Ρένος Χαραλαμπίδης: «Η νέα γενιά αναζητά στα ‘‘Φτηνά Τσιγάρα’’ τη βραδύτητα και το αίνιγμα»

«Φίλες μου, ευχαριστώ πάρα πολύ για την πρόσκληση και για το πολύ ωραίο μέρος που πίνουμε καφέ. Μου θυμίζει το Βερολίνο στις αρχές του ’90. Η Θεσσαλονίκη πάντα έχει εξαιρετικά καφέ.»
Κάπως έτσι ξεκίνησε μια συνέντευξη που περιμέναμε για πολύ καιρό ή μάλλον δεν περιμέναμε καθόλου: ούτε ότι ο καλεσμένος μας θα αποδεχόταν τόσο άμεσα την πρόσκλησή μας, θα ήταν τόσο ανοιχτός στις ερωτήσεις μας, τόσο ευγενικός, προσιτός.

Για το πρόσωπο αυτής της εβδομάδας δεν χρειάζονται ιδιαίτερες συστάσεις. Ο Ρένος Χαραλαμπίδης μπορεί στην αρχή να μην γνώριζε τι σημαίνει “iconic”αλλά του επιβεβαιώσαμε ότι μας έχει χαρίσει αναρίθμητες τέτοιες στιγμές: στην τηλεόραση, το θέατρο και τον κινηματογράφο.

Τον ευχαριστούμε που μας χάρισε μια συζήτηση που θα σκεφτόμαστε για πολύ καιρό.

– Πότε αποφασίσατε ότι θέλετε να ασχοληθείτε με τον χώρο του κινηματογράφου; Στα χρόνια της ενηλικίωσης, μεταξύ 18-24 ας πούμε, πώς ακριβώς σκεφτόσασταν ότι θέλετε να προχωρήσετε σε επαγγελματικό επίπεδο και πως εν τέλει προχώρησαν με τον τρόπο που προχώρησαν τα πράγματα;

– Ας τα πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Παίρνοντας τη μηχανή του χρόνου, πηγαίνουμε στο πολύ μακρινό 1990, όπου ο κόσμος ήταν αλλιώς: ζούμε στον 20ο αιώνα, ζούμε στον αναλογικό κόσμο, τα αυτονόητα του σήμερα, όπως το τηλέφωνο, όχι μόνο δεν είναι αυτονόητα, αλλά έχουν και βαθμό δυσκολίας, τηλεφωνούμε από περίπτερα, από καρτοτηλέφωνα και ούτω καθεξής και εγώ είμαι ένας νέος ο οποίος έχει εισαχθεί στο Παιδαγωγικό τμήμα του πανεπιστημίου Αθηνών και που ακόμα εκκρεμούν κάποια μαθήματα για να πάρω το πτυχίο μου. Ήθελα να πάρω το πτυχίο μου, στην πορεία, όμως, το παράτησα και για να είμαι ειλικρινής μετάνιωσα γι’ αυτό το πράγμα. Είχε πολύ ωραία μαθήματα το Παιδαγωγικό, τα οποία τώρα πια στην ηλικία που είμαι μπορώ να εκτιμήσω πόσο καλό θα μου είχε κάνει να ασχοληθώ μαζί τους και να πάρω όσα είχαν να μου προσφέρουν. Έμαθα πολλά από το Παιδαγωγικό, από πράγματα που δεν φαντάζομαι. Μας διδάσκανε, ας πούμε, Κλαούζεβιτς «Η τέχνη του πολέμου». Μάλλον τώρα που είμαι στα 53 βάζω έναν στόχο: να πάρω το πτυχίο μου!

Εγώ, λοιπόν, από παιδιόθεν είχα μία κλίση στα καλλιτεχνικά: δεν είχα μεγάλο χάρισμα στη μουσική, αλλά μου άρεσε. Μου άρεσε ως έναν βαθμό να βλέπω θέατρο και σινεμά. Μέσα μου, όμως, είχα ένα σκοτεινό ποτάμι, που με οδηγούσε κάπου που δεν μπορούσα ακριβώς να δω. Όταν, λοιπόν, έγινα 20 χρονών, θεώρησα ότι αυτό το «κάπου» ήταν η ηθοποιία. Θυμάμαι τον εαυτό μου να κάνει διακοπές σε κάμπινγκ στη Σαντορίνη, να παίζω με έναν σκύλο στην παραλία την ώρα που πέφτει ο ήλιος και να προβάρω ένα ποίημα που θα έλεγα στις δραματικές σχολές, το «Απολείπειν ο Θεός Αντώνιον». Δυστυχώς ή ευτυχώς, δίνοντας εξετάσεις στις δραματικές σχολές, απέτυχα να εισαχθώ. Τότε, όμως, υπήρξε μια ευνοϊκή συγκυρία. Ένας μεγάλος, τότε, ηθοποιός και καταξιωμένος, κάνει το πρώτο ελεύθερο εργαστήρι σπουδών και είμαι ο πρώτος που γράφεται.

