολούμαστε. Και μεγαλώνουμε γενιές, και τις μεγαλώνουμε λάθος.

-Θεωρείς ότι δηλαδή ότι οι περισσότεροι ασχολούνται με τα λάθος πράγματα και για τους λάθος λόγους. Όπως για τον Πάνο Βλάχο ή τον Νταλάρα με τις δηλώσεις του.

-Για μένα ο Νταλάρας έχει απόλυτο δίκιο, γιατί η δημοσιογραφία έχει ξεφύγει. Δημοσιογραφία θεωρείται το κάθε πιτσιρίκι που βγαίνει και ρωτάει πράγματα, κίτρινα, γιατί του λένε τα πιο μεγάλα κεφάλια να βγάλει “λαυράκια” , για να ξεχαστεί και αυτό και να πάμε στα επόμενα. Άρα αντιμετωπιζόμαστε ως κρέατα, σε μία μηχανή κρέατος που λέγεται showbiz, να τελειώσουμε με τη δήλωση την πικάντικη, για να μας πετάξουν και να πάμε στο επόμενο, που μπορεί και να είμαστε και εμείς.

-Έχεις νιώσει εσύ ποτέ έτσι, τηλεοπτικό προϊόν;

-Όλοι έχουμε νιώσει. Ναι, γιατί μπορεί να έχω κάνει μία δήλωση που να ήταν τσιτάτη, και μετά να πρέπει σε μία επόμενη συνέντευξη να ερωτηθώ ξανά, και μετά ξανά. Εδώ με ρωτάνε για πράγματα που έχω πει 10 χρόνια πριν, και με ρωτάνε νέα παιδιά, ήμαρτον. Τα έχω απαντήσει 100.000 φορές και με ξαναρωτάνε, όταν υπάρχουν τόσα θέματα ωραία που θα μπορούσαμε να συζητήσουμε, για το θέατρο, για τη μουσική, για τα εικαστικά, για την τέχνη.

-Για τη δουλειά σου γενικότερα, και όχι για δηλώσεις.

-Αφού τα έχω απαντήσει, γιατί να τα ξαναπώ; Για να ξαναγίνει επικεφαλίδα αυτό και να πουλήσουμε μία εφημερίδα; Οπότε για να ξαναγυρίσουμε στον Νταλάρα, τον οποίο παρεμπιπτόντως λατρεύω γιατί έχω μεγαλώσει με Νταλάρα, έχω αγάπη στον Γιώργο Νταλάρα, και στη φωνή του, και στα τραγούδια του, και στη στάση του, και στα λεγόμενά του, και στο ήθος του, γιατί από ανθρώπους σαν τον Νταλάρα πρέπει να διδασκόμαστε και πιο νέες γενιές από εμάς για το πώς πρέπει να κινούμαστε σε αυτόν τον χώρο, για το ήθος το οποίο πλέον δεν υπάρχει σχεδόν, και ναι ο άνθρωπος είχε δίκιο, γιατί όπως έλεγα πριν νομίζει ο δημοσιογράφος αυτό το πράγμα, το οποίο γίνεται κατά κόρον πια και δεν είναι ουσιώδες επάγγελμα, έχει καταντήσει να είναι κιτρινίλα και το πώς θα βγάλουμε λαβράκι, για να πάμε στα επόμενα, δεν είναι δημοσιογραφία αυτό.

Πηγή: ekriti

-Από του Νταλάρα ποιο είναι το αγαπημένο σου τραγούδι;

-Το “Στα Ψηλά τα Παραθύρια”, δεν ξέρω αν το ξέρετε είστε πολύ μικροί, ο Κουγιουμτζής είναι ο συνθέτης, γιατί από ότι μου λέει η μαμά ήμουν 9 μηνών και ενώ δεν μιλούσα, με λα λα λα, τραγούδησα αυτό το τραγούδι πριν μιλήσω, τραγούδησα αυτό το τραγούδι, οπότε είναι ένα τραγούδι που μου έχει μείνει πολύ βαθιά χαραγμένο μέσα μου.

-Πάμε λίγο και στα τηλεοπτικά…Η δικιά μας γενιά σε ξέρει από το “Άκρως Οικογενειακόν”, από τις επαναλήψεις φυσικά.

-Οι οποίες δεν έχουν σταματήσει να προβάλλονται, και του το οφείλω του “Άκρως Οικογενειακόν” το ότι με ξέρουν μικρότερες γενιές, γιατί έχω πολλά χρόνια να κάνω τηλεόραση, θα κάνω του χρόνου. Οφείλω πολλά σε αυτή τη σειρά.

Πηγή: GRTimes

-Είχες περάσει ωραία;

-Πάρα πολύ ωραία.

-Είναι ατακαδόρικη σειρά γενικά…

-Πολύ, θα πω τώρα την άλλη μου αγάπη, γιατί η μία είναι ο Φασούλης, η άλλη είναι ο Πάνος ο Αμαραντίδης, ο οποίος με έβαλε στην τηλεόραση και με τον Πάνο είμαστε ακόμα οικογένεια μέχρι σήμερα, πολύ δεμένοι. Ο Πάνος λοιπόν έγραψε το  “Άκρως Οικογενειακόν” μαζί με τη Ρένα Ρίγγα, και πραγματικά οι ατάκες ήταν τρομερές. Και γιατί νομίζω ότι είχε τεράστια επιτυχία αυτή τη σειρά. Γιατί βλέπαμε καθημερινές καταστάσεις οικογενειακές και σχολικές καταστάσεις που αναγνωρίζει ο καθένας στη δική του ζωή. Και γιατί ταυτιζόταν. Γιατί ο Πάνος, εκτός από σεναριογράφος, η βασική του δουλειά είναι καθηγητής σε Λύκειο.

Οπότε ξέροντας τι συμβαίνει μες το Λύκειο ανάμεσα στα παιδιά με τις καταστάσεις που συμβαίνουν, ρουφούσε σαν σφουγγάρι αυτά που έβλεπε στις αυλές και στις τάξεις και τα έγραφε στο “Άκρως Οικογενειακόν”. Και νομίζω ότι αυτός είναι ο λόγος, ένας από τους λόγους τουλάχιστον που ήταν πολύ δημοφιλής αυτή η σειρά, γιατί είναι καταστάσεις που έχουμε ζήσει όλοι στο σχολείο.

-Και ειδικά στη Νομική. Όταν περάσαμε το Ναυτικό Δίκαιο, λέγαμε “εμείς το περάσαμε”.

-Ναι, λες για τη μάνα, τη Ναταλία Τσαλίκη, που χρωστούσε ναυτικό δίκαιο. Ναι, και είχε και φίλο νομικό, για να είναι και αληθοφανή τα στοιχεία τα νομικά που έγραφε.

-Στις μετέπειτα σειρές σου ξεχωρίζεις κάποια;

-Το “Μη μου λες Αντίο” δεν το συζητώ, γιατί ήταν για εμένα ορόσημο, ο πρώτος μου πρωταγωνιστικός ρόλος, με τον Μανούσο τον Μανουσάκη στο τιμόνι του σκηνοθέτη, το 2004, ήταν το πρώτο μεγάλο μπαμ, γιατί και το Άκρως Οικογενειακόν ήταν μπαμ, αλλά ήταν πρωταγωνιστές ο Γιάννης Μπέζος και η Ναταλία Τσαλίκη. Μετά όταν έγινα εγώ πρωταγωνιστής έγιναν πιο εύκολα τα πράγματα, να μπορώ να επιλέγω δουλειές, να συζητάω να έχω προτάσεις να κάνω τα επόμενα σίριαλ.

