Στο πρόσωπο του Κάρλος Καρβαλιάλ, ο Ολυμπιακός βρήκε τον αντικαταστάτη του Ντιέγκο Μαρτίνεθ. Εμμονικός με την τακτική, εργατικός, μα πάνω απ’ όλα, πεισματάρης. Θα τα καταφέρει πίσω από τον Ερυθρόλευκο πάγκο;
Ο Ολυμπιακός, μετά την αποχώρηση του Πέδρο Μαρτίνς, μετράει «πληγές» στον πάγκο του. Ούτε ο Κορμπεράν, ούτε ο Μίτσελ, ούτε ο Μαρτίνεθ, ούτε φυσικά ο Ζοσέ Ανιγκό κατάφεραν να παρουσιάσουν ένα οργανωμένο σύνολο που πείθει με τις εμφανίσεις του. Κάθε προπονητής παρουσίαζε ένα διαφορετικό σύνολο το οποίο είχε εμφανείς παθογένειες εντός αγωνιστικού χώρου. Το αν ο Καρβαλιάλ θα μπορέσει να «καμουφλάρει» όλα τα διαφαινόμενα προβλήματα δεν μπορεί να απαντηθεί, όπως καταλαβαίνετε. Αυτό που μπορούμε όμως να κάνουμε, είναι να δούμε βήμα προς βήμα το παρελθόν του και να εξάγουμε τα δικά μας συμπεράσματα.
ΑΠΟ ΤΑ ΑΛΩΝΙΑ ΣΤΑ ΣΑΛΟΝΙΑ ΚΑΙ ΤΟΥΜΠΑΛΙΝ
Η προπονητική σταδιοδρομία του Καρβαλιάλ ξεκινάει από την «μικρή» Εσπίνιο. Μια ομάδα από την επαρχία του Αβέιρο, η οποία στο απόγειο της «δόξας» της, έφτασε να αγωνίζεται στην πρώτη κατηγορία της χώρας. Έναν χρόνο μετά τον υποβιβασμό της από εκεί, ο Καρβαλιάλ έρχεται, με στόχο την άμεση επάνοδο του συλλόγου. Οι «Τίγρεις» τερματίζουν στην έβδομη θέση, μόλις πέντε βαθμούς από τις θέσεις που οδηγούν στην άνοδο. Το πρώτο του «αγροτικό» δεν θα αργήσει να τελειώσει.
Λίγες ημέρες μετά την έναρξη της σεζόν, αποχωρεί από το Αβέιρο και καταφθάνει στην Φρεαμούνδε, της ίδιας κατηγορίας μόνο και μόνο για να απολυθεί στο τέλος αυτής και να αναλάβει την Βιζέλα της τρίτης κατηγορίας. Ξαφνικά ένα «άστρο» ξεκίνησε να ανατέλλει στα «στενοσόκακα» της Σεγούντα Β. Με έντεκα αγώνες αήττητος σε μόλις 14 παιχνίδια στον πάγκο των «Βιζελένσες», αποδέχεται την προσφορά της Ντεσπορτίβο Άβες, η οποία έδινε μάχη για την παραμονή στην κορυφαία κατηγορία.
Το «παραμύθι» εξελίσσεται σε εφιάλτη. Η Άβες χάνει αλλεπάλληλα παιχνίδια, και σε 22 παιχνίδια ο Καρβαλιάλ καταφέρνει να «γευτεί» το τρίποντο μόλις δυο φορές. Ο υποβιβασμός των –διαλυμένων πλέον- «Αετών» είναι αναπόφευκτος και ο Καρβαλιάλ αποφασίζει να επιστρέψει στην τρίτη κατηγορία και την Λεϊσόες.