Φωτ: Βασίλης Ιατρούδης / dreamonline.gr

Ήταν Αύγουστος του 1990, όταν κόπηκα στις εισαγωγικές και 1η Σεπτέμβρη όταν γράφτηκα στο εργαστήρι, το οποίο δεν ήταν ακόμη εργαστήρι αλλά προσωπικά μαθήματα με τον Βασίλη Διαμαντόπουλο. Ήμασταν ένας πολύ μικρός κύκλος νέων, που την επόμενη χρονιά, βέβαια, έγινε το σπουδαίο εργαστήρι του Βασίλη Διαμαντόπουλου. Μπήκα, λοιπόν, σε έναν χώρο που δεν φανταζόμουν ότι θα μου ταίριαζε τόσο πολύ, που ήταν ο χώρος του θεάτρου, του κινηματογράφου και της τηλεόρασης. Βέβαια, τότε, είχα άλλη μία ευνοϊκή συγκυρία: άνοιξε η ιδιωτική τηλεόραση. Ξαφνικά, δηλαδή, υπήρξαν πολλές θέσεις εργασίας για νέους ηθοποιούς στην ιδιωτική τηλεόραση και πολύ γρήγορα βρέθηκα στο μάτι του κυκλώνα. Η ατυχία να μην μπω σε μία δραματική σχολή, μεταφράστηκε σε τύχη γιατί μπήκα στο επάγγελμα και τα υπόλοιπα είναι ιστορία.

– Άρα προχωρούσατε στα πρώτα αυτά βήματα, χωρίς συγκεκριμένο σχέδιο, αλλά περισσότερο ενστικτωδώς;

– Ήξερα που ήθελα να πάω, το πώς, όμως, θα πήγαινα ήταν κάτι που ανακάλυπτα στον δρόμο. Δεν είμαι από αυτούς που λένε τυχαία γίνανε όλα, δεν ήξερα που πήγαινα. Πήγαινα στην υποκριτική και μετέπειτα στη σκηνοθεσία του κινηματογράφου, αλλά το μονοπάτι μου το άνοιγα προχωρώντας.

– Εν τέλει, το σκοτεινό μονοπάτι που είπατε προηγουμένως ότι είχατε μέσα σας, καταφέρατε να το εκφράσετε μέσα από τον δρόμο που πήρατε; Ήταν αυτό που θέλατε και φανταζόσασταν;

– Η νεότητα πέρα από τις ομορφιές έχει και προβλήματα και κυρίως: μια θολούρα. Η φύση το έχει προβλέψει αυτό, διότι αυτή η θολούρα σε αναγκάζει να κάνεις συζητήσεις με τον εαυτό σου, προκειμένου να αυτοπροσδιοριστείς και να ωριμάσεις, αλλά και επειδή εκ των πραγμάτων δεν μπορεί ένας άνθρωπος 20 χρονών να ξέρει τι θέλει αφού δεν ξέρει ποιος είναι.

– Φοβηθήκατε να ακολουθήσετε αυτόν τον καλλιτεχνικό δρόμο;

– Και βέβαια φοβήθηκα. Ξεπέρασα τον φόβο μου μέσα από τη λογική. Ήμουν γενναίος, αλλά όχι παράτολμος. Δεν πούλησα, δηλαδή, το χωράφι του πατέρα μου για να κάνω μια ταινία. Είχα ένα σχέδιο λογικό και προχωρώντας, με βάση αυτά που ζούσα, ανοιγόμουν. Η πρώτη ταινία που σκηνοθέτησα, που λεγόταν «No budget story», ήταν μια ταινία –κυριολεκτικά- μηδενικού προϋπολογισμού. Έβαλα τον εαυτό μου σε κίνδυνο συναισθηματικό και καλλιτεχνικό, δηλαδή μην απογοητευτώ, μην αποτύχω, αλλά δεν έβαλα την οικογένειά μου, που ήταν μια οικογένεια εργατών, σε κίνδυνο οικονομικό. Ρίσκαρα μόνο καλλιτεχνικά και συναισθηματικά, που δεν είναι μικρό ρίσκο αλλά δεν ρίσκαρα σε έναν τομέα που θα επέφερε μεγάλες καταστροφές. Δηλαδή, αν δεν πήγαινε καλά η ηθοποιία, εγώ θα έπαιρνα το πτυχίο μου στο Παιδαγωγικό. Πάντα είχα ένα plan B. Έχεις δικαίωμα να έχεις μεγάλα όνειρα, μόνο όταν εκπονείς ένα λογικό, πραγματιστικό σχέδιο. Αλλιώς, δεν έχεις όνειρα, έχεις φαντασιώσεις. Το όνειρο είναι το όραμα.

