Ο φεμινισμός είναι ένα κίνημα/ιδεολογία που μετρά πολλές δεκαετίες, εξελισσόμενο ανάλογα με τις διαφορετικές αιτίες και τους στόχους, που επιτάσσουν οι αντίστοιχα μεταβαλλόμενες, κοινωνικές συνθήκες. Ήδη την περίοδο της Γαλλικής Επανάστασης, παρατηρεί κανείς την Ολυμπία Ντε Γκουζ, να θίγει το ζήτημα της ισότητας των δύο φύλων, στη Διακήρυξη των Δικαιωμάτων της Γυναίκας και της Πολίτισσας (1791).
Στις μέρες μας, το φεμινιστικό κίνημα διακρίνεται σε τέσσερις επιμέρους περιόδους, γνωστές κι ως «κύματα», για τα οποία γίνεται μια σύντομη αναφορά παρακάτω:
1ο Κύμα Φεμινισμού (1800-1920)
Ξέσπασε την περίοδο της Βιομηχανικής Επανάστασης, σε Ευρώπη και ΗΠΑ, με πρωταγωνίστριες τις γυναίκες που έμειναν έκτοτε γνωστές ως «Σουφραζέτες». Οι τελευταίες, επικεντρώθηκαν στην απόκτηση πολιτικών δικαιωμάτων: δικαίωμα των γυναικών στην εργασία και την εκπαίδευση, δικαίωμα ψήφου, περιουσίας και προστασίας τους από νόμους κατά των διακρίσεων.
2ο Κύμα Φεμινισμού (1960-1980)
Από τις πλέον σημαντικότερες εκπροσώπους του εν λόγω κύματος, η Σιμόν ντε Μποβουάρ, με το βιβλίο της «το Δεύτερο Φύλο». Ο αγώνας των φεμινιστριών του δεύτερου κύματος, στράφηκε προς την ανάλυση των ρόλων των φύλων εντός της κοινωνίας. Τέθηκαν ζητήματα που αφορούσαν στην ισότητα, τόσο σε πολιτικό, όσο και σε κοινωνικό επίπεδο, στην αυτοδιάθεση του γυναικείου σώματος, αλλά και ζητήματα «ριζοσπαστικά», όπως οι σεξουαλικές διακρίσεις εις βάρος των γυναικών στους χώρους της εκπαίδευσης και της εργασίας, η έμφυλη βία και το δικαίωμα των γυναικών στη μητρότητα, στην αντισύλληψη και στην άμβλωση.
3ο Κύμα Φεμινισμού (1990-2010)
Το τρίτο κύμα φεμινισμού άσκησε κριτική στο προγενέστερό του, υποστηρίζοντας ότι διεκδικούσε δικαιώματα στο όνομα των λευκών, ετεροκανονικών γυναικών, που ανήκαν στη μεσαία/ανώτερη τάξη. Αμφισβήτησε τους παραδοσιακούς ρόλους των φύλων και έθιξε έννοιες όπως η «σεξουαλικότητα» και η «ταυτότητα». Σε αυτό το κύμα εντάσσεται και ο προβληματισμός της Judith Butler για το ζήτημα της κοινωνικής κατασκευής της γυναικείας ταυτότητας.
Η Butler υποστήριξε ότι η κατασκευή της γυναίκας ως σταθερού και συνεκτικού υποκειμένου, ρυθμίζει τις σχέσεις των φύλων στο πλαίσιο της καθιερωμένης ετεροφυλοφιλίας, και ως τέτοια, έρχεται σε αντίθεση με τους στόχους του φεμινισμού. Σκοπός του τελευταίου, είναι μια ανοιχτή συμμαχία, που επιτρέπει πολλαπλές συγκλίσεις και αποκλίσεις χωρίς να υπακούει στον στόχο ενός κλειστού ορισμού.
4ο Κύμα Φεμινισμού (2010 – σήμερα)
Οι φεμινίστριες αυτού του κύματος μιλούν ανοιχτά για θέματα που αφορούν στη σεξουαλική παρενόχληση και στην κουλτούρα του βιασμού, την έμφυλη (αν)ισότητα και την κοινωνική δικαιοσύνη. Στην ατζέντα τους, περιλαμβάνονται ακόμα και ζητήματα όπως είναι η κλιματική αλλαγή. Πρωταρχικό ρόλο στον αγώνα τους, η χρήση των social media (Facebook, Twitter, Instagram, YouTube).