ΤΟ ΜΑΓΙΚΟ ΤΑΞΙΔΙ ΤΩΝ «OS BEBES»
Όσο η Λεϊσόες μοχθούσε για την άνοδο της στην δεύτερη κατηγορία της χώρας, στο Κύπελλο Πορτογαλίας, ένα πρωτόγνωρο συμβάν αναμενόταν να συμβεί. Αποκλείοντας αρχικά τις Πεβιντέμ, Μορεϊρένσε και Πορτιμονένσε και μετέπειτα στον ημιτελικό την Μπράγκα, φτάνει στον τελικό του Κυπέλλου με αντίπαλο την Σπόρτινγκ Λισαβώνας.
Παράλληλα, πριν τον μεγάλο τελικό, ο κόσμος δεν μπορεί να «χωνέψει» το γεγονός ότι η ομάδα τους θα παρέμενε στα «χωράφια» της τρίτης κατηγορίας, χάνοντας την άνοδο στην ισοβαθμία από την Μάρκο. Με «μπουρλοτιέρη» τον Ανρί Αντουσέτ, η Λεϊσόες πήγαινε στο Εθνικό Στάδιο του Οέιρας, να υποδεχτεί την Σπόρτινγκ του Λάζλο Μπόλονι, η οποία με την σειρά της είχε κατακτήσει το πρωτάθλημα και διέθετε παίχτες όπως ο Ζαρντέλ, ο Πάουλο Μπέντο, ο Ρουί Ζόρζε και ο «δικός» μας Δημήτρης Ναλιτζής.
Μπροστά σε περίπου 40.000 θεατές, η Λεϊσόες «έπεσε» ηρωικά, χάνοντας με 1-0. Την διαφορά εκείνο το βράδυ, την έκανε ένα γκολ του Ζαρντέλ στο 40 ο λεπτό, όμως η Λεϊσόες ετοιμαζόταν να φορέσει από την τρίτη κατηγορία το ευρωπαϊκό της… «κουστούμι». Τότε ίσχυε ο κανονισμός, όπου ο φιναλίστ του Κυπέλλου έπαιρνε το ευρωπαϊκό εισιτήριο, αν ο νικητής είχε εξασφαλίσει την έξοδο στο Τσάμπιονς Λιγκ. Κάπως έτσι λοιπόν, η μοίρα έφερε την ομάδα του Ματοσίνιος στο Κύπελλο ΟΥΕΦΑ για πρώτη φορά μετά από 33 χρόνια.
Ήταν η πρώτη φορά που ένας σύλλογος θα αγωνιζόταν σε ευρωπαϊκές διοργανώσεις από την τρίτη κατηγορία οποιασδήποτε χώρας. Μάλιστα, στον πρώτο γύρο, προσπέρασε το εμπόδιο της Μπελάσιτσα από την Βόρεια Μακεδονία και μετά ήρθε στην Ελλάδα για να αγωνιστεί με τον ΠΑΟΚ. Ο «Δικέφαλος του Βορρά», τα… χρειάστηκε, χάνοντας στην Πορτογαλία με 2-1, αλλά εν τέλει πήρε την πρόκριση με την πειστική «τεσσάρα» στην Τούμπα.
ΝΕΟΙ ΟΡΙΖΟΝΤΕΣ ΑΝΟΙΓΟΝΤΑΙ
Ο Καρβαλιάλ, εκπλήρωσε την ονειρική και παρθενική πορεία στην Ευρώπη «πέφτοντας» με αξιοπρέπεια και ένα μήνα μετά τους αγώνες με τον ΠΑΟΚ, αποχώρησε από τον πάγκο του συλλόγου για να αφοσιωθεί στις σπουδές του πάνω στις αθλητικές επιστήμες. Αποφασίζει να απουσιάσει από τους πάγκους για ένα εξάμηνο. Εντυπωσιάζει με την διατριβή του στο πανεπιστήμιο, σε σημείο που τον παρότρυναν να γράψει βιβλίο για το ίδιο το πανεπιστήμιο.
