“Η Φόνισσα” της Εύας Νάθενα είναι κάτι περισσότερο από αριστούργημα

Η κινηματογραφική μεταφορά του μυθιστορήματος του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, “Η Φόνισσα” είναι ακόμη ένα διαμάντι του σύγχρονου ελληνικού κινηματογράφου,για το οποίο θα έπρεπε να αισθανόμαστε περήφανοι. Η Εύα Νάθενα, στο σκηνοθετικό της ντεμπούτο, μας χαρίζει μία ταινία τόσο άρτια σε όλα της τα σημεία,που δε θα ήταν υπερβολή, να λέγαμε, πως είναι μία ταινία διεθνών προδιαγραφών.

Η ιστορία διαδραματίζεται σε ένα ελληνικό νησί, γύρω στα 1900,και ακολουθεί τη ζωή της χήρας Χαδούλας, την οποία ενσαρκώνει, με αριστοτεχνικό τρόπο, η Καρυοφυλλιά Καραμπέτη. Το γεγονός ότι η ιστορία εκτυλίσσεται σε νησί, παρόλο που τα γυρίσματα πραγματοποιήθηκαν στη Λακωνική Μάνη, αποτελεί επιλογή του ίδιου του Παπαδιαμάντη, καθώς γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Σκιάθο, και τα βιώματα του, που αποτελούσαν έμπνευση για τα έργα του, επηρεάστηκαν από τη ζωή του εκεί.

 

Ο κεντρικός χαρακτήρας της ιστορίας, η Χαδούλα είναι μια γυναίκα σκληρή, που έχει μάθει να επιβιώνει στην ανδροκρατούμενη κοινωνία, η οποία επιτάσσει και καλλιεργεί την υποβάθμιση και την απαξίωση του φύλου της, αδυνατώντας ωστόσο να συμφιλιωθεί με την κατάσταση αυτή. Έτσι, στην προσπάθεια της να πολεμήσει αυτά τα πατριαρχικά πρότυπα, και παράλληλα να επουλώσει τα τραύματα, που της προκάλεσε η απόρριψη και ο αυταρχικός χαρακτήρας της μητέρας της (Μαρία Πρωτόπαπα), αποφασίζει με φρικιαστικό και αποτρόπαιο τρόπο, να “σώσει” τα μικρά κορίτσια του νησιού της,από μία ζωή υποτίμησης και κακοποίησης, όπως αυτή που βίωνε η ίδια και οι υπόλοιπες γυναίκες της εποχής.

Κομβικό σημείο στην εξέλιξη της ιστορίας, αποτελεί ο θεσμός της προίκας, σύμφωνα με τον οποίo προκειμένου να παντρευτεί μία κοπέλα, έπρεπε να διαθέτει περιουσιακά στοιχεία,τα οποία δίνονταν στον σύζυγο της, ως “αποζημίωση” και ελάφρυνση από τα οικογενειακά βάρη. Συνεπώς, οι γονείς έπρεπε από πολύ νωρίς να προνοήσουν ώστε να εξασφαλίσουν ότι τα κορίτσια της οικογένειας θα μπορέσουν να παντρευτούν.

Μέχρι και το 1983, οπότε και καταργήθηκε ο θεσμός της προίκας στην Ελλάδα, τα κορίτσια, λόγω αυτού του θεσμού, αποτελούσαν ουσιαστικά βάρος για την οικογένεια τους, γεγονός που τα έθετε σε ακόμα δυσχερέστερη θέση, σε σχέση με τα αγόρια. Αυτός είναι και ο λόγος, που η ταινία καταπιάνεται με το ζήτημα αυτό, σε όλο της το εύρος.

Φόνισσα

Η επιτυχία της ταινίας εντοπίζεται σε πολλά και διαφορετικά σημεία.

Οι συγκλονιστικές ερμηνείες και η υποκριτική δεινότητα της Καρυοφυλλιάς Καραμπέτη και της Μαρίας Πρωτόπαππα, αλλά και των υπόλοιπων συντελεστών, είναι σίγουρα κάποια από αυτά τα σημεία. Το face acting, τα παγωμένα βλέμματα, οι απότομες και άκαμπτες κινήσεις καθώς και το πηγαίο συναίσθημα των ηθοποιών καθηλώνουν τον θεατή σε όλη τη διάρκεια των 97 λεπτών της ταινίας.