Είναι αλήθεια ότι χάρη στη δύναμη της τεχνολογίας, μέσα από μια σειρά hashtags, οργανώθηκαν και βρήκαν φωνή σημαντικές φεμινιστικές εκστρατείες ενημέρωσης και διαμαρτυρίας, που αφορούσαν στην έμφυλη βία, τη σεξουαλική κακοποίηση, τις ανισότητες λόγω φύλου και σεξουαλικού προσανατολισμού. (Stop Bild Sexism, MeToo, Time’s Up)
Μεταφεμινισμός
Οι υποστηρικτές του όρου «μεταφεμινισμός» (όρος αμφιλεγόμενος, χωρίς γενική συμφωνία για τη σημασία του) αντιτίθενται στην ιδέα ότι η γυναίκα είναι «θύμα». Οι γυναικοκτονίες, η ενδοοικογενειακή βία, η σεξουαλική παρενόχληση, φαίνεται να μην συμπεριλαμβάνονται ως υπαρκτά φαινόμενα στην ατζέντα του όρου. Για να µη μιλήσουμε για τη θέση των γυναικών στον αραβικό κόσμο, στη Λατινική Αμερική και στην νοτιοανατολική Ασία.
Σύμφωνα με τη Sarah Gamble , ο όρος «μεταφεμινισμός» κατασκευάστηκε από τον χώρο των ΜΜΕ, για να περιγράψει μια γυναίκα που συναντά κανείς κατεξοχήν στον χώρο των μίντια: αφενός με μια αμφίεση παραδοσιακά «προκλητική», αφετέρου με εξουσία, μια έννοια, που, επίσης, παραδοσιακά ταυτίζεται με τους άνδρες. Ως εκ τούτου, το ερώτημα που αναδύεται στους κύκλους της διαμάχης για τον μεταφεμινισμό, σχετίζεται με το αν, κατ’ αυτόν τον τρόπο, καταλήγει να αναπαράγεται η (υποτιμητική) σεξουαλικοποιημένη θέση της γυναίκας ή αν αλλάζει τελείως μορφή, μετασχηματίζεται και εντέλει ανατρέπεται.
Οι Fien Adriaens και Sofie van Bauwel υποστήριξαν ότι ο μεταφεμινισμός δεν ακυρώνει τον φεμινιστικό αγώνα, αλλά τον μετατοπίζει στο επίπεδο της «μικροπολιτικής»: δηλαδή, στις μάχες που δίνουμε καθημερινά, ως άτομα. Με βάση αυτό, οι μεταφεμινίστριες είναι σε θέση να αξιοποιούν το σώμα τους, γεγονός που συνεπάγεται ανεξαρτησία και σεξουαλική απόλαυση. Τα πάντα μετατρέπονται σε εργαλεία τους: η μόδα και ο καταναλωτισμός, ατομικές τους επιλογές.
Το διττό πρόσωπο: Ο φεμινισμός ως trend
Οι αντίθετες προς τον μεταφεμινισμό φωνές, ανάμεσα σε αυτές και η Susan Faludi, δηλώνουν πως o «μεταφεμινισμός» είναι μια επιστροφή στην προ-φεμινισμού εποχή, προδίδει τους γυναικείους αγώνες, σχετίζεται με τη σφαίρα της ιδιωτικότητας και ταυτόχρονα, κατακερματίζει την έννοια της «συλλογικής συνείδησης», της «πολιτικής», του «ακτιβισμού».
Συμπερασματικές σκέψεις
Το «προσωπικό είναι πολιτικό» και συνεπώς, το επίπεδο της «μικροπολιτικής» πρόκειται για ένα καίριο πεδίο δράσης. Ωστόσο, η προβληματική του μεταφεμινισμού έγκειται στο ότι αναπαράγει μια κουλτούρα ατομικισμού. Αντίθετα, η δύναμη του φεμινισμού συναντάται στο πολιτικό του περιεχόμενο, στο όραμά του για μια ευρεία κοινωνική δικαιοσύνη, που ξεπερνά το ιδιωτικό, αγωνίζεται και ενσωματώνει γυναίκες και θηλυκότητες όλων των κοινωνικών τάξεων, όλων των εθνικοτήτων, των φυλών και των θρησκειών.
Είναι σίγουρα άδικο να μην αναγνωρίζουμε τα επιτεύγματα που επήλθαν από τους αγώνες πολλών ετών φεμινιστικής παρουσίας, αλλά παραμένει επιτακτικός ο αδιάκοπος αγώνας του γυναικείου κινήματος. Ένας αγώνας για το αυτονόητα, ώσπου τα αυτονόητα να γίνουν πραγματικότητα.
Την «Ημέρα της Γυναίκας», οι γυναίκες δεν επιζητούν ευχές, ούτε λουλούδια και δωράκια.
Απαιτούν ισονομία και ουσιαστική ισότητα.