Και θυμάμαι ότι ήταν πάρα πολύ δύσκολο εγχείρημα, γιατί εκτός του ότι πηγαίναμε στην Κομοτηνή για να κάνουμε τα γυρίσματα τα εξωτερικά, που σημαίνει καλοκαίρι πάρα πολύ ζέστη και χειμώνα πάρα πολύ κρύο, και είχαμε και σκηνές με βροχή που εγώ φορούσα μόνο ένα πουκάμισο, και να πρέπει να με βρέχουνε, και να έχει μείον βαθμούς και να είναι όλοι με τα κασκόλ και τα σκουφιά και εγώ να είμαι με το πουκαμισάκι στη βροχή, αλλά και υποκριτικά ήταν δύσκολα γιατί έπρεπε να μιλάω και τούρκικα και να κάνω και προσευχές στα τούρκικα, ως μουσουλμάνος, και είχαμε δασκάλα που υπήρχε πίσω στα μόνιτορ για να ακούει αν τα λέω σωστά με προφορά, και να με σταματάει. Ήταν δύσκολο, πολύ διάβασμα, πολύ φόκους, αλλά το πίστεψα πάρα πολύ, το αγάπησα πάρα πολύ, και δεν πήγε χαμένη τόση δουλειά τελικά.

-Βέβαια, έχει μείνει και αυτό στην ιστορία. Θα ρωτήσω και για τον Μανούσο Μανουσάκη. Ήταν κι αυτός στους αγαπημένους;

-Πολύ αγαπημένος, λατρεία. Ναι, είναι αγαπημένος μου σκηνοθέτης ο Μανούσος, εκτός του ότι αγαπάει πολύ τους ηθοποιούς, έχει έναν μαγικό τρόπο να σου εκμαιεύει αυτό που θέλει να φανεί στην οθόνη, δηλαδή σε πιάνει σου λέει δύο πράγματα στο αυτί, πάντα έτσι δούλευε, δύο πραγματάκια, και όταν τα κάνεις βγαίνει το αποτέλεσμα που θέλει και το αποτέλεσμα που θέλει να δει κάποιος στην οθόνη του και πραγματικά είναι μαγικό.

Μέμος Μπεγνής
Φωτ: Αφροδίτη Κεραμέως

-Ποιον ρόλο ξεχωρίζεις και γιατί;

-Τον ρόλο του Μουράτ, στο “Μη μου λες Αντίο”. Στο θέατρο ο σταθμός για μένα ήταν το “Bent”, ήταν η ζωή δύο ομοφυλόφιλων μέσα στο Άουσβιτς, του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Είναι μία παράσταση ορόσημο για το πώς περνούσαν οι ομοφυλόφιλοι μέσα στα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Μέσα στα στρατόπεδα υπήρχαν Εβραίοι, υπήρχαν ομοφυλόφιλοι, υπήρχαν αριστεροί, υπήρχαν τσιγγάνοι. Και ο καθένας είχε διαφορετική σήμανση. Ήταν το ροζ τρίγωνο για τους ομοφυλόφιλους.

Ήταν ότι πιο δύσκολο έχω κάνει στη ζωή μου, ότι πιο σκληρό έχω κάνει στη ζωή μου. Γιατί αρχίζει η παράσταση με έναν άνθρωπο τον Μαξ, που είναι μέσα στα ναρκωτικά και στο σεξ, με ένα αγόρι που τον αγαπάει πάρα πολύ αλλά τον έχει και του πεταματού γιατί ξέρει ότι θα τον αγαπάει για πάντα ότι και αν του κάνει, και ξαφνικά όλο αυτό ανατρέπεται γιατί τον πιάνουν και τον βάζουν σε στρατόπεδο. Και χάνει όλη αυτή την αίγλη, και όλη αυτή την αυτοπεποίθηση, και ερωτεύεται πραγματικά, ενδιαφέρεται για πρώτη φορά στη ζωή του για κάποιον άνθρωπο μέσα στο στρατόπεδο, και τον χάνει βέβαια και αυτοκτονεί.

Είναι ό,τι πιο σκληρό υπάρχει στο θέατρο για μένα, αλλά είναι ύμνος στην αγάπη, στη διαφορετικότητα, και ύμνος στον άνθρωπο γενικά, γιατί δεν είναι μία ιστορία δύο ανθρώπων γκέι, δεν μένει εκεί το έργο, δεν κάνει φόκους στο θέμα ομοφυλόφιλος, κάνει φόκους στο θέμα άνθρωπος γενικά, και πόσο ζωώδης ήταν αυτή η εποχή για ανθρώπους “διαφορετικούς”. Για εμένα αυτός ήταν ο ρόλος σταθμός στην καριέρα μου, ο Μαξ από το “Bent”.

-Αυτό το έπαιζες κάθε βράδυ, πώς το διαχειρίζεσαι συναισθηματικά;

-Δεν το διαχειρίζεσαι. Ήμουν σπίτι μου και έλεγα “Θεέ μου πώς θα ξεκινήσω να πάω να το ξαναζήσω πάλι όλο αυτό το πράγμα” , δεν πέρασα καλά. Ενώ για εμένα ήταν σταθμός, δεν πέρασα καλά, πέρασε πολύ δύσκολα, ήμουν σε κατάθλιψη πολύ καιρό.

-Ζούσες μέσα από τον ρόλο σου…

-Πολύ και γενικά δεν ήμουν πάρα πολύ καλά ψυχολογικά. Δεν κράτησε πολύ, κράτησε από Σεπτέμβριο μέχρι τέλος Γενάρη σχεδόν. Σεπτέμβρη πρόβες, Οκτώβρη πρεμιέρα. Δύσκολο, δύσκολο. Δεν ξέρω αν θα ήθελα να το ξανακάνω, αλλά για εμένα ήταν ό,τι πιο σημαντικό έχω κάνει στο θέατρο.

-Παρόλο που ήταν ψυχοφθόρο…

-Δεν το συζητώ, με πήγε πάρα πολύ μπροστά σαν άνθρωπο και σαν ηθοποιό.

-Το κοινό τι σου έδωσε; Γιατί φαντάζομαι ότι θα άκουσες πολύ συγκινητικά λόγια.

-Το κοινό, όταν παίζαμε νόμιζες ότι κάτω ήταν φωτογραφίες κόσμου, ήταν ακίνητοι. Ακίνητοι. Δεν άκουγες ούτε ένα ψίθυρο. Ήταν το συγκινητικό, ότι και στρέιτ ζευγάρια, κατά τη διάρκεια της παράστασης, έγερνε ο ένας πάνω στον άλλο, στο αντίθετο από αυτό που έβλεπε.

-Ήταν αυτό που είπες ότι ήταν μία παράσταση για την αγάπη.