Φωτ: Βασίλης Ιατρούδης / dreamonline.gr

«Οι τέχνες είναι το παυσίπονο των ανθρώπων»

– Τι ρόλο πιστεύετε ότι διαδραματίζουν οι τέχνες στη ζωή των ανθρώπων; Εσάς πώς σας έχουν επηρεάσει και από πλευράς πομπού και από πλευράς δέκτη;

– Δύο είναι οι ρόλοι της τέχνης στην ζωή των ανθρώπων. Ο πρώτος και μεγαλύτερος είναι το παυσίπονο. Πρέπει να είναι η τέχνη να μπορεί να απαλύνει τους μικρούς ή μεγαλύτερους πόνους της καθημερινότητας. Μετά είναι ένα μονοπάτι αυτογνωσίας, για να μπορέσεις να μιλήσεις με τον εαυτό σου. Δεν μιλάει μόνο ο δημιουργός με τον εαυτό του, αλλά και ο δέκτης. Δηλαδή, όταν διαβάζουμε ένα ποίημα του Καβάφη, μιλάμε και με τον εαυτό μας πέρα απ’ τον Καβάφη, ξεχνάμε τον ποιητή. Αυτά τα δύο είναι για εμένα ο ρόλος της τέχνης και βέβαια υπάρχει ένας τρίτος πιο διακριτικός ρόλος, που είναι η ευχαρίστηση. Αν η τέχνη δεν μας δίνει καθαρή ευχαρίστηση, τα πράγματα είναι μοιραίο να οδηγηθούν στη λήθη, θα ξεχαστεί.

Μετά από μία σύντομη συζήτηση για την τέχνη και ως καταφύγιο του ανθρώπου, και για το αν ο Καβάφης δεν θα μας άφηνε τα δώρα που μας άφησε, αν δεν προσπαθούσε να ξεφύγει από την δουλειά του υπαλλήλου και έκανε μια πιο ευχάριστη δουλειά, εμφανίζεται ο αρχισυντάκτης μας (και εν προκειμένω φωτογράφος μας), Βασίλης Ιατρούδης και ένα από τα πρώτα πράγματα που λέει στον κύριο Χαραλαμπίδη είναι πως στο δημοτικό, πήγαινε στους συμμαθητές τους και τους έλεγε περήφανα «Καλημέρα, Καλημέρης!»
Βασίλη μην αλλάξεις ποτέ.

-Έχετε πει ότι η προσωπική σας ζωή, ο εαυτός σας έχει σε μεγάλο βαθμό καθοριστεί από την εργασία σας. Θεωρείτε πως αυτό είναι κακό; Θα μπορούσε να συμβεί αλλιώς; Θα θέλατε στο μέλλον να το αλλάξετε ή να πάρετε απόσταση από όλο αυτό;

– Το επάγγελμα που επιλέγεις να κάνεις είναι στην πραγματικότητα η μισή ζωή σου. Σε όλους τους ανθρώπους βλέπουμε επιρροή του επαγγέλματος στη ζωή τους, γι’ αυτό πρέπει να είμαστε όσο το δυνατόν πιο προσεκτικοί στις νεαρές ηλικίες, στο τι θα διαλέξουμε ως επάγγελμα. Επάγγελμα σημαίνει υπόσχεση. Δηλαδή, όλοι οι επαγγελματίες έχουμε δώσει μία υπόσχεση στον εαυτό μας και στην κοινωνία. Ζώντας, λοιπόν, είμαστε μοιραία σε καθημερινό διάλογο με αυτήν την υπόσχεση. Μία επιτυχημένη ζωή, με την έννοια της ολοκληρωμένης και γεμάτης ζωής, βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στο επάγγελμα που επιλέγεις να ακολουθήσεις. Το επάγγελμα σου, λοιπόν, σε καθορίζει χωρίς εσύ να το επιλέγεις. Ακόμα κι αν κάποιοι θεωρούν τη δουλειά τους αναγκαστική και την κάνουν για κάποιον άλλον λόγο, σε βάθος χρόνου θα καταλάβουν ότι υπήρχε μια καθοριστική επιρροή.