Παράλληλα, το άψογο μακιγιάζ της Εύης Ζαφειροπούλου, τα κοστούμια και τα σκηνικά, τα οποία επιμελήθηκε η Εύα Νάθενα, η φωτογραφία, το μοντάζ αλλά και η επιλογή της σεναριογράφου Κατερίνας Μπέη, να διατηρήσει σε κάποια κομμάτια του σεναρίου, την καθαρεύουσα και τους ιδιωματισμούς, καταφέρνουν αριστοτεχνικά να μεταφέρουν τον θεατή, με απόλυτη επιτυχία, στο κλίμα της εποχής κάνοντάς τον κομμάτι της ιστορίας.

Αναμφισβήτητα, η ταινία στο σύνολο της είναι γροθιά στο στομάχι, τόσο λόγω της φύσης της ,καθώς πρόκειται για ψυχολογικό θρίλερ, όσο και λόγω του ηχηρού της μηνύματος. Σε μία εποχή που η έμφυλη βία, είναι μία από τις μεγαλύτερες παθογένειες της ελληνικής κοινωνίας και τα περιστατικά που έρχονται στο φως, σχεδόν κάθε μέρα προκαλούν οργή, θλίψη, και διαιωνίζουν τον φόβο και την ανασφάλεια, η “Φόνισσα” έρχεται να δώσει φως και ίσως και κάποιες απαντήσεις για αυτό το σκοτεινό κομμάτι της ελληνικής, αλλά και της παγκόσμιας κοινότητας, που ονομάζεται πατριαρχία.

Είναι σπάνιο μία ταινία, να καταφέρνει να θριαμβεύει καλλιτεχνικά, να περνάει με τόση σαφήνεια κοινωνικά μηνύματα,και παράλληλα να σέβεται το πρωτότυπο έργο, στο οποίο βασίστηκε και να παραμένει πιστή σε αυτό.

Η “Φόνισσα” της Εύας Νάθενα όμως το πέτυχε, και αυτό τα λέει όλα. Αυτό γίνεται γνωστό στον θεατή, από την πρώτη κιόλας στιγμή, καθώς η ταινία αρχίζει με την εξής φράση: “Μια μέρα το παρελθόν θα μας αιφνιδιάσει με την δύναμη της επικαιρότητας του. Δε θα έχει αλλάξει εκείνο, αλλά το μυαλό μας”.

Μοιράσου το:

Βαλέρια Τριανταφυλλίδου

Βαλέρια Τριανταφυλλίδου

Γεννήθηκα και μεγάλωσα στη Θεσσαλονίκη,και αυτά τα 23 χρόνια,την αποχωρίστηκα μόνο για τις σπουδές μου. Σπούδασα Νομική στο ΔΠΘ,και πλέον είμαι ασκούμενη δικηγόρος, ενώ ,παράλληλα, φοιτώ στο πρόγραμμα μεταπτυχιακών σπουδών του ΑΠΘ “Τεχνολογίες Πληροφορικής και Επικοινωνίας:Δίκαιο και Πολιτική”. Τα ενδιαφέροντα μου είναι πολλά και ποικίλα. Ασχολούμαι ενεργά με τον αθλητισμό, καθώς υπήρξα αθλήτρια του volley για πάνω από 10 χρόνια,με γοητεύει και με συγκινεί, οτιδήποτε έχει να κάνει με τα πολιτιστικά δρώμενα,αγαπώ τα ταξίδια και τη θάλασσα. Αναζητώ πάντα τρόπους να εξελίσσομαι συνεχώς ,και η δυνατότητα να μπορώ να εκφράζω, όσα με απασχολούν, μέσω του DREAM ON-line, είναι σίγουρα μία ευκαιρία προς την κατεύθυνση αυτή.

Πρόσφατα

Διαβάστε Περισσότερα

Σχετικά Άρθρα