Μετά την ουδετερότητα: Η άβολη συζήτηση για την πολιτική θέση των δημοσιογράφων

ουδετερότητα

Για δεκαετίες η ελληνική δημοσιογραφία λειτουργούσε με μία σχεδόν θεατρική σύμβαση: ο ανεπηρέαστος, ακομμάτιστος και ουδέτερος δημοσιογράφος.

Σαν να μιλάγαμε, για έναν επαγγελματία που δεν είχε πεποίθηση, δεν είχε άποψη και πάνω από όλα δεν συμμετείχε στις εκλογικές διαδικασίες.

Η πραγματικότητα όμως μαρτυρούσε διαφορετικά. Όλοι μας ξεχωρίζαμε δημοσιογράφους, πανελίστες, παρουσιαστές και σχολιαστές που «έγερναν» προς τα δεξιά ή τα αριστερά. Πάντοτε ξεχώριζαν τα μέσα μαζικής ενημέρωσης που ακολουθούσαν «γραμμές» μπλε, κόκκινες, πράσινες και ούτω καθεξής.

Ήτανε γενικότερα ένα παιχνίδι κρυφτού, η μάλλον υποκρισίας. Κανείς δεν έλεγε φωναχτά την αλήθεια, αλλά όλοι την γνώριζαν.

Τα τελευταία χρόνια, όμως, κάτι φαίνεται να αλλάζει.

Σε εκδηλώσεις, ετήσιους εορτασμούς, πάνελ και φόρουμ εφημερίδων, βλέπουμε συχνά δημοσιογράφους και εκδότες να ανοίγουν δημόσια τα χαρτιά τους και να δηλώνουν κομματικές και προσωπικές απόψεις.

Από φράσεις όπως «Δεν ζω σε γυάλα, έχω άποψη και πολιτικές πεποιθήσεις, τις οποίες προσπαθώ να μην εντάσσω στην δουλειά μου», μέχρι και ευθείς δηλώσεις όπως «ΝΑΙ, είμαι του ΠΑΣΟΚ» «Ναι είμαι της ΝΔ».

Για πρώτη φορά λοιπόν, η «ουδετερότητα» δεν θεωρείται προϋπόθεση αξιοπιστίας.

Αντίθετα, πολλοί επιχειρούν να την αποδομήσουν.

Ποια είναι η πραγματικότητα; 

Όποιος πιστεύει ότι οι δημοσιογράφοι, αλλά και εργαζόμενοι σε άλλους κλάδους, που πρέπει να εργάζονται αμερόληπτα και αντικειμενικά, δεν έχουν προσωπικές απόψεις, πολιτικές απόψεις και ιδεολογίες, λογικά ζει εκτός πραγματικότητας.

Ο δημοσιογράφος ζει μέσα σε μία κοινωνία, ψηφίζει, πληρώνει φόρους, προβληματίζεσαι και γενικά είναι ενταγμένος μέσα σε ένα κοινωνικό σύνολο. Επομένως, το να του ζητάμε να είναι αδιάφορος απέναντι σε μία κοινωνία από την οποία επηρεάζεται και μέσα στην οποία εργάζεται, θα ήταν παράλογο πέρα από αφύσικο.

Για πολλά χρόνια, κυριαρχούσε, και θα μπορούσα να πω, ότι κυριαρχεί ακόμα, ότι «Αν πω τι είμαι, θα θεωρηθώ μη αντικειμενικός και επηρεασμένος».

Η αλήθεια βέβαια είναι διαφορετική, με την αντικειμενικότητα να μην βρίσκεται στην απόκρυψη της άποψης, αλλά στην ικανότητα να παρουσιάζεις όλες τις απόψεις ακόμα και όταν δεν τις πιστεύει και τον δυσκολεύουν να τις κατανοήσει.

Η νέα πραγματικότητα: όταν η άποψη γίνεται… περιουσιακό στοιχείο 

Η δημόσια «εξομολόγηση» πολιτικών πιστεύω των δημοσιογράφων δεν συμβαίνει τυχαία.

Ο νέος κόσμος των social media έχει μετατρέψει τους δημοσιογράφους σε κινούμενα brands.

Ο κόσμος, δεν ακολουθεί μόνο το μέσο, ακολουθεί το πρόσωπο.

Για αυτό και οι δηλώσεις πολιτικής ταυτότητας στις μέρες μας, δεν ακούγονται πια ως παραδοχή. Αντιθέτως ακούγονται σαν μέρος μίας αφήγησης. Μίας αφήγησης του «Αυτός είμαι, αυτή είναι η θέση μου, κρίνε με με βάση αυτό».