Ναι, λοιπόν, η ζωή μου και η δουλειά μου έχουν ταυτιστεί και με καλό και με κακό τρόπο. Δεν θα έπαιρνα απόσταση από τη δουλειά μου, γιατί είναι ανθρωπίνως αδύνατο. Όχι μόνο από μία καλλιτεχνική δουλειά, αλλά και μια οποιαδήποτε εργασία εμπλέκεται στο 1/3 της μέρας σου.

«Τσαλαβουτούσα από τη βαριά κουλτούρα στην τηλεοπτική σαβούρα»

– Πέρα από το κινηματογραφικό σας έργο που θα αναλύσουμε στη συνέχεια, μας έχετε χαρίσει iconic στιγμές στη μικρή οθόνη. Υπάρχει μια μερίδα του κόσμου που όταν σας ακούει σκέφτεται τα «Φτηνά Τσιγάρα» και μια άλλη που σας σκέφτεται σαν «Βότκα Πορτοκάλι» και «Κάτι Τρέχει με τους Δίπλα». Πώς σας κάνει να νιώθετε αυτή η διαφοροποίηση;

– Εγώ είχα ένα ταξίδι αντιφατικό, γι’ αυτό ίσως και η πορεία μου είχε αυτή την ιδιαιτερότητα: τσαλαβουτούσα από τη βαριά κουλτούρα στην τηλεοπτική σαβούρα με πάρα πολύ μεγάλη ευκολία. Βέβαια, ο λόγος ήταν ότι έπρεπε να βρω λεφτά για τις ταινίες μου. Αν δεν έπαιζα στην τηλεόραση, δεν θα μπορούσα να χρηματοδοτηθώ. Αν, λοιπόν, είχα οικονομική άνεση μπορεί να μην το έκανα, αλλά θα μετάνιωνα σε βάθος χρόνου. Γιατί ξέρεις τι είναι να γνωρίζεις νεαρούς ανθρώπους, οι οποίοι σε έχουν δει στην τηλεόραση και σε ξέρουν από την αρχή της ζωής τους;

Κι εδώ βλέπουμε τη δικαίωση της ατάκας του Βασίλη.
Ως Θανάσης Καλημέρης, “Κάτι τρέχει με τους δίπλα” megatv.com

«Από ναυάγιο σε ναυάγιο φτάνεις στην Ιθάκη»

– Θεωρείτε ότι μπορεί να φθαρήκατε από τη συμμετοχή σας στην τηλεόραση;

– Εγώ πιστεύω, ότι το αν θα φθαρείς ή όχι είναι προσωπική σου υπόθεση. Μπορεί να φθαρείς και μην παίζοντας στην τηλεόραση. Και στην τελική, αν έχεις ένα ισχυρό καλλιτεχνικό μέταλλο μέσα σου, πρέπει να αντιμετωπίσεις – όπως ο Οδυσσέας – περιπέτειες. Για φαντάσου μια Οδύσσεια που να ξεκινάει από την Τροία και σε έναν μήνα να φθάνει στην Ιθάκη. Οι περιπέτειες έχουν ναυάγια μέσα τους, από ναυάγιο σε ναυάγιο φτάνεις στην Ιθάκη, δεν φτάνεις πλέοντας σωστά. Ευτυχώς εγώ δεν ναυάγησα πολλές φορές. Είχα περιπέτειες, τελικά, όμως, οι προκλήσεις δεν είχαν κακές συνέπειες και πήγε καλά.

– Τι κρατάτε από την καλή εποχή της τηλεόρασης;

– Τίποτα. Είμαι πολύ νέος για να έχω αναμνήσεις. Στα 70 θα τα ξαναπούμε!

– Ποια είναι η γνώμη σας για το φλέγον ζήτημα των ημερών που αφορά την υποβάθμιση των καλλιτεχνικών πτυχίων με το ΠΔ 85/2022;

– Ειπώθηκαν πάρα πολλά γι’ αυτό το θέμα. Εμένα η άποψή μου είναι ότι το ζήτημα, αυτό, υπάρχει καιρό και δεν γεννήθηκε τώρα. Τα τελευταία 30 χρόνια, από τότε, δηλαδή, που καταργήθηκε η άδεια ασκήσεως επαγγέλματος του ηθοποιού, ειδικά το καστ των ηθοποιών έχει υποβαθμιστεί. Από τη στιγμή που δεν υπάρχει άδεια ασκήσεως επαγγέλματος, όλα τα άλλα έρχονται δεύτερα. Μπορεί όποιος θέλει να παίξει όπου θέλει. Πώς, λοιπόν, εγώ να διαμαρτυρηθώ που θεωρούμαι από το κράτος απόφοιτος λυκείου, όταν στο επάγγελμα που κάνω μπορεί να το κάνει οποιοσδήποτε;

