24 Ιανουαρίου 2019
Τη στιγμή που η κυβέρνηση βρίσκεται σε πυρετώδη κλοιό προετοιμασίας ενόψει της ψήφισης της πολυαναμενόμενης Συμφωνίας των Πρεσπών, η υπόλοιπη χώρα διαιρείται ομολογουμένως σε δύο αντιμαχόμενα στρατόπεδα. Περιπλανώμενος τις τελευταίες μέρες στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και αντιμέτωπος με απόψεις αντικρουόμενες μεταξύ τους που όμως τόσο πολύ μοιάζουν σε τελική ανάγνωση, επιβεβαιώνεται για πολλοστή φορά η ξακουστή ‘θεωρία των άκρων’. Η εύλογη αντίφαση που δημιουργείται μπορεί εύκολα να εξηγηθεί από το γεγονός, ότι οι μεν επικριτές της συμφωνίας μιλούν για εθνική προδοσία και ξεπούλημα της Μακεδονίας, ενώ οι δε δεν διστάζουν να ταυτίσουν, χωρίς δεύτερη σκέψη, τους διαδηλωτές με εκείνα τα εξτρεμιστικά, ταραχοποιά στοιχεία που έκαναν δυστυχώς για άλλη μια φορά της εμφάνισή τους στο κυριακάτικο συλλαλητήριο του Συντάγματος. Κοινός παρονομαστής και των δύο είναι φυσικά ο φανατισμός και η μονομέρεια, απόρροια των οποίων είναι αυτή η αδιάλλακτη θέση που δεν επιδέχεται αμφισβήτησης, αφού το δίκιο των απόψεων τους είναι αδιαπραγμάτευτο, είτε πηγάζει από την εθνική υπερηφάνεια, είτε από την αντίσταση έναντι των παραδοσιακών δομών λειτουργίας του κράτους.
Στο δια ταύτα, ο πρωθυπουργός κατάφερε- γιατί περί κατορθώματος πρόκειται- να διχάσει τον ελληνικό λαό για δεύτερη φορά μέσα σε λιγότερο από τρία χρόνια, ύστερα από το δημοψήφισμα-παρωδία, το καλοκαίρι του 2015 και το ενδεχόμενο αυτές οι εξελίξεις να αποβούν μοιραίες, ακόμα και για την ίδια του την κυβέρνηση συγκεντρώνει αυξημένες πιθανότητες. Στον αντίποδα, η υποκριτική στάση της αξιωματικής αντιπολίτευσης, παρ’ όλο που γνωρίζει ότι η επικείμενη κύρωση της Συμφωνίας δημιουργεί τετελεσμένα, δεν καθιστά σαφές, για ψηφοθηρικούς λόγους, αν με την ενδεχόμενη ανάληψη της εξουσίας θα αποδεχθεί το νομοσχέδιο ή αν θα το αμφισβητήσει. Σε περίπτωση βέβαια που επικρατήσει το δεύτερο σενάριο, η χώρα θα βρεθεί στο εδώλιο των διεθνών κατηγοριών και θα τεθεί υπόλογη τόσο από νομικής όσο και από διπλωματικής άποψης. Ταυτόχρονα, ο πρώτος πολίτης της χώρας, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας αποφεύγει να πάρει σαφή θέση για το ζήτημα, φοβούμενος την πυροδότηση αντιδράσεων, αλλά ο καιρός πια κοντοζυγώνει.
Όσο λοιπόν επικρατεί αυτό το ‘αλαλούμ’ στην πολιτική ζωή της χώρας, η πολύκροτη συμφωνία, η οποία εν τέλει φαίνεται να συγκεντρώνει την απαραίτητη κοινοβουλευτική πλειοψηφία (με μία λογική ‘έλα εσύ, φύγε εσύ’), ώστε να περάσει από τη Βουλή, εκτός από το πολυσυζητημένο όνομα της ‘Βόρειας Μακεδονίας’ παραχωρεί επίσης στους γείτονες τη ‘μακεδονική γλώσσα’ και τη ‘μακεδονική εθνότητα’και παράλληλα αναγνωρίζει θεωρητικά την αμιγώς αρχαία ελληνική κληρονομιά της Μακεδονίας και εξαλείφει τις αλυτρωτικές διαθέσεις από το σύνταγμα των Σκοπίων. Εκ πρώτης όψεως, αν τοποθετούσαμε σε μία νομική ζυγαριά τα υπέρ και τα κατά της παρούσας συμφωνίας, θαρρώ πως η πλάστιγγα δεν θα έγερνε σημαντικά υπέρ της μίας ή της άλλης πλευράς. Δεδομένων των χειρισμών παλαιότερων δεκαετιών, μια ονομασία χωρίς τη χρήση του όρου ‘Μακεδονία’ ίσως να είναι όνειρο θερινής νυκτός. Προσωπικά, τάσσομαι κατά αυτής της Συμφωνίας, όχι τόσο λόγω της σύνθετης ονομασίας -η οποία βέβαια θα μπορούσε να περιέχει εκτός από γεωγραφικό ΚΑΙ πολιτιστικό προσδιορισμό- αλλά κυρίως λόγω της παράδοσης, ουσιαστικά της ελληνικής γλώσσας. Κατ’ αρχάς ο όρος ‘μακεδονική γλώσσα’ είναι ιστορικά ανακριβής. Οι αρχαίοι Μακεδόνες δεν μιλούσαν μακεδονικά, αλλά ελληνικά. Οι διάφορες τοπικές διάλεκτοι που αναπτύχθηκαν στη διάρκεια των αιώνων ήταν αποτέλεσμα της πολυπολιτισμικότητας της περιοχής, ωστόσο καμία απ’ αυτές δεν επέζησε για να θεωρηθεί γλωσσική απόγονος της ‘μακεδονικής’ που επιδιώκει να οικειοποιηθεί η γείτονα σλαβόφωνη χώρα. Το θέμα της γλώσσας συνιστά ανεπίτρεπτη εθνική υποχώρηση. ‘Οσον αφορά τη μακεδονική εθνότητα και τον αυτοπροσδιορισμό των γειτόνων ως Μακεδόνες, αδυνατώ να κατανοήσω πώς γίνεται οι κάτοικοι μιας περιοχής στην οποία κατά τεκμήριο ζούσαν σλάβοι να μετατρέπονται ξαφνικά, μετά τη διάσπαση της Γιουγκοσλαβίας σε Μακεδόνες, προκειμένου να καπηλευτούν μια γειτονική ιστορία ως αντιπαραβολή της δικής τους ανυπαρξίας.