-Ακριβώς, μετά από λίγο ακούγαμε μόνο ήχους από “μύτες”, από το ότι έκλαιγε ο κόσμος, συγκινούνταν πάρα πολύ. Και αυτό για εμάς ήταν ότι ωραιότερο μπορούσαμε να ζήσουμε, τρομερή αποδοχή δηλαδή.

-Ποιος είναι ο συγγραφέας ;

-Ο Σέρμαν ήταν ο συγγραφέας. Έχει ανέβει άλλες 3 φορές στην Ελλάδα. Αρχές του ‘80. Το ‘77 ανέβηκε στο Broadway, αρχές του ‘80 ανέβηκε στην Ελλάδα, πολύ μπροστά, στον ρόλο μου ήταν ο Γιάννης Φέρτης, και στον ρόλο του άλλου, ήταν ο Γιάννης ο Αθανασόπουλος σε εμάς, και τότε ήταν ο Πέτρος Φυσσούν. Μετά ανέβηκε με τον Γκλέτσο και τον Κοντογιάννη, ανέβηκε και με τον Ζαλμά και τον Σπαντίδα. Ναι, άλλες 3 φορές.

-Και όταν εσύ μελετούσες αυτόν τον ρόλο βρήκες βίντεο ας πούμε από αυτούς;

-Βέβαια, διάβασα και για τα ροζ τρίγωνα, ένα βιβλίο πολύ σημαντικό, αν το βρείτε “Τα Ροζ Τρίγωνα” να το διαβάσετε ήταν φανταστικό. Ναι, η προετοιμασία ήταν μαγική, γιατί είχα επίσης έναν σπουδαίο δάσκαλο, τον Πέτρο τον Ζούλια, γιατί ήταν τόσο βαθύ αυτό που έκανε, η διδασκαλία ήταν τόσο βαθιά, που ήταν συγκινητικό. Πήγαμε εις βάθος, πρώτη φορά που εμβάθυνα σε έναν ρόλο τόσο πολύ, και αυτό το οφείλω στον Πέτρο Ζούλια, που επίσης θεωρώ μεγάλο σκηνοθέτη.

Πηγή: Theater Project 365

-Θα το ξαναέκανες;

-Όχι, δεν νομίζω, δύσκολα, πολύ δύσκολα.

-Τώρα μου δημιουργούνται απορίες. Το ‘80 που έγινε αυτό είχε ανοίξει ρουθούνι;

-Κανένα. Όσο περνάνε τα χρόνια πάμε πίσω για μένα στον συντηρητισμό. Είμαστε πολύ πιο συντηρητικοί πια, από ότι ήμασταν τη δεκαετία του ‘80, γιατί τότε ήταν όλα πάρα πολύ ελεύθερα αν και δεν την έζησα πολύ γιατί ήμουν πάρα πολύ μικρός, είμαι ‘90’s παιδί εγώ. Αλλά την έζησα μέσα από τη μαμά μου, τη θεία μου την αδερφή της μαμάς μου που ήταν έφηβη, η μουσική ήταν πολύ απελευθερωμένη, το ντύσιμο ήταν πάρα πολύ απελευθερωμένο, το να είσαι ομοφυλόφιλος ήταν οκέυ, γιατί αν δείτε και πολλά συγκροτήματα του τότε ήταν πολύ gay friendly, φουλ χρώμα, φουλ μουσική πιο ελεύθερη πιο ανοιχτή, ο χορός ήταν πολύ διαφορετικός. Οπότε δεν άνοιξε ρουθούνι γιατί ήταν τέτοια η δεκαετία. Ήρθε το 80s τα τσάκισε όλα μετά, και άρχισε ο συντηρητισμός.

-Πότε ξεκίνησε όμως ο κόσμος να πηγαίνει προς το συντηρητικό κομμάτι;

-Δεν μπορώ να πω ακριβώς, αλλά νομίζω ότι αυτό έγινε λίγο υπόγεια, σιγά σιγά χωρίς να το καταλάβουμε.

-Δεν είναι όμως οι ίδιοι αυτοί οι άνθρωποι που άκουγαν αυτή τη μουσική;

-Δεν ξέρω πώς ανατράπηκε όλο αυτό.

-Εγώ το θεωρώ και λίγο κομμάτι της κρίσης αυτό.

-Ναι ίσως μετά από αυτό, και μετά και τον κορονοϊό ο οποίος μας αποτελείωσε, οι άνθρωποι κλείστηκαν πιο πολύ στον εαυτό τους και έγιναν πιο συντηρητικοί. Όταν κινδυνεύεις να μην έχεις να φας πια, γιατί με την κρίση αυτό συνέβη, κοιτάς λίγο τον εαυτό σου, δεν σε ενδιαφέρουν οι άλλοι, αρχίζεις και έχεις πιο πολύ παρωπίδες, νομίζω αυτό συντέλεσε στο να γίνουμε όλοι σαν κοινωνία πιο συντηρητικοί και πιο φασιστικοί, γιατί βλέπεις ότι ανθίζει και η βία πιο πολύ πια, ενώ παλιά δεν ήταν έτσι.

Εγώ θυμάμαι στο σπίτι μας τα καλοκαίρια τη δεκαετία του ‘80 κοιμόμασταν με ανοιχτές τις πόρτες τα καλοκαίρια. Δεν κλειδώναμε. Το κλειδί το αφήναμε στην πόρτα και πηγαίναμε για ψώνια στον μπακάλη. Δεν θα έμπαινε κανένας στο σπίτι να μας κλέψει. Όλα αυτά ανατράπηκαν δεν ξέρω γιατί.

-Ο κορονοϊός μας άφησε και ένα κλίμα δυσπιστίας. Το «πώς βρήκαν τόσο γρήγορα εμβόλιο» για παράδειγμα που ακουγόταν.

-Είδες πώς διαχωρίστηκαν οι άνθρωποι που έκαναν το εμβόλιο και οι άνθρωποι που δεν το έκαναν. Βγήκαν έχθρες σε οικογένειες που δεν μιλάνε ακόμα.

-Και χώρισε και κόσμος. Δεν ξεχνάω την υπόθεση που χώρισε ένα ζευγάρι επειδή η μάνα εμβολίασε το παιδί χωρίς να το πει στον πατέρα.

-Πολλά βγήκαν. Βγήκαν χαρακτήρες ανθρώπων και δικών μου ανθρώπων της ζωής μου ανθρώπων που δεν το περίμενα ότι βγήκαν. Και λες παιδιά τι έγινε τώρα, βγήκαν κάποιοι φασίστες μέσα, που δεν ήξερα ότι εσύ είχες τόσο φασισμό εσύ μέσα σου, και μου φέρεσαι με αυτόν τον τρόπο επειδή π.χ. δεν εμβολιάστηκα.

-Πώς ήταν η περίοδος της καραντίνας για σένα;

-Πολύ δύσκολη γιατί ήμουν από τους ανθρώπους που άρχισαν πρόβες χωρίς να έχει υπογράψει, οπότε όταν έγινε το lockdown δεν είχα υπογράψει και δεν πήρα επίδομα. Άρα έπρεπε να τρώω τα έτοιμα, ευτυχώς υπήρχαν, και ευτυχώς εκεί οφείλω πολλά στην Κύπρο, έκλεισα κατευθείαν δουλειά στην Κύπρο, και άρχισα τα πήγαινε-έλα, με τεστ, με μύτες, PCR, φτάναμε στο αεροδρόμιο μας έκαναν τεστ. Ανατριχιάζω και μόνο που τα ακούω. Δεν μπορούσαμε να πάμε σε άλλη γειτονιά, ήμουν στο Φάληρο, δεν μπορούσα να πάω στη Νέα Σμύρνη. Κρυβόμασταν στο μπαρ να πιούμε ένα καφέ στο όρθιο, και ερχόταν η αστυνομία και κρυβόμασταν.