Το σκέφτηκε, το προσπάθησε, ωστόσο την μελέτη δεν την απέβαλε ποτέ από πάνω του. Ανέλαβε την Σετουμπάλ, κέρδισε την άνοδο στην Πριμέιρα Λίγκα και μετέπειτα μετακόμισε στην Μπελενένσες, οδηγώντας την σε πλασάρισμα στην μέση της βαθμολογίας. Ένα κακό σερί τεσσάρων αγώνων στην επόμενη σεζόν, τον οδήγησαν στην έξοδο από το Ρεστέλο και έμεινε εκτός προπονητικής για σχεδόν έναν χρόνο.
Από τις 27 του Οκτώβρη το 2005, επέστρεψε στους πάγκους τον Μάιο του 2006 και συγκεκριμένα σε αυτόν της Μπράγκα με στόχο να προετοιμάσει την ομάδα για την επερχόμενη σεζόν. Κάνει μια καλή προετοιμασία και περνάει το εμπόδιο της Κιέβο Βερόνα για την είσοδο του συλλόγου στο Κύπελλο ΟΥΕΦΑ. Η -σύντομη- συνέχεια ωστόσο, κάθε άλλο παρά αποτελεσματική ήτανε. Αρχικά, στην πρώτη αγωνιστική των ομίλων, η Μπράγκα διασύρεται με 3-0 από την Άλκμααρ στην Ολλανδία.
Ακολουθούν «γκέλες» στο πρωτάθλημα απέναντι σε Νατάλ (1-1) και Μαρίτιμο (1-4) και παρά τα «ντόρτια» στην Σλόβαν Λίμπερετς, η ήττα από την Σπόρτιγνκ Λισαβώνας θα έρθει να βάλει την πρίζα στην «ηλεκτρική καρέκλα του». Ακολουθεί ένα πέρασμα από την Μπέιρα Μαρ το οποίο καταλήγει σε υποβιβασμό από την μεγάλη κατηγορία και επιστρέφει στην Σετουμπάλ για να συνεχίσει το έργο που άφησε στην «μέση» μετά την κατάκτηση της ανόδου. Εκεί, οδηγεί τους «Σαδίνος» στην κατάκτηση της έκτης θέσης, κερδίζοντας επάξια ένα ευρωπαϊκό εισιτήριο. Οι «μετοχές» του ανεβαίνουν. Το ηθικό του αναπτερώνεται και είναι πλέον αποφασισμένος να κυνηγήσει την τύχη του στο εξωτερικό.
Κάπου εκεί, οι δρόμοι του με την Ελλάδα συναντιούνται και πάλι. Αυτή τη φορά για μόνιμη διαμονή και όχι για έναν αγώνα. Ο Αστέρας Τρίπολης έχει μόλις απολύσει τον Παναγιώτη Τζαναβάρα και έχει βγει στο κυνήγι για ξένο προπονητή, ο οποίος θα αλλάξει επίπεδο στον σύλλογο και θα τον κάνει διεκδικητή για Ευρωπαϊκό εισιτήριο. Παρά τις αποτροπές του πρώην τεχνικού του Παναθηναϊκού, Ζοσέ Πεσέιρο, ο Καρβαλιάλ αποδέχεται την πρόταση, μόνο και μόνο για να αποτελέσει παρελθόν δέκα παιχνίδια αργότερα.
Επιστρέφει στην χώρα του για την Μαρίτιμο στα τέλη εκείνης την σεζόν και πριν καλά καλά εγκατασταθεί στην Μαδέιρα, αποδέχεται το κάλεσμα της Σπόρτινγκ Λισαβώνας. Εκείνη την σεζόν, οι «Βερδεμπλάνκος» έκαναν μια απο τις χειρότερες χρονιές στην σύγχρονη ιστορία τους. Τερμάτισαν στην τέταρτη θέση 30(!) πόντους μακριά από την κορυφή, δίνοντας την σκυτάλη στο τέλος της σεζόν στον Πάουλο Σέρτζιο.
