«Η Google ενδέχεται να απολύσει περί τους 30.000 εργαζόμενους μετά την καινοτομία του AI», διαβάζει κανείς και εύκολα μπορεί να αντιληφθεί πως η Τεχνητή Νοημοσύνη (Τ.Ν.) αποτελεί τον πιο βέβαιο πρωταγωνιστή του 21ου αιώνα.
Εκτός από το ζήτημα της συγκέντρωσης μιας τρομακτικά μεγάλης εξουσίας, γεννώνται ερωτήματα που σχετίζονται με τον χαρακτήρα των νέων αναδυόμενων καθεστώτων της μισθωτής εργασίας, του εισοδήματος, της ασφάλειας ζωής εφεξής εκατομμυρίων πολιτών, της ανεξέλεγκτης και αδιαφανής φύσης των διαδικασιών και φυσικά, ερωτήματα που σχετίζονται με έναν σημαντικό αριθμό φιλοσοφικών ζητημάτων.
Η ρήση του Πρωταγόρα «ο άνθρωπος αποτελεί το μέτρο για όλα τα πράγματα, και για όσα υπάρχουν, και για όσα δεν υπάρχουν» , μπορεί να θεωρηθεί ιδρυτική πράξη του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού, που είχε ως κέντρο του, τον άνθρωπο. Ιστορίες όπως αυτές της Μήδειας, του Δαιδάλου και της Πανδώρας, μαρτυρούν τους βαθείς προβληματισμούς σχετικά με τους κινδύνους που ελλοχεύει η προσπάθεια επέκτασης της ανθρώπινης φύσης και συνεπώς, τα όρια μεταξύ ανθρώπου και τεχνολογίας.
Σήμερα το ρεύμα του υπερανθρωπισμού συναντά έντονες αντιδράσεις μεταξύ σθεναρών υποστηρικτών και αντιπάλων. Αφενός, για κάποιους η Τ.Ν. είναι συνώνυμο της μέγιστης βελτίωσης της ζωής των ανθρώπων, της διεύρυνσης των δυνατοτήτων τους και του πολιτισμού τους. Αφετέρου, για ορισμένους, η Τ.Ν. συνιστά ένα «κουτί της Πανδώρας», το οποίο είναι ικανό να διαμορφώσει όχι μόνο διαφορετικές και συγκρουόμενες μεταξύ τους κοινωνικές τάξεις, αλλά και διαφορετικά είδη ανθρώπων, που μαζί τους θα φέρουν και τεράστιες ανισότητες.
Ο άνθρωπος επιδιώκει να ανέλθει σε «homo-deus» : να δημιουργήσει, δηλαδή, ένα νέο είδος ύπαρξης, το οποίο θα χαρακτηρίζεται από μεγαλύτερη εξέλιξη συγκριτικά με την υφιστάμενη ανθρώπινη κατάσταση. Το ερώτημα που γεννάται σχετίζεται με το κατά πόσο ο άνθρωπος, ως το κυρίαρχο νοήμον είδος, θα είναι σε θέσει μελλοντικά να επιβληθεί σε κάτι ευφυέστερο από εκείνον.
Θα επιβιώσει η δημοκρατία;
Ένα πρώτο ζήτημα που ανακύπτει σχετίζεται με το γεγονός ότι η Τ.Ν. συνιστά μια τεχνολογική καινοτομία, η οποία προσφέρει δυνατότητες διεξοδικού ελέγχου των πολιτών, χωρίς, προς το παρόν, να συναντά θεσμικά εμπόδια και ευνοώντας, κατ’ αυτόν τον τρόπο, την έξαρση αυταρχικών πρακτικών.
Ένα δεύτερο ζήτημα αφορά την ηθική και τις διακρίσεις.
Αρχικώς, οφείλει να τονιστεί, ότι τα συστήματα τεχνητής νοημοσύνης, υπό την προϋπόθεση ότι είναι καλά σχεδιασμένα, είναι ικανά να υπερπηδήσουν ανθρώπινους παράγοντες που επιδρούν αρνητικά στη λήψη αποφάσεων (λ.χ. προσωπικό συμφέρον, συναισθηματικές αντιδράσεις) και συνεπώς, να συνδράμουν στην αποτελεσματικότητα και την αποδοτικότητα τέτοιων διαδικασιών.
Από την άλλη πλευρά, η αποτελεσματικότητα ενός αλγόριθμου τεχνητής νοημοσύνης εξαρτάται από την ποιότητα των δεδομένων με τα οποία εκπαιδεύεται και ελέγχεται, από τον άνθρωπο σε πρώτο στάδιο. Με βάση αυτό, γίνεται αντιληπτό ότι, αν τα δεδομένα αυτά είναι αναχρονιστικά, λανθασμένα ή ελλιπή, τότε ο αλγόριθμος είναι πιθανό να αναπαράγει, ακόμη και να ενισχύσει, αναχρονιστικά, λανθασμένα ή ελλιπή αποτελέσματα.