Παίρνει μία σύγχρονη μορφή διαφάνειας: να ξέρεις ποιος μιλάει και από ποια αφετηρία.

Ειλικρίνεια η κυνισμός;

Κάποιοι θα έλεγαν ότι αυτό είναι το υγιές. Ο δημοσιογράφος οφείλει στον πολίτη, να ξέρει απο ποιον ενημερώνεται.

Ότι η αλήθεια είναι προτιμότερη του φθηνού θεάτρου, της δήθεν αντικειμενικότητας.

Από την άλλη βέβαια, υπάρχει και η άλλη ανάγνωση.

Μήπως αυτές οι εξομολογήσεις, καθιστούν το μέσο μεροληπτικό και με μία μόνιμη στροφή προς τα δεξιά η αριστερά, αντίστοιχα;

Μήπως το «ναι, είμαι ΠΑΣΟΚΟΣ», και τα λοιπά, σημαίνει ταυτόχρονα ότι γράφω και σαν «ΠΑΣΟΚΟΣ»;

Τι σημαίνει «αντικειμενικότητα» το 2025;

Δεν σημαίνει ουδετερότητα.

Δεν σημαίνει σιωπή.

Δεν σημαίνει «θέατρο».

Αντικειμενικότητα σημαίνει επαγγελματισμός. Σημαίνει παρουσιάζω όλες τις πτυχές, ελέγχω την εξουσία, δεν προπαγανδίζω και σίγουρα έχω άποψη, όμως δεν της επιτρέπω «να καταπιεί» την αλήθεια.

Η Δημοκρατία ωριμάζει και μαζί της ωριμάζει και η διαφάνεια στα ΜΜΕ.

Οι δημοκρατίες έχουν ωριμάσει, ώστε να αντέχουν την αλήθεια. Δεν ζούμε σε εποχές, όπου η πολιτική θέση ενός δημοσιογράφου θεωρούνταν επικίνδυνη ή διαβρωτική για τον δημόσιο διάλογο. Αντίθετα, ένα πιο ανοιχτό, συμμετοχικό και απαιτητικό καθεστώς δημοκρατίας απαιτεί και μεγαλύτερη διαφάνεια.

Οι πολίτες δεν ικανοποιούνται με την ψευδαίσθηση της αντικειμενικότητας. Αντιθέτως ζητούν να μάθουν.

Για αυτό και βλέπουμε όλο και περισσότερους καναλάρχες, ιδιοκτήτες μέσων, δημοσιογράφους και πανελίστες να δηλώνουν ανοικτά τις πολιτικές τους προτιμήσεις. Όχι επειδή η δημοσιογραφία έγινε πιο κομματική, αλλά επειδή η δημοκρατία έγινε πιο ώριμη και διαφανής.

Συμπέρασμα

Το μόνο σίγουρο είναι ότι η ελληνική δημοσιογραφία βρίσκεται σε μία μεταβατική περίοδο, στην οποία η παλιά «άχρωμη» και «θεατρική» σύμβαση δημοσιογράφου-δέκτη,  πρέπει να μείνει στο παρελθόν.

Οι εποχές αλλάζουν, ο κόσμος ξυπνάει και η αλήθεια πουλάει. Πουλάει γιατί αυτό χρειάζεται ο κόσμος στις μέρες μας: Σκέτη και απλή αλήθεια.

Μοιράσου το:

Αλέξανδρος Πάλλας-Αναστασιάδης

Αλέξανδρος Πάλλας-Αναστασιάδης

Γεννήθηκα στη Χίο, αλλά μεγάλωσα κυρίως στη Θεσσαλονίκη. Πάθη μου η νομική, η δημοσιογραφία και τα κοινά. Σπουδάζω Νομική στο Ευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο Κύπρου και ταυτόχρονα κυνηγώ τα πάθη μου σε Ελλάδα και Κύπρο. Αρθρογραφώ κυρίως για να εκφράσω τις απόψεις μου, αλλά και τους προβληματισμούς μου για την καθημερινότητα. Το DREAM ON-line αποτελεί για εμένα μία πλατφόρμα νέων που εκφράζει όλες τις διαφορετικές πτυχές της καθημερινότητας και της πολυφωνίας.

Πρόσφατα

Διαβάστε Περισσότερα

Σχετικά Άρθρα