Με την Σπόρτινγκ Λισαβώνας πλέον στο βιογραφικό του, μπήκε στα μπλοκάκια διάφορων ομάδων από το εξωτερικό. Αποφάσισε να απομακρυνθεί από τους πάγκους για μια σεζόν να εξετάσει τις επιλογές και τα θέλω του και το 2011 αποφασίζει να έρθει στην Τουρκία αρχικά για την Μπεσίκτας και μετέπειτα για την Μπασακσεχίρ. Οι «ασπρόμαυροι», τερμάτισαν στην τέταρτη θέση, 22 βαθμούς πίσω από την πρωταθλήτρια Γαλατασαράι, ενώ εξίσου τραυματικό ήταν το πέρασμά του απο την έτερη ομάδα της πρωτεύουσας, καθοδηγόντας σε δώδεκα παιχνίδια μετρώντας μόλις τρεις νίκες.
ΕΣΩΣΤΡΕΦΕΙΑ-ΑΠΟΧΗ-ΜΕΛΕΤΗ ΚΑΙ… ΕΚΤΟΞΕΥΣΗ
Το πέρασμα από την Τουρκία, έδωσε και επίσημα στον Καρβαλιάλ να καταλάβει ότι κάτι πάει στραβά. Ούτε ένα, ούτε δυο αλλά τρία ήταν τα χρόνια της αποχής του. Μελέτησε σύγχρονες τακτικές, μελέτησε τρόπους να είναι μεταδοτικός στους ποδοσφαιριστές, έγραψε μέχρι και βιβλίο, το οποίο μάλιστα έγινε ανάρπαστο και όταν ένιωσε πραγματικά έτοιμος, επέστρεψε στους πάγκους. Η Σέφιλντ Γουένσντεϊ ήταν αυτή που του έδωσε την πρώτη ευκαιρία «αναγέννησης» και την αντάμειψε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο.
Σχεδόν. Στον πάγκο των «Κουκουβάγιων», παρέμεινε για δυόμιση χρόνια και δυο φορές έφτασαν στο «τσακ» να κάνουν το άλμα για την Πρέμιερ Λιγκ. Τα πλέι-οφ ανόδου και τις δυο φορές αποδείχθηκαν όμως ανυπέρβλητα εμπόδια. Έχτισε ένα πολύ δυνατό σύνολο και το άφησε μόνο και μόνο για να προπονήσει την Σουόνσι, η οποία πάλευε για την παραμονή της.
Η αλήθεια είναι ότι στο μεγαλύτερο μέρος της σεζόν, φάνηκε να καταφέρνει. Ένα breakdown στις τελευταίες πέντε αγωνιστικές και μια καθοριστική ήττα από την υποβιβασμένη Στόουκ εντός έδρας, κατακερμάτισε κάθε ελπίδα των «Κύκνων» για παραμονή στα μεγάλα «σαλόνια». Επέστρεψε στην Πορτογαλία για την Ριο Άβε την οποία οδήγησε και στην Ευρώπη, ενώ στην μετά-Covid εποχή, βρέθηκε στον πάγκο της Μπράγκα μέχρι που αποχώρησε τον Ιούνιο του 2022. Η περσινή σεζόν, τον βρήκε στο Κατάρ και την Αλ Γουεχντά. Μετά απο μόλις τέσσερις αγώνες αντικαταστάθηκε από τον Μανόλο Χιμένεθ και ο Καρβαλιάλ βρέθηκε στην Θέλτα, την οποία έσωσε από τον υποβιβασμό. Αποχώρησε στο τέλος της σεζόν και πλέον επέστρεψε στην Ελλάδα για τον Ολυμπιακό.