-Σου λειτούργησε καθόλου δημιουργικά η καραντίνα;

-Πολύ, έκανα πολλά δημιουργικά πράγματα εκτός από το να βλέπω πολλές ταινίες και πολλές σειρές, είχα φίλους κοντά, με τους οποίους μαζευόμασταν και παίζαμε επιτραπέζια. Γιατί είναι ένα τεράστιο χόμπι μου αυτό, παίζω πάρα πολλά επιτραπέζια και κάνουμε πολλά τουρνουά.

-Στην καραντίνα ήταν η χρυσή εποχή για κάτι τέτοιο, δηλαδή τώρα είναι δύσκολο να μαζευτούν παρέες σε σπίτια.

-Ναι εντάξει είναι, αλλά η δική μου καθημερινότητα δεν άλλαξε. Εγώ πάντα ήμουν ένας άνθρωπος που δεν έβγαινε ποτέ, δεν μου αρέσει το μπαρ, το κλαμπ, όλα αυτά, εδώ με έχουν καταστρέψει στη Θεσσαλονίκη λίγο, πολύ όχι λίγο. Με βγάζουν σχεδόν κάθε μέρα και πίνω, που εγώ δεν έπινα ποτέ. Εκεί δεν άλλαξε η καθημερινότητά μου, εγώ πάντα ήμουν ένας σπιτόγατος, που την έβγαζα με τα επιτραπέζια και τους φίλους μου, και τα φαγητά που μαγείρευα, και τις ταινίες που έβλεπα, οπότε συνέχισα και ήμουν σπίτι, δεν άλλαξε κάτι. Απλά δεν έβγαινα πια καθόλου για να πάω στη δουλειά μου και λοιπά.

-Πώς περνάς εδώ στη Θεσσαλονίκη;

-Όνειρο παιδιά είναι, όνειρο. Είναι μία πενθήμερη, που παρεμπιπτόντως έχουμε και μία παράσταση το βράδυ. Έτσι το έχω δει εγώ. Εντάξει η Θεσσαλονίκη είναι η αγαπημένη μου πόλη, το λέω πάντα, και όχι επειδή είμαι εδώ για να το πω. Λέω πάντα ότι είναι η αγαπημένη μου πόλη μαζί με τα Χανιά, είναι δύο πόλεις που αγαπώ πάρα πολύ και όποτε έρχομαι Θεσσαλονίκη, επειδή έχω έρθει εκατοντάδες φορές, τη βλέπω σαν σπίτι μου, δηλαδή έρχομαι Θεσσαλονίκη και δεν μου φαίνεται ότι πάω κάπου, νομίζω ότι έρχομαι σπίτι. Οπότε περνάω πάρα πολύ ωραία, βγαίνω αρκετά που εγώ δεν έβγαινα ποτέ. Προσέχω.

Για άλλους η Θεσσαλονίκη είναι ότι θα φάω, ότι θα πάρω κιλά, για εμένα είναι ότι ήρθα να μπω σε ένα πρόγραμμα, να τρώω καλά και να γυμνάζομαι. Επειδή έχω γυμναστεί πάρα πολύ στη ζωή μου, είχα σταματήσει για τουλάχιστον 9 χρόνια, και για μένα τώρα είναι η ευκαιρία εδώ να περπατάω πάρα πολύ γιατί πάω και έρχομαι στο Μέγαρο με τα πόδια, κάνω 10 χιλιόμετρα τη μέρα, και πάω και γυμναστήριο. Και είναι βάλσαμο αυτό για εμένα, πάω 5 φορές την εβδομάδα γυμναστήριο εδώ και 2 μήνες, και έχω σουλουπωθεί επιτέλους, το είχα ανάγκη. Αλλά γενικά είναι μία πόλη που αγαπώ και θα ήθελα πάρα πολύ να ζω εδώ.

Ποτέ δεν είναι αργά για να πάρεις μία τέτοια απόφαση. Αν και όλα είναι στην Αθήνα.

-Μακάρι, αλλά όλα είναι στην Αθήνα δυστυχώς, ναι, τα θέατρα, η τηλεόραση είναι εκεί.

-Στη σύνταξη όλοι Θεσσαλονίκη θα γυρίσουμε. Πρωταγωνιστείς λοιπόν στην παράσταση “Από Σμύρνη… Σαλονίκη”. Θέλω να μου πεις αρχικά πώς νιώθεις και λίγα πράγματα για τον ρόλο σου για όσους δεν ξέρουν.

-Νιώθω πάρα πολύ ωραία, είναι η πρώτη φορά που συνεργάζομαι με αυτό το κεφάλαιο στο θέατρο τη Μιμή Ντενίση.  Αν και έχουμε φλερτάρει κάποιες φορές επαγγελματικά με τη Μιμή, αλλά γνωριζόμασταν κοινωνικά μόνο, την έχω θαυμάσει πολύ στο πρώτο και στην ταινία, το δεύτερο δεν το είχα δει, ήταν η πρώτη φορά που ήρθα σε επαφή όταν πια με πήρε τηλέφωνο για να είμαι σε αυτό.

Χαίρομαι πολύ γιατί είναι ένα πολυεργαλείο η Μιμή, ένας υπέροχος ηθοποιός, μία υπέροχη συγγραφέας, μία πολύ καταρτισμένη, μορφωμένος άνθρωπος, που ό,τι γράφει το έχει μελετήσει και το έχει εμπεδώσει και το έχει ψάξει πάρα πολύ καλά, γιατί ιστορικά είναι ακριβέστατη. Μάθαμε πάρα πολλά μέσα από αυτήν την παράσταση, γελάμε πάρα πολύ, όσο και αν σου φαίνεται περίεργο, γιατί είναι το απόλυτο δράμα, με το χιούμορ που έχει σίγουρα. Γελάμε γιατί είναι ένας άνθρωπος που θα κάνει τα πάντα για να σε κάνει να γελάσεις στη σκηνή.

Πηγή: ERTnews

Και αυτό εγώ δεν το ήξερα για τη Μιμή Ντενίση, νόμιζα ότι ήταν πάρα πολύ σοβαρή στη σκηνή, αλλά το λέω δημόσια δεν είναι, και πραγματικά την έχω αγαπήσει. Κάνω τον Πολύκαρπο είναι ένας πόντιος, που έχει έρθει από τον Πόντο πρόσφυγας όπως ήρθαν και οι πρόσφυγες από την Σμύρνη.