Μάλιστα, όσο τα μοντέλα αυτά αναπροσαρμόζονται, προσεγγίζοντας το στάδιο της αυτονομίας, δηλαδή το στάδιο στο οποίο η εισαγωγή νέων δεδομένων δεν θα εξαρτάται από την ανθρώπινη εποπτεία, αυξάνεται κι ο κίνδυνος της μίμησης, εκ μέρους των μηχανών, αποτρόπαιων πλευρών της ανθρώπινης σκέψης και συμπεριφοράς, καθώς και μεροληπτικών στάσεων ως προς χαρακτηριστικά, όπως είναι το φύλο, η φυλή, η ηλικιακή ομάδα, η σεξουαλικότητα, το οικονομικό ή κοινωνικό υπόβαθρο.
Ας σκεφτούμε, για παράδειγμα, έναν αλγόριθμο που ελέγχει τα βιογραφικά υποψηφίων για μια θέση εργασίας, βασιζόμενος σε προγενέστερες αποφάσεις πρόσληψης, που μαρτυρούν σεξιστικές πρακτικές.
Στο πλαίσιο αυτό, αξίζει να θυμηθεί κανείς το chatbot «Tay» της Microsoft στο Twitter, ένα διαλογικό πρόγραμμα τεχνητής νοημοσύνης, το οποίο, αλληλοεπιδρώντας με χρήστες της πλατφόρμας, κατέληξε να αναπαράγει αναρτήσεις ανθρώπων που τάσσονταν με τον Χίτλερ και με μια σειρά ρατσιστικών αντιλήψεων.
Ένα τρίτο ζήτημα, εγείρει προβληματισμούς σχετικά με τη χειραγώγηση και τη λήψη αποφάσεων.
Είναι γνωστό ότι κατά την πλοήγησή μας σε μηχανές αναζήτησης και στα social media, η Τ.Ν. συγκεντρώνει πληροφορίες, προκειμένου να προωθήσει προσαρμοσμένες προτάσεις αγαθών και υπηρεσιών. Με τον ίδιο τρόπο λειτουργεί κι ο χώρος της πολιτικής: δεδομένου ότι γινόμαστε δέκτες επιλεκτικά όσων άρθρων και πληροφοριών φαίνεται να ταιριάζουν στο προφίλ μας, η συλλογή προσωπικών δεδομένων καθορίζει, με τον τρόπο αυτό, και τις πολιτικές μας πεποιθήσεις. Στην πραγματικότητα δηλαδή, πρόκειται για επιλογές που κάποιος άλλος έκανε για εμάς, στερώντας έτσι από τους πολίτες, την ελευθερία σκέψης και πρωτοβουλίας.
Ενδεικτικό παράδειγμα, το σκάνδαλο της Cambridge Analytica, μιας βρετανικής εταιρείας συμβούλων, η οποία χρησιμοποίησε τα προσωπικά δεδομένα εκατομμύρια χρηστών του Facebook, χωρίς τη συγκατάθεσή τους, με σκοπό την επιρροή των αμερικανικών εκλογών του 2016 και του δημοψηφίσματος του Brexit.
Μερικές συμπερασματικές σκέψεις
Η Τ.Ν. αναμφίβολα υπόσχεται σημαντικές βελτιώσεις σε κάθε πτυχή της ανθρώπινης ύπαρξης. Η ενίσχυσή της είναι ένας δρόμος ανεπίστρεπτος και το ζήτημα της διαχείρισής της, κορυφαίο πολιτικό ζήτημα.
Καθόσον η δημοκρατία δεν είναι αυτονόητη και δεν συνιστά αιώνια νόρμα, η επιβολή μιας ψηφιακής «οντολογίας», που δεν θα χρησιμοποιείται προς όφελος της πρώτης, αλλά θα γνωρίζει μόνο από κανόνες ισχύος και υπεροχής, είναι βέβαιο ότι θα οδηγήσει σε μια νέα μορφή ολοκληρωτισμού, καθιστώντας τους ανθρώπους παθητικούς δέκτες και εισάγοντας ένα νέο είδος δουλείας.
Για τον λόγο αυτό, είναι αναγκαίο να θεσμοθετηθούν πολιτικές που θα εγγυώνται τον ανθρωπισμό, τα δικαιώματα, την ελευθερία και τη δημοκρατία, τόσο στον πραγματικό, όσο και στον ψηφιακό κόσμο. Είναι, εξίσου, αναγκαίο, να χειρίζονται οι ίδιοι οι πολίτες τις πληροφορίες που δέχεται η Τ.Ν. Αυτό σημαίνει, ότι θα τους γνωστοποιείται κάθε δεδομένο που συλλέγεται, από ποιον, τον σκοπό αυτού και για πόσο. Στόχος, το «Collective Intelligence», δηλαδή, η αμοιβαία δράση, η αλληλεπίδραση ανθρώπων και τεχνητής νοημοσύνης, με τους πρώτους να διατηρούν πάντοτε τον ενεργητικό τους ρόλο.