ΜΑΝΙΑ ΚΑΙ ΕΡΩΤΑΣ ΜΕ ΤΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ
Ήδη αρκετοί από εσάς θα έχετε διαβάσει για την πληθώρα συστημάτων που έχει χρησιμοποιήσει ο Καρβαλιάλ κατά καιρούς σε όλες του τις ομάδες. Δηλαδή ότι δεν υπάρχει προσκόλληση σε κάποια συγκεκριμένη τακτική.Αυτό δεν είναι λάθος αλλά δεν είναι και εντελώς σωστό. Η αλήθεια είναι ότι πριν την τριετή, σχεδόν- αποχή του από τους πάγκους, δοκίμασε τα πάντα. Δοκίμασε το 4-2-3-1, δοκίμασε το 4-4-2 σε κάθε πιθανή του παραλλαγή, το 4-3-3, το 4-5-1, το 4-1-4-1.
Τίποτα από αυτά δεν πέτυχε στον απόλυτο βαθμό. Στην Σέφιλντ Γουένσντει και στην Ρίο Άβε έδειξε την προτίμησή του στο 4-2-3-1 και στο 4-4-2 με δύο «εξάρια». Στην Σουόνσι χρησιμοποίησε για πρώτη φορά σύστημα με τρεις αμυντικούς, κάτι που εν συνεχεία εγκαθίδρυσε και στην Μπράγκα. Στην Ισπανία επέστρεψε στο 4-4-2, με το οποίο κατάφερε και την «σωτηρία» στην κατηγορία.
Χωρίς να μπορώ να μιλήσω με καμία ασφάλεια, το μοτίβο και οι επιλογές του συστήματος ανά τρόπο παιχνιδιού, οδηγούν τον Ολυμπιακό σε ένα 4-2-3-1 ή σε ένα επιθετικό σχήμα αλά «Μπράγκα» με 3-4-3. Εικάζω λοιπόν ότι θα είτε θα δούμε μια παράταξη η οποία εκτός απο τετράδα στην άμυνα θα προσφέρει μια κεντρική γραμμή -λογικά- με Έσε και Αλεξανδρόπουλο στο «έξι» και «οκτώ» αντίστοιχα και τον Φορτούνη ανάμεσα από τους Μασούρα και Ποντένσε, είτε ένα σχήμα με τρία στόπερ, τους Ροντινέι και Ορτέγκα να λειτουργούν ως μπακ-χαφ και τους πλάγιους μεσοεπιθετικούς ως εσωτερικούς επιθετικούς πίσω από τον φορ.
Υπάρχει σίγουρα μεγάλη ανυπομονησία για την αποκάλυψη αυτού του κομματιού. Συν τοις άλλοις, ακόμη και ο ίδιος ο Καρβαλιάλ γνωρίζει ότι δεν μπορεί παρά να παίξει επιθετικά, όντας σε μια ομάδα η οποία δεδομένα κάνει πρωταθλητισμό, έστω και αν η εικόνα της δεν εμπνέει αυτή την διαπίστωση.
Αυτό που πρέπει να κάνει είναι να ξεμπερδέψει τους ίδιους τους ποδοσφαιριστές, οι οποίοι έχουν αγωνιστεί σε τέτοιους ρόλους που έχουν μπερδευτεί και οι ίδιοι. Ο νέος τεχνικός των
«Ερυθρόλευκων» θα αξιολογήσει το ρόστερ σε σημείο που ακόμη και η διαφαινόμενη διακοπή του πρωταθλήματος ελέω «στάσης» των διαιτητών, θα λειτουργήσει ευεργετικά υπέρ του. Κλείνοντας το κείμενο, επειδή νομίζω οτι σας κούρασα αρκετά, ο Κάρλος Καρβαλιάλ είναι ένας – ακόμη- κανονικός προπονητής για τα ευρωπαϊκά δεδομένα.
Είναι από τις καλύτερες λύσεις που υπήρχαν στην ελεύθερη αγορά Δεκέμβρη μήνα και «ανοιχτές» προς την προοπτική της Ελλάδας. Προφανώς ονόματα όπως ο Χάσενχουτλ, ο Γιοακίμ Λεβ, ο Λοπετεγκί, ο Φάβρ και ένα «σωρό» ακόμη προπονητών που ακούστηκαν, ανήκουν και θα ανήκουν στην σφαίρα της επιστημονικής φαντασίας.