Ιστορικό Πλαίσιο
Πριν περάσουμε στην παρουσίαση των δύο ταινιών, θα ήταν χρήσιμο να αναφερθούμε συνοπτικά στο ιστορικό πλαίσιο της περιόδου. Η Ουρουγουάη από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και μετά άρχισε να ακολουθεί μια πτωτική πορεία. Το οικονομικό μοντέλο της «αυτάρκειας» που είχε δομήσει από τις αρχές του 20ου αιώνα και που εστίαζε στη δημιουργία μίας αυτοδύναμης εθνικής οικονομίας, η οποία θα βασίζεται σε μία ισχυρή βιομηχανία υπό την αιγίδα ενός κρατικού προστατευτισμού, άρχισε να κλονίζεται. Έτσι, η Ουρουγουάη οδηγήθηκε σε μια μακρά περίοδο κρίσης, η οποία κορυφώθηκε με το πραξικόπημα της 23ης Ιουνίου 1973 και τη 12ετή δικτατορία (1973-1985).
Αναφορικά με τις παρακάτω ταινίες, η μία ασχολείται με την κατάσταση της αναταραχής πριν την επιβολή του δικτατορικού καθεστώτος, ενώ η άλλη ταινία ασχολείται με τη χρονική διάρκεια των δώδεκα χρόνων της χούντας. Και στις δύο ταινίες έχει κυρίαρχο ρόλο η δράση του Κινήματος Εθνικής Απελευθέρωσης ή Εθνικού Απελευθερωτικού Κινήματος, Τουπαμάρος ή αλλιώς MLN (Movimiento de Liberación Nacional).
Οι Τουπαμάρος ήταν μία από τις ένοπλες οργανώσεις που πολέμησαν κατά των στρατιωτικών εξεγέρσεων και της κρατικής καταστολής· μία οργάνωση αντάρτικου πόλης, η οποία έδρασε στην Ουρουγουάη τη δεκαετία του 1960 και του 1970, όπου και το κίνημά τους απέκτησε σημαντικά ερείσματα στον λαό της Ουρουγουάης.
A Twelve-Year Night (2018)
Η ταινία «Μια νύχτα, δώδεκα χρόνια» ή «Μια δωδεκάχρονη νύχτα» βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα που είναι παρμένα από το βιβλίο-μαρτυρία των Μαουρίσιο Ροσενκόφ και Ελεουτέριο ‘Νιάτο’ Φερνάντες Ουιδόμπρο με τίτλο «Ημερολόγιο φυλακής» (Memorias del calabozo). Η ταινία παρουσιάζει τις ζωές τριών εκ των εννιά μελών της ομάδας Τουπαμάρος που κρατήθηκαν όμηροι και βασανίστηκαν από το δικτατορικό καθεστώς της Ουρουγουάης για δώδεκα ολόκληρα χρόνια. Αυτοί είναι ο Χοσέ Μουχίκα (Antonio de la Torre), ο οποίος το 2010 εξελέγη πρόεδρος της Ουρουγουάης, ο Μαουρίτσιο Ροσενκόφ (Chino Darín), συγγραφέας, ποιητής και δραματουργός, ο οποίος διετέλεσε Διευθυντής Πολιτισμού στο Μοντεβιδέο και ο Ελεουτέριο ‘Νιάτο’ Φερνάντες Ουιδόμπρο (Alfonso Tort), ο οποίος στη συνέχεια έγινε γερουσιαστής και υπουργός Αμύνης.
Ο στρατός δεν ήταν σε θέση να τους σκοτώσει λόγω της διεθνούς πίεσης και για αυτό αποφάσισε να τους βασανίσει ψυχικά και σωματικά. Τους φορούσαν κουκούλες, τους είχαν σε απομόνωση, σε απόλυτο σκοτάδι, δεν τους ικανοποιούσαν βασικές σωματικές ανάγκες, όπως η τουαλέτα, και τους υπέβαλλαν σε συνεχή απάνθρωπα βασανιστήρια. Αυτές είναι μερικές τακτικές που χρησιμοποιούσε το απολυταρχικό καθεστώς και έθεταν την ψυχική κατάσταση των ομήρων σε μεγάλο κίνδυνο.
Ο σκηνοθέτης και σεναριογράφος Άλβαρο Μπρέχνερ μας παρουσιάζει τα άγρια βασανιστήρια και τις απάνθρωπες συνθήκες που έζησαν αυτοί οι άνθρωποι σε διάφορα μέρη κράτησης τα δεκατρία περίπου χρόνια που ήταν όμηροι. Προβάλλει όλη την αγριότητα και την εκδικητικότητα των στρατιωτικών απέναντι στα στελέχη των Τουπαμάρος με έναν τρόπο μέσα από τον οποίο αναδεικνύεται η ψυχική δύναμη του ανθρώπου, η θέλησή του για ζωή και η πίστη στις ιδέες και τα ιδανικά του. Δημιουργεί σκηνές συναισθηματικά φορτισμένες, αρκετές από τις οποίες διανθίζει με μια δόση χιούμορ και ειρωνείας, δηλώνοντας το παράλογο διαφόρων καταστάσεων που συνέβαιναν τότε. Τέλος, είναι μία δυνατή ιστορικο-πολιτική ταινία, ύμνος στον αγώνα των Τουπαμάρος που αξίζει να τη δει κανείς.