Το επάγγελμα του ηθοποιού, βέβαια, είναι ένα καλλιτεχνικό επάγγελμα. Η άδεια ασκήσεως επαγγέλματος είναι για τους γιατρούς, τους δικηγόρους… στο επάγγελμα του ηθοποιού, όμως, κάνεις κακό αν προβλέψεις άδεια ασκήσεως. Αφαιρείς από τον θεατή καλλιτεχνικά αποτελέσματα. Για να το θέσω και αλλιώς: πιστεύετε ότι θα μπορούσα να κάνω τρομερή καριέρα δικηγόρου ή γιατρού ή πολιτικού μηχανικού ως απόφοιτος λυκείου; Αν καθόμουν μόνος μου και διάβαζα ώρες, δεν θα τα κατάφερνα, γιατί είναι διαφορετική η φύση των επαγγελμάτων. Είναι πιο ανοιχτό το επάγγελμα του ηθοποιού στο να μάθεις και να πράξεις.

– Υπάρχει, άρα, μια γενικότερη λογική υποβάθμισης των καλλιτεχνικών επαγγελμάτων;

– Υπάρχει μία αντίφαση. Είμαστε κατά της ιδιωτικοποίησης της παιδείας και υπέρ των ιδιωτικών δραματικών σχολών. Η πρόταση ποια θα ήταν για να υπάρξει ισότητα; Να γίνουν πανεπιστήμια οι δραματικές σχολές; Να γίνουν, αλλά θα πρέπει να διδάσκουν καθηγητές με διδακτορικό. Ξέρεις πολλούς που να διδάσκουν με διδακτορικό την ηθοποιία; Υπάρχουν προδιαγραφές που πρέπει να τηρηθούν. Δεν μπορείς να λες ότι εντάσσονται οι δραματικές σχολές στο πανεπιστήμιο και να μην υπάρχει πρόβλεψη τρόπου εισαγωγής. Άρα θα πρέπει σε όλες τις δραματικές σχολές να μπαίνουμε με πανελλήνιες. Επίσης, όσο αντιφατικό είναι να θεωρούν τους ηθοποιούς απόφοιτους λυκείου, τόσο αντιφατικό είναι να θεωρούν έναν απόφοιτο του κολλεγίου, ο οποίος μπορεί να έχει κάνει μεταπτυχιακό στο Harvard, απόφοιτο λυκείου. Όπως, λοιπόν, ξεκινάει η διαμαρτυρία για εμάς τους ηθοποιούς, υπάρχουν και πολλοί άλλοι Έλληνες που πρέπει να διαμαρτυρηθούν.

«Δεν θα ασχολούμουν σήμερα με την πολιτική»

– Στο παρελθόν είχατε ασχοληθεί και με την πολιτική. Είναι κάτι που θα ξανακάνατε;

– Όχι δεν θα το ξαναέκανα. Τότε, ήταν μια συνειδητή απόφαση που οφειλόταν σε μια συγκεκριμένη ιστορική στιγμή: όταν τέθηκε το θέμα να φύγει η Ελλάδα από την Ευρώπη ένιωσα την ανάγκη να πάρω μια ξεκάθαρη πολιτική θέση. Πάντως σήμερα όχι, δεν θα το επαναλάμβανα.

«Ανήκω ακόμα στον αναλογικό κόσμο»

-Ποια είναι η γνώμη σας για την εποχή μας, την εποχή των social media; Τι σας κάνει να απέχετε από αυτήν ή τέλος πάντων να την ασπάζεστε σε έναν μικρό βαθμό;

– Δεν νιώθω καλά που την ασπάζομαι ακόμα σε μικρό βαθμό. Νιώθω ότι αδικώ τον εαυτό μου γιατί θα μπορούσα να προωθώ περισσότερο τη δουλειά μου μέσα από τα social media. Δυστυχώς, ο φόρτος εργασίας και το γεγονός ότι ανήκω ακόμα στον αναλογικό κόσμο, με κρατάνε μακριά από αυτό. Παρόλα αυτά πιστεύω ότι κι αυτοί οι λίγοι followers που έχω, είναι επιδραστικοί, παίρνουν την πληροφορία και την μεταδίδουν. Για παράδειγμα, οι λογαριασμοί που έχουν γίνει για τα Φτηνά Τσιγάρα πάντα προωθούν τις προβολές της ταινίας, και σίγουρα βοηθούν στο να γεμίζουν οι αίθουσες ξανά και ξανά.