Είναι πρόσωπο του 2ου μέρους, δεν υπήρχε στο πρώτο, γιατί οι πρόσφυγες από την Σμύρνη έρχονται στη Θεσσαλονίκη, και ο Πολύκαρπος είναι ήδη κάτοικος Θεσσαλονίκης, τυχερός γιατί είναι επικεφαλής σε ένα εργοστάσιο, του Χατζηπέτρου και του Λεβί, ενός χριστιανού και ενός εβραίου, και ερωτεύεται την κόρη της Φιλιώς, που είναι η Μιμή Ντενίση, την Λευκοθέα που την παίζει η Μαρία Εγγλεζάκη, και μέσα από τον Πολύκαρπο βλέπουμε όλο τον Πόντο μαζί με τη μάνα του που την παίζει η Μαρία Φιλίππου, και τον έρωτα βέβαια που έχει για τη Λευκοθέα.

Είναι ένας πολύ ωραίος ρόλος, που τον χαίρομαι κάθε μέρα που είμαστε στο Μέγαρο Μουσικής, δεν θέλω να τελειώσει, αλλά δεν θα τελειώσει γιατί ξέρω ότι θα γίνει και μία σειρά στην τηλεόραση, που θα αρχίσει γυρίσματα του χρόνου, και έτσι θα υπάρχει μέλλον και για τον Πολύκαρπο, αλλά και για τη Σμύρνη 2.

-Κουβαλάει ταυτόχρονα όμως μαζί και μία τραγική ιστορία.

-Τραγικότατη ιστορία.

-Όλοι οι πρωταγωνιστές γενικά έχουν μία τραγική ιστορία.

-Όλοι έχουν ναι. Σκοτώσανε τον πατέρα του Πολύκαρπου, και την αδερφή του ούσα έγκυος με παιδί. Οπότε ναι φέρει μία τραγική ιστορία ούτως ή άλλως, αλλά όπως όλοι οι πρόσφυγες είχε τη δύναμη να επιβιώσει και να σταθεί στα πόδια του, αλλιώς δεν γίνεται, αλλιώς αν δεν προσπαθήσεις να επιβιώσεις και να τα αφήσεις όλα πίσω σου και να έχεις πυγμή και πείσμα, και πίστη, θα πεθάνεις, ειδικά σε αυτές τις εποχές, θα πεθάνεις. Οπότε ήταν ένας άνθρωπος που τα κατάφερε μαζί με τη μάνα του.

-Αυτή η παράσταση γενικά δίνει και ένα ωραίο μήνυμα πώς συνεχίστηκε η ζωή αυτών των ανθρώπων, αλλά μαθαίνει και στον κόσμο το τι βιαιοπραγίες και εγκλήματα έγιναν στον διωγμό των ποντίων, ή των σμυρναίων, των μικρασιατών, και έχει και τον διδακτικό του χαρακτήρα.

-Βεβαίως αφορά άμεσα τη Θεσσαλονίκη, αφορά άμεσα τους Θεσσαλονικείς. Είναι η ιστορία της πόλης σας, ούτως ή άλλως. Ιστορία όχι όλη γνωστή. Και εγώ δεν ήξερα, πτυχές της ιστορίας αυτής, νομίζω όλοι ξέρουμε γενικά πράγματα και όχι ειδικά, και αυτή η παράσταση είναι μία ευκαιρία, να διδαχθούν και οι νεότεροι, και να δούμε ως νεότερες γενιές, να προσπαθούμε να μην ξανα συμβούν τέτοια έκτροπα, γιατί μιλάμε για έκτροπα. Σφαγιάστηκε πολύς κόσμος, γυναίκες παιδιά. Ο πόλεμος δεν ήταν ποτέ καλός εννοείται. Και είναι ένα δίδαγμα για τη μαυρίλα, την αδικία, που μπορεί να φέρει ένας πόλεμος σε μία χώρα. Παράδειγμα προς αποφυγή είναι αυτή η παράσταση, ως ιστορία.

Σκηνή από την παράσταση “Κι από Σμύρνη… Σαλονίκη”

-Στην παράσταση είσαι με την Άννα Κουρή, με την οποία συνεργαζόσουν στην πρώτη σου δουλειά. Πώς νιώθεις που ξανασυναντιέσαι με μερικούς ανθρώπους;

-Ναι, κάναμε μία σειρά πριν το “Άκρως Οικογενειακόν”. Ήταν η πρώτη μου σειρά, που λεγόταν “Οι θειοσεβούμενοι”, που ήταν κωμωδία στο Star, όταν το Star έκανε τότε ελληνικό πρόγραμμα, νομίζω δύο χρονιές έκανε μόνο. Με την Ντίνα την Κώνστα την συγχωρεμένη, και την Άννα την Κουρή, και τη Μαρία τη Φωκά, που ήταν και η τελευταία της σειρά, πριν φύγει από αυτόν τον κόσμο. Πάνος Αμαραντίδης πάλι, πριν το Άκρως Οικογενειακόν, στο σενάριο. Εντάξει η Άννα είναι ρε παιδί μου, σαν να μην είναι από αυτόν τον κόσμο, σαν να είναι ένας άγγελος.

-Μου φαίνεται πολύ συγκινητικό που συναντηθήκατε ξανά μετά από τόσα χρόνια…

-Πολλά χρόνια, 26-25. Είναι αγάπη μεγάλη, είναι ένας καλός άνθρωπος, με Κ κεφαλαίο και Α κεφαλαίο. Είναι ένας ευγενής άνθρωπος, μία πολύ καλή ηθοποιός, και λέω άγγελος γιατί είναι πάντα ένας χαμογελαστός άνθρωπος με την καλή κουβέντα. Δεν θα δεις ποτέ την Άννα με νεύρα, δεν θα δεις ποτέ την Άννα να μιλήσει άσχημα, ή να κατσουφιάσει, πάντα με το χαμόγελο και πάντα με την καλή πρόθεση. Ένας ευγενέστατος, και σπάνιος άνθρωπος. Βέβαια εντάξει την έχω ξαναδεί από τότε, έχουμε βρεθεί κοινωνικά, αλλά δεν έχουμε ξαναδουλέψει μαζί. Της το έλεγα στο τηλέφωνο, το πόσο δέος ένιωθα τότε, το 98, που δουλεύαμε μαζί και πόσο ωραία νιώθω τώρα που ξανασυνεργαζόμαστε.

-Τι ωραία. Θέλω να μιλήσουμε και για το ότι είσαι vegan. Πότε το αποφάσισες;

-Ναι, vegetarian, με το ένα πόδι στον βιγκανισμό. Καταρχάς το κάνω για τα ζώα, έχω μεγάλη ευαισθησία για τα ζώα, μεγάλο πόνο για τα ζώα. Γιατί είναι όντα τα οποία δεν μπορούν να αμυνθούν απέναντι στον άνθρωπο που κακά τα ψέματα είναι το δυνατό ον στον πλανήτη. Και σε αντίθεση με αυτό που κυριαρχεί ότι “εμείς είμαστε οι δυνατοί άρα μπορούμε να κάνουμε ό,τι γουστάρουμε” εγώ θα ήθελα ο δυνατός έναντι του αδύναμου, να τον προστατεύει και όχι να τον σκοτώνει όπως γίνεται με τα ζώα.