The Year of Fury (2020)
Στην ταινία «Η Χρονιά της Οργής» παρακολουθούμε στιγμές από τις ζωές δύο σεναριογράφων γνωστής σατιρικής τηλεοπτικής σειράς στην Ουρουγουάη, του Λεονάρντο (Joaquín Furriel) και του Ντιέγο (Alberto Ammann), καθώς και ορισμένων κοντινών τους ατόμων. Οι δύο πρωταγωνιστές προσπαθούν −ο καθένας με τον τρόπο του− να μην καταπατήσουν τα πιστεύω και την ιδεολογία τους παρά τις πιέσεις και τη λογοκρισία που δέχονται από το κανάλι, ώστε να μην κάνουν πολιτική σάτιρα για τον στρατό. Επίσης, κεντρική φιγούρα στην ταινία έχει ο Χερμάν Ρόχας (Daniel Grao), ένας υπολοχαγός που φοίτησε σε Αμερικανική Σχολή στον Παναμά, η οποία εκπαίδευε στρατό της Λατινικής Αμερικής σε μεθόδους βασανιστηρίων και καταστολής, και που τώρα είναι υπεύθυνος για τα βασανιστήρια των αντιστασιακών.
Σε τρεις σκηνές είναι χρήσιμο να εστιάσουμε. Στην πρώτη ο Ρόχας κάνει μια αναφορά στα χρόνια που ήταν στον Παναμά και υπογραμμίζει πως «για τους Αμερικάνους η Ουρουγουάη, η Παραγουάη, η Χιλή, η Αργεντινή είναι όλες το ίδιο. Ασθενείς που θέλουν το ίδιο φάρμακο, γιατί έχουν την ίδια αρρώστια». Κάνει, λοιπόν, μια σαφή δήλωση στον επεμβατικό ρόλο της Αμερικής σε άλλα κράτη και στην προσπάθεια αλλαγής τους.
Στη δεύτερη σκήνη ο Λεονάρντο εξιστορεί στον Ντιέγο τις οκτώ απελπιστικές μέρες που πέρασε στη φυλακή και την παρ’ ολίγον εκτέλεσή του. Τονίζει πως τα απολυταρχικά καθεστώτα προσπαθούν να παίξουν με το μυαλό του ανθρώπου, να τον γεμίσουν με φόβο και φρίκη, κάποιες φορές χωρίς καν να τον αγγίξουν. Αυτό ακριβώς αποτυπώνεται με πιο γλαφυρό τρόπο και στην ταινία «A Twelve-Year Night».
Η τρίτη αφορά μια νύξη στο δημοψήφισμα που έγινε το 1980, με σκοπό να καταργηθεί παντελώς το σύνταγμα και τη σιωπηλή διαμαρτυρία των υποστηρικτών του «όχι». Μιας και δεν επιτρέπονταν οι διαδηλώσεις, επέλεξαν να διαμαρτυρηθούν χρησιμοποιώντας τους υαλοκαθαριστήρες των αυτοκινήτων, οι οποίοι κινούνται δεξιά και αριστερά δηλώνοντας με παραστατικό τρόπο την άρνησή τους σε αυτό που πάει να συντελεστεί.
Ο σκηνοθέτης και σεναριογράφος Ράφα Ρούσο στην ταινία αυτή δεν καταπιάνεται με γεγονότα που συνέβαιναν κατά τη διάρκεια της δικτατορίας, αλλά τον απασχολεί το τι συνέβαινε ένα χρόνο πριν από το πραξικόπημα και την επιβολή του δικτατορικού καθεστώτος στην Ουρουγουάη. Θέλει να αποτυπώσει το κλίμα που οδήγησε τη χώρα στη δωδεκαετή δικτατορία, τον φόβο, την καταπίεση, τη βία που πλανιόταν πάνω από τα κεφάλια του απλού λαού κάθε μέρα.
Κλείνοντας, είναι σημαντικό να τονίσουμε πως μέσα από αυτές τις δύο ταινίες μας δίνεται η ευκαιρία να έρθουμε πιο κοντά και να μάθουμε περισσότερα για τη χρονική περίοδο πριν και κατά τη διάρκεια της δικτατορίας στην Ουρουγουάη, καθώς και για τις πρακτικές καταστολής που χρησιμοποιήθηκαν τότε. Είναι μια καλή ευκαιρία να μάθουμε για μια χώρα για την οποία δεν γνωρίζουμε και πολλά πράγματα· που είναι τόσο μακριά από εμάς, αλλά και τόσο κοντά, μιας και αυτά που συνέβησαν εκεί συνέβησαν κι εδώ και αλλού και παντού. Θα λέγαμε, λοιπόν, πως αυτές οι ταινίες αποτίνουν φόρο τιμής σε όλους τους ανθρώπους που αντιστάθηκαν, πάλεψαν και διεκδίκησαν έναν καλύτερο, ελεύθερο και δίκαιο κόσμο, αλλά και μια υπενθύμιση για μας, ώστε να μην ξεχάσουμε και να μην επιτρέψουμε να επαναληφθούν παρόμοια γεγονότα.