Σε αυτό το σημείο, επισημαίνουμε στον κύριο Χαραλαμπίδη ότι εκτιμάμε τη διακριτική του παρουσία στα social media, το γεγονός ότι δεν ανεβάζει οτιδήποτε κάνει αλλά εστιάζει στην προώθηση της δουλειάς του, κι αυτός μας ομολογεί ότι αυτό είναι ένα κομπλιμέντο που δεν περίμενε να ακούσει!

Φωτ: Βασίλης Ιατρούδης / dreamonline.gr
Φωτ: Βασίλης Ιατρούδης / dreamonline.gr

«Με τον χρόνο έχω μια υγιή σχέση φόβου»

-Πώς αντιμετωπίζετε το γεγονός ότι μεγαλώνετε; Τι συναισθήματα σας προκαλεί;

– Είναι παράξενο, γιατί στην δική σας ηλικία έρχεται ο πρώτος τρόμος του χρόνου: λες είμαι 21, ποτέ ξανά 21. Μετά στα 25, ποτέ ξανά 25.
Όμως με το ίδιο σκεπτικό, ποτέ ξανά 30, 40, 50 και ούτω καθεξής. Κανείς δεν είναι ευτυχής κοιτώντας τον χρόνο πίσω. Αλλά οφείλω ως καλλιτέχνης, και ελαφρώς στοχαστικός τύπος, να το φιλοσοφήσω και να καταφέρω να πάρω από το παρόν τους καλύτερους καρπούς. Όλοι φοβόμαστε το τέλος, τη φθορά και το να γίνουμε παρελθόν. Όποιος δεν το φοβάται ή είναι ψυχικά ανισόρροπος ή λέει ψέματα στον εαυτό του. Βέβαια, μου αρέσουν κάποιοι που λένε αυτό το ψέμα στον εαυτό τους. Όπως ο πατέρας μου, που δεν ζει πια, ακόμα και όταν ήταν 80 χρονών παρίστανε τον νέο, για εμένα, για να μην στεναχωρηθώ εγώ, που γέρασε ο πατέρας μου.

Άρα μερικές φορές, ναι αυτό το καταλαβαίνω. Αλλά όταν κάνεις μια εσωτερική κουβέντα, όταν βάζεις τον εαυτό σου δίπλα σου και όχι απέναντί σου για να τα πείτε, όλοι φοβόμαστε τον χρόνο. Σαρώθηκε η ρωμαϊκή αυτοκρατορία, θα την γλιτώσω εγώ; Εκ των πραγμάτων λοιπόν, ως θνητός, έχω με τον χρόνο μια υγιή σχέση φόβου. Ευτυχώς επίσης, η ζωή μου δεν στηρίχθηκε στην εξωτερική μου εμφάνιση. Στηρίχθηκε πιο πολύ στην καλλιτεχνική μου διάθεση. Για όσους η ομορφιά ήταν βασικό συστατικό της πορείας τους, εκεί ή αλλάζεις γρήγορα πορεία πλεύσης ή θα τιμωρηθείς, όχι από τον χρόνο, αλλά από τους άλλους ανθρώπους. Όταν μεγαλώνεις, δεν γίνεται να εισπράττεις τα κέρδη της νεότητας: είναι ένα κεφάλαιο που επενδύθηκε και τελείωσε.

-Έχετε απωθημένα;

– Όχι. Οι άνθρωποι που έχουν απωθημένα είναι αυτοί που δεν ξέρουν ποια είναι τα απωθημένα τους. Ισχύουν όσα είπαμε για τα οράματα και για τις φαντασιώσεις. Είχα το όραμα και ένα ρεαλιστικό πλάνο να κάνω ορισμένα πράγματα τα οποία έκανα, προχωράω και αν είναι να το πούμε έτσι, χτίζω νέα απωθημένα, νέους στόχους για να κατακτηθούν. Ένας από αυτούς στν φάση που είμαι, είναι να παίξω μεγάλους ρόλους σε άλλη γλώσσα. Έχω έναν πολύ καλό ατζέντη στην Ιταλία, έχω παίξει ήδη κάποιους μικρούς ρόλους και θα ήθελα να φτάσω και σε μεγαλύτερους! Σε κάθε περίπτωση αν πετύχαινα τον -πριν από 30 χρόνια- εαυτό μου στον δρόμο, θα του έγνεφα «όλα καλά!»