Οι σφαγές είναι εκατομμύρια ανά ημέρα, τα ζώα σφαγιάζονται σοριδόν, δεν μπορούν να αμυνθούν δεν έχουν το σθένος ούτε τη λογική. Οι συνθήκες με τις οποίες σφαγιάζονται είναι απαράδεκτες, πονάνε, υποφέρουν. Το πρώτο σοκ το έπαθα πριν κάποια χρόνια, όταν έμαθα τι σημαίνει κατσικάκι και αρνάκι γάλακτος. Δεν ήξερα τι σημαίνει αυτό. Σημαίνει το μωρό το οποίο πίνει γάλα. Άρα σφαγιάζουμε ένα μωρό.

Ποτέ δεν κατάλαβα γιατί υπάρχει μία διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στις γάτες και τους σκύλους, και στα κατσίκια και τα αρνιά και τα γουρούνια, όταν και αυτά έχουν συναίσθημα, παίζουν με τον άνθρωπο, όπως ακριβώς και οι γάτες και οι σκύλοι, και οι γάτες και οι σκύλοι τρώγονται επίσης, στην Κίνα ας πούμε τρώνε σκυλιά και γατιά. Δεν το κατάλαβα ποτέ, γιατί το σκυλάκι και το γατάκι το έχουμε ως οικόσιτο ενώ τα γουρούνια και τα κατσίκια τα τρώμε. Πονάω πάρα πολύ όταν σκέφτομαι πώς σφαγιάζονται αυτά τα όντα και με ποιον τρόπο, οπότε πρωτίστως το έκανα για τα ζώα, γιατί νομίζω όσο προχωράει η κοινωνία θα έπρεπε οι άνθρωποι να έχουμε ενσυναίσθηση και να ξέρουμε τι είναι αυτό που έχουμε στο πιάτο μας.

Και δευτερευόντως το έκανα για λόγους υγείας, γιατί είναι πλέον γνωστό από έρευνες ότι το κρέας είναι πάρα πολύ βλαβερό για τον οργανισμό. Δηλαδή οι παλιοί, ήταν σοφοί που έτρωγαν κάθε Κυριακή. Σήμερα τα παιδιά τρώνε κάθε μέρα κρέας. Κι αυτό είναι ό,τι χειρότερο, να και οι καρκίνοι, να και τα αυτοάνοσα. Αυτό οφείλεται σε μεγάλο ποσοστό στη διατροφή μας, την απαράδεκτη σήμερα, που δεν προσέχουμε τι τρώμε. Αυτοί είναι οι λόγοι που εγώ ξεκίνησα, εχω 12 χρόνια χωρίς κρέας, 6 χρόνια χωρίς ψάρι. Προσπάθησα τον βιγκανισμό, τα καταφέρνω αρκετά καλά. Αποφεύγω αυγά, τυριά, μέλι. Αλλά θα φάω πίτσα καμιά φορά, κανένα τσουρέκι. Αυτά.

-Αυτή την εποχή υπάρχουν σε όλα τα μαγαζιά βίγκαν κουζίνες.

-Υπάρχουν ναι, ή έστω μία βίγκαν επιλογή πάντα υπάρχει. Πάντως οι εξετάσεις μου είναι παιδικές. Παλιά είχα και θυρεοειδίτιδα χασιμότο. Όταν το σώμα σου βλέπει σαν ξένο τον θυρεοειδή και του επιτίθεται. Η περίοδος που ανακάλυψα αυτό είναι η περίοδος που έκοψα το κρέας. Και πλέον έχει εξαφανιστεί. Και δεν πήρα αγωγή, μόνο κορτιζόνη για 3 μήνες, αλλά ούτε Τ4 ούτε τίποτα.

Οι γιατροί είπαν ότι δεν ξέρουν γιατί εξαφανίστηκε δεν μπορούν να το καταλάβουν, αν και τα αυτοάνοσα πολλές φορές όπως έρχονται έτσι και φεύγουν, και μπορεί να οφειλόταν σε κάποια κρίση άγχους που έχω. Δηλαδή μπορεί και να μην είχε να κάνει με τη διατροφή, δεν λέω ότι είναι στη διατροφή. Αλλά αλλάζοντας τη διατροφή βλέπω ότι οι εξετάσεις μου είναι πολύ ισορροπημένες και καλές και δεν έχουν κανένα πρόβλημα.

-Πάμε τώρα σε μια ερώτηση κρίσεως! Αγαπημένη ταινία;

-Επειδή είναι παλιά, αν δεν την έχετε δει, σας παρακαλώ δείτε τη. Είναι Ιταλική ταινία, και λέγεται “Σινεμά ο Παράδεισος”.

Φωτ: Αφροδίτη Κεραμέως

-Την έχουμε δει!

-Με εκπλήσσετε πολύ ευχάριστα.

-Cinema Paradiso. Έχουμε και το θρυλικό γκράφιτι εδώ στη Βαλαωρίτου. Έγινε με αφορμή το φεστιβάλ κινηματογράφου, ως αφιέρωμα στον Ένιο Μορικόνε. Θα σε πάμε να το δεις!

-Ο Τζουζέπε Τορνατόρε, που έκανε το Σινεμά Παράδεισος και τη Μαλένα, σκηνοθέτησε τη ζωή του Μορικόνε. Έκανε ντοκιμαντέρ για τη ζωή του, το οποίο ήταν εξαιρετικό, βλέπεις κι αυτός ο άνθρωπος τι πέρασε και τι μπλοκ έφαγε από μεγάλους μαέστρους και συνθέτες της τότε εποχής, ότι η μουσική του κινηματογράφου είναι ότι πιο κατάπτυστο υπάρχει, πώς τολμας; Και τον έδιωξαν. Και έγινε από τους μεγαλύτερους συνθέτες, και προσωπικά από τους πιο αγαπημένους μου κινηματογράφου που υπάρχει στον κόσμο.

-Και αυτή η ταινία για σένα τι σημαίνει;

-Σημαίνει πάρα πολλά. Σημαίνει χαμένη αθωότητα, σημαίνει παιδικά όνειρα, σημαίνει πώς ένα παιδί βλέπει τα πράγματα μέσα από τα παιδικά του μάτια και πόσο μαγικός μπορεί να φαίνεται ο κινηματογράφος στα μάτια ενός παιδιού, σημαίνει συγκλονιστικές ερμηνείες, σημαίνει από τις ωραιότερες μουσικές που έχουν γραφτεί για τον κινηματογράφο, ειδικά το  “Το θέμα της αγάπης”, “Tema d’Amore” που λέγεται, που είναι μεταξύ του πρωταγωνιστή πια έφηβου με την κοπέλα που έχασε για πάντα. Αν όμως πρέπει να δώσω έναν τίτλο σε αυτήν την ταινία, θα ήταν αυτό “η χαμένη μας παιδική αθωότητα”.

άνθρωποι
Σκηνή από την ταινία Cinema Paradiso

Και αν δεν έχετε δει το director’s cut, γιατί για εμένα αυτό είναι η ταινία, δεν είναι το κομμένο, δεν ξέρω πώς το έκανε αυτό το έγκλημα και αλλάζουν όλη την ταινία, δηλαδή αυτός ο πρωταγωνιστής δεν είδε ποτέ ξανά την κοπέλα του, ενώ στο director’s cut, όντας παντρεμένη πια η κοπέλα με παιδιά, 50άρα, και αυτός ως φτασμένος σκηνοθέτης 50άρης-60άρης, πηγαίνει πίσω στο χωριό του με αφορμή την κηδεία του Αλφρέντο, που είναι ο παππούς που τον μύησε στον κινηματογράφο, και ψάχνει να βρει στον κατάλογο την κοπέλα. Αυτήν τη στιγμή έχω ανατριχιάσει, πεθαίνω για αυτήν την ταινία.

