Gone with the Wind: Η μέρα που το σινεμά έγινε τέχνη

Μικρές κριτικές: Gone with the Wind (1939) 

Υπάρχουν ταινίες που τις βλέπεις και συνεχίζεις τη ζωή σου. Και υπάρχουν και κάποιες που, αντί να τις παρακολουθήσεις, σε παρακολουθούν εκείνες. Σε κοιτούν κατάματα και μένουν μαζί σου για πάντα.

Το Gone with the Wind για το οποίο σας γράφω σήμερα είναι ακριβώς αυτό: μια στιγμή στην ιστορία του κινηματογράφου όπου το μέσο σταματά να αναπαριστά την πραγματικότητα και αρχίζει να τη δημιουργεί.

Το 1939, ο Victor Fleming (με αρκετή βοήθεια από George Cukor και Sam Wood) έστησε μια υπερπαραγωγή σχεδόν παράλογης φιλοδοξίας για τα δεδομένα της εποχής και την ανέδειξε σε καθαρόαιμη τέχνη. Το αποτέλεσμα; Ένα κινηματογραφικό έπος που δεν γερνάει, δεν ξεθωριάζει, δεν ξεχνιέται.

Gone with the Wind

Η Σκάρλετ Ο’Χάρα, όπως την ενσαρκώνει η αξεπέραστη Vivien Leigh, είναι μια από τις πιο σύνθετες γυναικείες μορφές που είδαμε ποτέ στη μεγάλη οθόνη. Δεν είναι καλή. Δεν είναι κακή. Είναι ανθρώπινη: εγωίστρια, πεισματάρα, δυναμική, τραγική. Δεν ζητάει την κατανόησή μας αλλά την απαιτεί. Κι όταν πέφτει, σηκώνεται όχι γιατί είναι ηθικά ανώτερη, αλλά γιατί δεν αντέχει να χάσει.

Κι απέναντί της, ο Rhett Butler. Ο Clark Gable στην πιο ώριμη, σύνθετη, σαρκαστική εκδοχή του. Δεν είναι ο κλασικός ήρωας. Είναι ρεαλιστής, κουρασμένος, ειλικρινής. Δεν προσπαθεί “να σώσει” τη Σκάρλετ, αλλά να την καταλάβει. Και αυτή η αδυναμία τον καταστρέφει.

Δεν είναι υπερβολή να πεις ότι από εκείνη την στιγμή και μετά, ο κινηματογράφος δεν θα είναι ποτέ ξανά ο ίδιος.

Προφανώς και το φιλμ κουβαλάει τη σκιά της εποχής του. Η απεικόνιση των Αφροαμερικανών χαρακτήρων και η ρομαντικοποίηση του Νότου έχουν (δικαίως) αποτελέσει αντικείμενο κριτικής. Όμως αυτό δεν μειώνει τη σημασία του έργου, ούτε την καλλιτεχνική του δύναμη. Το Gone with the Wind είναι τόσο προϊόν της εποχής του, όσο και προπομπός του μέλλοντος του σινεμά.

Το βλέπεις σήμερα και δεν το “δικαιολογείς” επειδή είναι παλιό. Το κατανοείς — και συνεχίζεις να το βιώνεις.

Γιατί ακόμα μιλάμε για αυτό; Γιατί υπάρχουν στιγμές που η τέχνη αγγίζει κάτι που ξεπερνά τις λέξεις. Το βλέμμα της Σκάρλετ στο τέλος. Η σιωπή πριν την αποχώρηση του Rhett. Το «Frankly, my dear, I don’t give a damn» — ίσως η πιο εμβληματική φράση στην ιστορία του σινεμά. Κι αυτή η τελευταία ελπίδα:

«After all, tomorrow is another day.»

Το Gone with the Wind ανήκει σε αυτήν τη σπάνια κατηγορία έργων που μπορείς να τα δεις στα 20 και να εντυπωσιαστείς, να ξαναδείς στα 40 και να συγκινηθείς, και να νιώσεις στα 60 ότι σου ψιθυρίζει μια σκληρή αλήθεια που μόνο η ζωή και το σινεμά μπορούν να σου μάθουν.

Δεν είναι απλώς μια “καλή ταινία”. Είναι ένα συμβάν στην ιστορία της κινηματογραφικής τέχνης.

(Κι ας το παραδεχτούμε και αυτό… Δεν πίστευα ποτέ ότι θα ενθουσιαστώ τόσο από μια ταινία με βεντάλιες και southern accents. Κι όμως. Αυτό άλλωστε είναι και το μεγαλείο του Φλέμινγκ.)

Η μέρα που το σινεμά έγινε τέχνη δεν γράφτηκε σε κάποιο βιβλίο (αν και προήλθε από ένα βιβλίο), αλλά προβλήθηκε το 1939.

Μοιράσου το:

Βαγγέλης Λαζαρίδης

Βαγγέλης Λαζαρίδης

Μεγάλωσα στην Νέα Μηχανιώνα της Θεσσαλονίκης και κατοικώ στην Καλαμαριά. Είμαι απόφοιτος της Νομικής, ενώ ταυτόχρονα ασχολούμαι με την ερευνητική δημοσιογραφία. Στον ελεύθερο μου χρόνο, διαβάζω βιβλία (τα οποία κατά καιρούς ανεβάζουμε στο READ ON-line), ακούω μουσική στο πικάπ και μου αρέσει να συζητώ για την κοινωνία και την πολιτική με φίλους και γνωστούς. Το DREAM ON-line αποτελεί ένα πρότζεκτ το οποίο με πολύ κόπο και με συλλογική προσπάθεια έφτασε εδώ που είναι σήμερα, προσωπικά, θεωρείται ένα όνειρο που έγινε πραγματικότητα. «Βρες της γης τα θαύματα σε αυτά που λαχταράς» λέει ένα τραγούδι, και ίσως αυτή είναι η χρυσή συνταγή για τα πάντα.

 

Πρόσφατα

Διαβάστε Περισσότερα

Σχετικά Άρθρα