– Έχετε πει σε συνέντευξή σας ότι η αναγνώριση των Φτηνών Τσιγάρων φέρει μια δικαίωση που κρύβει μέσα της και μια πίκρα, που δεν αναγνωρίστηκε στην ώρα της, δεν πήρε κανένα βραβείο στο φεστιβάλ κινηματογράφου. Πιστεύετε ότι αυτή η πίκρα καθορίζει εν τέλει το συναίσθημα σας γι’ αυτήν τη αναγνώριση;

– Η πίκρα έγκειται στο γεγονός ότι, αν η ταινία αναγνωριζόταν τότε, θα μου δινόταν η ευκαιρία να κάνω κι άλλες, παρόμοιες ταινίες. Η ταινία πέρασε αδιάφορη και όταν πήγα να κάνω την επόμενη οι παραγωγοί, οι επενδυτές και οι διανομείς ήθελαν εχέγγυα ότι θα πάει καλά, εγώ δεν τα είχα. Μου λέγανε «μην κάνεις τα Φτηνά και καταστραφούμε…»

ertnews.gr

– Τι θα σκεφτόταν ο τότε εαυτός σας αν κάποιος του έλεγε ότι σε 20 χρόνια η ταινία θα γίνει επιτυχία;

– Ο τότε εαυτός μου ήξερε πολύ καλά μέσα του ότι η ταινία θα γίνει επιτυχία. Όμως τον πρόδωσα, δεν τον άκουσα τότε. Υπό την κακή επιρροή του περίγυρου αφού δεν πούλησε εισιτήρια και στις περισσότερες κριτικές πήρε ένα αστεράκι, απογοητεύτηκα. Ακούστηκε μόνο σε έναν κύκλο νέων και διανοούμενων μέσω του φεστιβάλ Θεσσαλονίκης και έτσι έκανε 20.000 εισιτήρια, ενώ για να έχεις επιτυχία έπρεπε να κάνεις 400.000!

«Αν σας έλειπε ο ρομαντισμός, δεν θα βλέπατε τα Φτηνά Τσιγάρα»

– Ειδικά για την γενιά μας, τι ψάχνει, γιατί έχει τώρα την ανάγκη της ταινίας σας;

– Αυτό που βλέπει η γενιά σας και σας λείπει είναι η… βραδύτητα! Η γενιά σας απέχει από τη βραδύτητα, από έναν κόσμο όπου τα πράγματα τρέχουν πιο αργά. Συναντάς μια κοπέλα, μες την νύχτα: άμα χαθείτε, χαθήκατε! Μπορεί να σου έδινε το τηλέφωνο, μπορεί να σου έδινε λάθος ή μπορεί να έχανες το χαρτί που στο έγραψε. Όταν γύρισα τα «Φτηνά Τσιγάρα», μια γυναίκα και ένας άντρας στην νύχτα της Αθήνας ήταν δύο άγνωστοι. Τώρα με το που γνωρίζεις κάποιον, μπορείς να τον βρεις στο facebook και να μάθεις κάθε λεπτομέρεια για αυτόν. Επομένως, χάθηκε η έννοια της βραδύτητας στη ζωή και στον έρωτα, αλλά και η έννοια του αινίγματος του άλλου ανθρώπου. Σαν γενιά, αυτά τα δύο σας λείπουν και πρέπει να καλλιεργήσετε, ενώ δεν σας βοηθάει η εποχή σας. Δεν σας λείπει ο ρομαντισμός! Αν σας έλειπε, δεν θα βλέπατε τα «Φτηνά Τσιγάρα»…

– Έναν παρά πολύ σημαντικό ρόλο σε κάθε σας ταινία παίζει η μουσική της. Από το «Summertime in Prague» και το «γιασεμί» στα «Φτηνά Τσιγάρα» μέχρι το πανέμορφο «Όσα Περάσαν» στην «Καρδιά του Κτήνους». Εσείς συμμετείχατε κατά τη σύνθεση των τραγουδιών εκφέροντας τη γνώμη σας; Να περιμένουμε κάποιο νέο original τραγούδι μαζί με τη νέα σας ταινία;

– Στην τελευταία μου ταινία τα «Tέσσερα Mαύρα Kουστούμια» έγραψα εγώ την ορχηστρική μουσική. Αλλά και γενικά όποτε συνεργάζομαι με έναν άλλο συνθέτη έχουμε μια μυστική συμφωνία: ο σκηνοθέτης της ταινίας επηρεάζει σε βάθος τη μουσική. Γιατί η μουσική γράφεται για την ταινία, όχι η ταινία για τη μουσική. Μοιραία λοιπόν, είτε για μουσική που γράφω εγώ, είτε κάποιος άλλος μουσικός, αναλαμβάνω τη μουσική επιμέλεια και η μουσική ανταποκρίνεται στην αισθητική μου. Για παράδειγμα στα «Φτηνά Τσιγάρα» ακούγεται το «Σε λυπάμαι» της Βέμπο, μια αγαπημένη μου επιλογή από τη μουσική που έχω «σκηνοθετήσει». Η νέα μου ταινία «Νυχτερινός Εκφωνητής» θα είναι γεμάτη από μουσική, από late night jazz, δηλαδή τζαζ που ακούγεται βαθιά μέσα στην νύχτα!