Ψάχνει στον κατάλογο παιδιά και τη βρίσκει, αυτή παντρεμένη όμως, και την παίρνει με το αμάξι βόλτα και πηγαίνουν στην προβλήτα που είχαν πρωτοφιληθεί και αλλάζει όλη την ιστορία αυτή η ταινία. Πρέπει να δείτε το director’s cut. Το είχα δει στη Ρώμη όταν ήμασταν, και προβλήθηκε στην τηλεόραση το ‘90.

-Και την έχεις δει πολλές φορές από τότε;

-Πάνω από 25 φορές. Και κάθε φορά κλαίω, με λυγμούς. Θυμάμαι σε μία φίλη μου που της την έβαλα, και την βάζω και στο τέλος παιδιά αρχίζει και κλαίει με λυγμούς που εγώ τρόμαξα, με κραυγές κιόλας, της λέω ηρέμησε σε παρακαλώ. Ήταν απίστευτη η αντίδρασή της. Εντάξει αυτή η ταινία για μένα είναι πολύ σπουδαία. Και το “Baaria”. Του Τορνατόρε πάλι, θυμίζει πάρα πολύ Σινεμά ο Παράδεισος. Είναι αριστούργημα. Μορικόνε πάλι η μουσική.

-Εγώ είχα δει και το Caro Diario του Moretti. Εμένα αυτή είναι η αγαπημένη μου ταινία νομίζω, την είδα 3 φορές συνεχόμενα μόλις την πρώτα είδα.

-Θέλω να την ξαναδώ αυτή έχει πολλά χρόνια. Και το Il Postino. Παίζει αυτός που παίζει στο Σινεμά ο Παράδεισος τον παππού, ο Φιλίπ Νουαρέ. Είναι Γάλλος. Δες το Il Postino, θα πάθεις πλάκα.

-Οι Ιταλοί κάτι παραπάνω κάνουν, δεν ξέρω, και ο Σορεντίνο ας πούμε.

-Ο Σορεντίνο εντάξει είναι πιο εναλλακτικός, δεν τον λατρεύω πάρα πολύ, και ο Ντάριο Αρτζέντο, που κάνει θριλεριές, σπλατεριές, και πιο νταρκ ας πούμε.

-Αγαπημένη ελληνική ταινία έχεις;

-Δεν τον συμπαθώ τον τωρινό ελληνικό κινηματογράφο, δεν μου λέει τίποτα. Αλλά μου λέει πολλά ο παλιός ελληνικός κινηματογράφος. Λατρεύω Αλίκη εγώ, μην το διαβάσει ο Καζάκος αυτό (γελάει), μην του στείλετε την συνέντευξη! (σ.σ. ο Μέμος Μπεγνής και ο Κωνσταντίνος Καζάκος συμπρωταγωνιστούν στην παράσταση “Κι από Σμύρνη…Σαλονίκη). Λατρεύω και Τζένη, δεν το συζητώ. Αλλά έχω θέμα με την Αλίκη, τη λάτρευε η μάνα μου την Αλίκη. Η μάνα μου είχε δύο λατρείες την Αλίκη, και τον Νταλάρα. Οπότε έχοντας μεγαλώσει εγώ με Βουγιουκλάκη δεν μπορείς να μην την λατρεύεις.

Οπότε νομίζω όλες οι ταινίες της Αλίκης δεν το συζητώ, αλλά ποια να πω τώρα από όλες. Εντάξει λατρεύω και Παπαγιαννόπουλο, λατρεύω και Σταυρίδη, λατρεύω και Φωτόπουλο, λατρεύω και Βουτσά. Όλες αυτές οι ελληνικές ταινίες. Ίσως αυτές οι δύο οι κλασικές της Αλίκης να με τρελαίνουν που είναι το “Η Αλίκη στο ναυτικό” και τα “Χτυποκάρδια στο θρανίο”, αυτές μου αρέσουν πάρα πολύ. Αλλά είναι τρομερό όσες φορές και να δει κανείς αυτές τις ταινίες δεν τις βαριέται και γελάει πάντα, είναι τρελό. Για αυτό μαρέσουν άλλωστε.

-Αγαπημένο τραγούδι; Αν η ζωή σου έχει ένα soundtrack ας πούμε.

-Ίσως αυτό που λέω επειδή κάνω πολλά μουσικά, επειδή τραγουδάω, και κάνω και λαιβάκια, αυτό που τραγουδάω πάντα είναι το “Il Mondo”, δεν ξέρω αν το ξέρετε. Κλασική ιταλική σχολή του ‘60 έτσι. Αυτό νομίζω είναι από τα αγαπημένα μου τραγούδια.

-Τα μελλοντικά σου σχέδια ποια είναι; Κάτι είπες για τηλεόραση.

-Μπαίνω δυναμικά στην τηλεόραση πια, θα είμαι στη καινούργια σειρά του Ανδρέα του Γεωργίου, θα λέγεται “Τιρκουάζ”, είναι προσωρινός ο τίτλος αυτός θα αλλάξει. Είναι μυστηρίου. Είμαστε 3 άντρες πρωταγωνιστές, 3 αδέρφια. Έχει μυστήριο, έχει έρωτα. Ο Ανδρέας είναι πολύ καλός σε αυτά. Η Βάνα Δημητρίου που το γράφει, ο Ανδρέας που το σκηνοθετεί. Σίγουρα θα έχουμε πολλά γυρίσματα στη Κύπρο.

-Τη Famagusta τη βλέπεις;

-Δεν τη βλέπω αλλά έχω ακούσει συγκλονιστικά πράγματα και ξέρω ότι είναι μία πολύ καλή σειρά. Θα κάτσω να τη δω.

-Δεν είμαι άνθρωπος που δίνει ραντεβού με την τηλεόραση, αλλά φέτος δίνω…

-Η μάνα μου, έχει να δει τηλεόραση πάνω από 4 χρόνια, δεν της αρέσει καθόλου η τηλεόραση, η ελληνική τηλεόραση, βλέπει πολλές σειρές ξένες. Μου λέει ότι “το Famagusta με έκανε να ξαναδώ ελληνική τηλεόραση”.

-Εμένα δεν μου αρέσουν και τα γλυκανάλατα, τα ερωτικά πολύ. Αλλά μόνο που βλέπω τον Βαλτινό ως Μακάριο, που είναι και ίδιος, δεν υπάρχει η ομοιότητα. Βλέπω μαρτυρίες ανθρώπων, το πώς το έζησαν.

-Την Μπεμπεδέλη. Καλά αυτή είναι μία συγκλονιστική ηθοποιός, την είχα δει στο θέατρο είχα πάθει πλάκα, λέω τι κάνει, ασύλληπτη.

-Αξίζει να την δεις. 5 επεισόδια έχουν παιχτεί. Εμένα μου αρέσει το ιστορικό κομμάτι. Στο Mega προβάλλεται.