Στην εξίσωση όλου αυτού του κοινωνικοπολιτικού αναβρασμού ήρθε να προστεθεί και το κυριακάτικο συλλαλητήριο, το οποίο επιχείρησε να πάρει τη μορφή λαϊκής εντολής ως ύστατη προσπάθεια να συνετίσει την κυβέρνηση. Κατά γενική ομολογία, οι ειρηνικές διαδηλώσεις και τα συλλαλητήρια αποτελούν ζωτικά όργανα της δημοκρατίας και αναφαίρετο δικαίωμα των πολιτών σε μια ευνομούμενη κοινωνία. Διαδηλωτές, όλων των ηλικιών έδωσαν ‘βροντερό παρών’ στη συγκέντρωση και δήλωσαν την ξεκάθαρη εναντίωσή τους στην επερχόμενη Συμφωνία. Ωστόσο δεν έλειψαν και τα παρατράγουδα: από τα πιο κωμικά, όπως οι περικεφαλαίες των γνήσιων απογόνων του Μεγάλου Αλεξάνδρου έως το λαϊκιστικό παραλήρημα της αδερφής του Κωνσταντίνου Κατσίφα και ορισμένων κληρικών. Βέβαια, είναι αδύνατο να παραλείψουμε και την ανάμειξη διαφόρων ακροδεξιών στοιχείων στα θλιβερά έκτροπα με την αστυνομία και την αδιανόητη απόφασή της τελευταίας να κάνει χρήση χημικών, ώστε να αποκρούσει τις βιαιότητες μεμονωμένων ομάδων, μέσα σε τόσες χιλιάδες ανθρώπους. Από την άλλη πλευρά, η μέθοδος του ‘τσουβαλιάσματος’ και η προσπάθεια επιβολής στερεοτύπων από διάφορες ριζοσπαστικές ομάδες είναι παντελώς ανακριβής και κατακριτέα. Έχοντας παρευρεθεί σε ανάλογο συλλαλητήριο, δηλώνω ευθαρσώς ότι κανείς δεν γίνεται ούτε φασίστας, ούτε ρατσιστής από μία τέτοια εκδήλωση και η συντριπτική πλειοψηφία λειτουργεί από αίσθημα υποχρέωσης και αγνής αγάπης προς τα κεκτημένα της πατρίδας του.
Ως επιμύθιο, θεωρώ ότι οι δρομολογημένες εξελίξεις περί του ‘μακεδονικού’ και η διαφαινόμενη κύρωση της Συμφωνίας θα είναι δυνατό να αξιολογηθούν μέσα σ’ ένα ευρύ φάσμα χρόνου. Ας μην ξεχνάμε ότι με την αναγνώριση των Σκοπίων ως ‘Βόρεια Μακεδονία’ από την ελληνική πλευρά, ανοίγει ‘φαρδιά-πλατιά’ ο δρόμος ένταξης της γείτονος στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στο ΝΑΤΟ. Η τρόπον τινά γαλούχηση των γειτόνων, υπό το πρίσμα της νέας μακεδονικής τους ταυτότητας θα αποτελέσει σημείο έρευνας μελλοντικών μελετητών, παρά το γεγονός ότι ήδη πριν ακόμη επισφραγιστεί η Συμφωνία των Πρεσπών, η σκοπιανή κυβέρνηση έχει δώσει επισφαλή δείγματα γραφής.
Υ.Γ. 140 χώρες έχουν αναγνωρίσει τα Σκόπια ως ‘Μακεδονία’. Ε ΚΑΙ;;;
Υ.Γ.2 Μακάρι η Συμφωνία να εγκαινιάσει ένα νέο κεφάλαιο συνεργασίας και ευημερίας μεταξύ των δύο λαών.