«47 παραστάσεις, 47 sold out»

– Τα «Φτηνά Τσιγάρα» την περασμένη χρονιά πέρασαν από τον κινηματογράφο στο θέατρο στην Εναλλακτική Λυρική Σκηνή. Πως αισθάνεστε για τη μετουσίωση του έργου σας;

– Υπήρξε για εμένα αυτή η μετάβαση ένας μεγάλος θρίαμβος, μια δικαίωση. Η Λυρική Σκηνή μου έκανε ένα μεγάλο κομπλιμέντο: από την ίδρυσή της το 1940 μετέτρεψε για πρώτη φορά μια ταινία σε μουσικό θέατρο. Το μουσικό θέατρο ωστόσο, είναι ένα ιδιαίτερο είδος που απαιτεί κόπο και γι’ αυτό σιγά σιγά ο κύκλος κλείνει. Θα κυκλοφορήσουμε όμως τα τραγούδια της παράστασης! 47 παραστάσεις, 47 sold out. Μια πραγματική συγκίνηση και δικαίωση για τα λιγοστά εισιτήρια της ταινίας το 2001.

“Φτηνά Τσιγάρα” the musical

– Η προβολή στο «σινέ Βακούρα» και στο «Δαναός» έχουν μια ιδιαιτερότητα: το κοινό βλέπει την ταινία όπως γυρίστηκε, σε φιλμ. Μιλήστε μας για την αξία του φιλμ στον κινηματογράφο, τι παραπάνω πιστεύετε ότι προσφέρει από το πλέον καθιερωμένο ψηφιακό σύστημα;

– Η γενιά σας δεν έχει προλάβει να δει προβολή ταινίας σε φιλμ ποτέ! Το φιλμ σε αντίθεση με το κοινό, ψηφιακό σύστημα που έχουμε πλέον συνηθίσει, μπορεί να αποδώσει κάτι το μοναδικό: τη φθορά του χρόνου στην εικόνα. Η ταινία είναι σαν ένα άγαλμα, χτυπημένο από τον χρόνο όπου τα χτυπήματα αυτά είναι αναπόσπαστο κομμάτι της γοητείας του. Έτσι και σε μια ταινία λοιπόν, στο φιλμ της, τα χτυπήματα του χρόνου πάνω στο σελιλόιντ, δεν είναι τίποτα λιγότερο από τα βλέμματα των ανθρώπων που κάποτε το είδανε και το χαρακώσανε. Όταν βλέπεις μια ταινία σε φιλμ, είναι σαν να την βλέπεις μαζί με όσους την έχουν δει έως τώρα ή καλύτερα, είναι σαν να τους βλέπεις κι αυτούς μέσα στην ταινία.

Τα «Φτηνά Τσιγάρα» σε φιλμ εξακολουθούν να παίζουν σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, στο «Δαναός» και στο «σινέ Βακούρα» αντίστοιχα. Μάλιστα πριν την προβολή της ταινίας, οι θεατές παρακολουθούν την μικρού μήκους ταινία «Με Δεμένα Μάτια», την πρώτη που πρωταγωνίστησε ο Ρένος Χαραλαμπίδης, επίσης σε φιλμ. Πρόκειται για μια κινηματογραφική εμπειρία που δεν πρέπει να χάσετε!

Φτηνά Τσιγάρα
με το φιλμ της ταινίας ανά χείρας!

Συνέντευξη: Βασιλική Παρίση και Αφροδίτη Κεραμέως.

Μοιράσου το:

Αφροδίτη Κεραμέως

Αφροδίτη Κεραμέως

Γεννήθηκα και ζω όλη μου την ζωή- μ’ένα ευχάριστο διάλειμμα 6 μηνών στο Αμβούργο- στην Θεσσαλονίκη. Το μεγαλύτερο μου ίσως flex είναι ότι όταν ήμουν μικρή είχα απομνημονεύσει τις πρώτες σελίδες (και τις παραπομπές τους) από τα «88 ντολμαδάκια» του Ευγένιου Τριβιζά. Η απομνημονευτική μου ικανότητα με οδήγησε αισίως στα 18 μου στην Νομική του ΑΠΘ και έπειτα με άφησε. Από τότε, αυτά που θέλω να θυμάμαι τα κρατάω σε σημειώσεις σε τετράδια, στο μαγνητόφωνο του κινητού μου (podcast alert) και στα φιλμ των αγαπημένων μου καμερών.

 

Πρόσφατα

Διαβάστε Περισσότερα

Σχετικά Άρθρα