-Στο Mega θα είμαστε και εμείς του χρόνου. Και το περιμένω πώς και πώς, γιατί και τον Ανδρέα τον αγαπώ πολύ, και την τηλεόραση πρέπει να κάνω επιτέλους, γιατί έχω κάνει πολύ Κύπρο τηλεόραση που δεν έχουν προβληθεί εδώ, αλλά και Ελλάδα θα έπρεπε να κάνω. Θέατρο δεν με βλέπω να κάνω γιατί θα είμαι πολύ Κύπρο, και δεν μου αφήνει περιθώρια να κάνω θέατρο καθόλου.

-Γενικά συνδυάζονται εύκολα;

-Όχι δεν συνδυάζονται εύκολα. Για να κάνεις και σειρά και θέατρο στην Κύπρο, πρέπει να είσαι Τετάρτη-Κυριακή εδώ και φεύγεις Δευτέρα ξημερώματα. Γιατί το έχω κάνει αυτό. Έφευγα κάθε Δευτερότριτο. Από το αεροδρόμιο σε παίρνουν και έκανες 12 ώρες γύρισμα. Την επόμενη μέρα σε ξαναπαίρνουν άλλες 12 μπορεί και 14 ώρες. Την Τετάρτη κάνεις κάποιες σκηνές το πρωί φεύγεις με το μεσημεριανό για να πας στην παράσταση. Και αυτό δεν σου δίνει ούτε ρεπό ούτε ξεκούραση. Το έχω κάνει δεν έχω χειρότερο στη ζωή μου.

-Τώρα δεν πηγαινοέρχεσαι Αθήνα;

-Όχι, καθόλου. Είμαι εδώ συνέχεια.

-Άρα έχεις το ρεπό σου.

-Έχω το ρεπό μου, έχω ξεκουραστεί πολύ εδώ δεν το συζητώ. Γιατί η παράσταση εντάξει, είναι 3 ώρες αλλά μετά ξεκουράζεσαι.

-Θα κάνεις θέατρο του χρόνου;

-Δεν θα κάνω θέατρο γιατί πρέπει να είμαι 5 μέρες την εβδομάδα στην Κύπρο, ίσως τις επόμενες να κάθομαι γιατί πρέπει να κάνω και της Μιμής τη σειρά.

-Θα ξαναέρθεις δηλαδή; Θα κάνετε γυρίσματα εδώ;

-Βέβαια, στη Θεσσαλονίκη.

-Τελευταία ερώτηση. Τι μήνυμα θα ήθελες να στείλεις στα παιδιά που θα διαβάσουν αυτή τη συνέντευξη;

-Αυτό που λέω πάντα στα πιο νέα παιδιά, ποτέ να μην ακούν τι είναι καλό για αυτά, τι πρέπει να κάνουν στη ζωή τους. Θα ακούνε μόνο το μέσα τους. Γιατί ευτυχισμένοι άνθρωποι κατά τη γνώμη μου είναι αυτοί που αφουγκράζονται το μέσα τους και κάνουν τα όνειρά τους πραγματικότητα. Κανείς δεν θα σου πει τι να κάνεις στη ζωή σου. Βεβαίως και θα σου δώσει ο γονιός την κατεύθυνση, θα σου δώσει το στήριγμα, θα είναι δίπλα σου να σε συμβουλέψει ως πιο έμπειρος, αλλά δεν μπορώ να ακούω το εσύ θα κάνεις αυτό που κάνω εγώ π.χ. να συνεχίσεις την επιχείρηση του μπαμπά.

Γιατί μας μεγαλώνουν στην κοινωνία λάθος θεωρώ, ως ίδιοι όλοι μεταξύ τους. Θα γεννηθείς, θα σπουδάσεις, θα κάνεις παιδιά, θα παντρευτείς, θα πάρεις αμάξι, θα πάρεις σπίτι, θα πεθάνεις. Δεν είναι αυτή η ζωή. Γιατί δεν είναι κανένας ίδιος με κανέναν άλλο. Οπότε ο καθένας έχει άλλα όνειρα για τη ζωή του, οπότε αυτά τα όνειρα και αυτά τα θέλω, πρέπει ο καθένας να τα αφουγκραστεί και να τα κάνει πραγματικότητα. Γιατί αν κάνουμε στη ζωή μας αυτά που μας λένε και δεν μιλάμε θα είμαστε δυστυχισμένοι, θα βγουν απωθημένα, θα βγουν κόμπλεξ, και θα βγουν κακοί άνθρωποι, που θα κάνουν το κακό.

Μόνο αν κάνουμε αυτό που εμείς θέλουμε, πραγματικά όμως, είτε αυτό είναι το τι επάγγελμα θέλουμε να κάνουμε στη ζωή μας, το αν θέλουμε να παντρευτούμε ή όχι, το με τι φύλο θέλουμε να πηγαίνουμε ερωτικά, μόνο τότε θα είμαστε ευτυχισμένοι να γίνουμε άνθρωποι χρήσιμοι και καλοί στην κοινωνία, χωρίς απωθημένα και κόμπλεξ. Είναι πάρα πολύ σημαντικό, το να ξέρουμε τι θέλουμε. Οπότε στα παιδιά που μας ακούνε, ως πιο “μεγάλος”, συμβουλεύω, να κάνουν αυτό που αγαπάνε σε όλους τους τομείς και μόνο. Και όχι αυτό που τους επιβάλλουν. Πάρα πολύ σημαντικό. Και κάτι ακόμη: ο ρατσισμός θεραπεύεται όταν διαβάσεις και ταξιδέψεις. Όσο κλείνεσαι στον μικρόκοσμο σου και επηρεάζεσαι από τον μικροαστισμό γίνεσαι ένα με την ημιμάθεια.

Συνέντευξη: Βαγγέλης Λαζαρίδης 

Φωτογραφία: Αφροδίτη Κεραμέως 

Ευχαριστούμε θερμά την Ελένη Κολυμπιανάκη για την πολύτιμη συνεισφορά της στην συνέντευξη.

 

Μοιράσου το:

Βαγγέλης Λαζαρίδης

Βαγγέλης Λαζαρίδης

Μεγάλωσα στην Νέα Μηχανιώνα της Θεσσαλονίκης και κατοικώ στην Καλαμαριά. Είμαι απόφοιτος της Νομικής, ενώ ταυτόχρονα ασχολούμαι με την ερευνητική δημοσιογραφία. Στον ελεύθερο μου χρόνο, διαβάζω βιβλία (τα οποία κατά καιρούς ανεβάζουμε στο READ ON-line), ακούω μουσική στο πικάπ και μου αρέσει να συζητώ για την κοινωνία και την πολιτική με φίλους και γνωστούς. Το DREAM ON-line αποτελεί ένα πρότζεκτ το οποίο με πολύ κόπο και με συλλογική προσπάθεια έφτασε εδώ που είναι σήμερα, προσωπικά, θεωρείται ένα όνειρο που έγινε πραγματικότητα. «Βρες της γης τα θαύματα σε αυτά που λαχταράς» λέει ένα τραγούδι, και ίσως αυτή είναι η χρυσή συνταγή για τα πάντα.

 

Πρόσφατα

Διαβάστε Περισσότερα

Σχετικά Άρθρα