Η 89η Διεθνής Έκθεση Θεσσαλονίκης άνοιξε τις πύλες της στις 6 Σεπτεμβρίου και, όπως κάθε χρόνο, τα βλέμματα στράφηκαν στην ομιλία του πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη. Η ΔΕΘ αποτελεί τον θεσμικό χώρο όπου κάθε κυβέρνηση παρουσιάζει το σχέδιό της για την οικονομία, σηματοδοτώντας την έναρξη της πολιτικής χρονιάς. Φέτος, η παρουσία του πρωθυπουργού συνδέθηκε με εξαγγελίες φορολογικών ελαφρύνσεων που στοχεύουν στη μεσαία τάξη, στις οικογένειες και στην αγορά ακινήτων. Ταυτόχρονα, όμως, οι αντιδράσεις της αντιπολίτευσης προδιαγράφουν μια σφοδρή πολιτική σύγκρουση, με αιχμή την ακρίβεια, τις κοινωνικές ανισότητες και τη συζήτηση γύρω από το μέλλον της κεντροαριστεράς.
Το οικονομικό επιτελείο οριστικοποίησε ένα πακέτο ύψους περίπου 1,5 δισ. ευρώ, το οποίο θα τεθεί σε ισχύ από το 2026. Οι βασικές παρεμβάσεις αφορούν αλλαγές στη φορολογική κλίμακα, με εισαγωγή χαμηλότερου συντελεστή για μεσαία εισοδήματα, με στόχο να αυξηθεί το καθαρό ποσό που φτάνει στην τσέπη των εργαζομένων. Παράλληλα, σχεδιάζεται αύξηση του αφορολόγητου για οικογένειες με παιδιά ή εναλλακτικά μια πρόσθετη έκπτωση φόρου ανά παιδί, μέτρο που συνδέεται με την αντιμετώπιση του δημογραφικού προβλήματος.
Επιπλέον, εξετάζονται ελαφρύνσεις στη φορολόγηση εισοδημάτων από ενοίκια, με σκοπό να δοθούν κίνητρα ώστε να επιστρέψουν στην αγορά κλειστά ακίνητα, συμβάλλοντας στη μερική αποκλιμάκωση της στεγαστικής κρίσης. Το κυβερνητικό αφήγημα εστιάζει στο ότι οι ελαφρύνσεις είναι αποτέλεσμα της βελτίωσης των δημοσίων οικονομικών, της αύξησης των εσόδων μέσω της ψηφιοποίησης και της σταθερής πορείας προς πρωτογενή πλεονάσματα. Με άλλα λόγια, η κυβέρνηση θέλει να δείξει ότι μπορεί να συνδυάσει δημοσιονομική πειθαρχία με ουσιαστικές παροχές.
Η συγκυρία είναι κρίσιμη: οι πολίτες πιέζονται έντονα από την ακρίβεια, με τα τρόφιμα και τη στέγη να παραμένουν στις πρώτες θέσεις της κοινωνικής δυσαρέσκειας. Έτσι, η Θεσσαλονίκη έγινε για τον πρωθυπουργό η ευκαιρία να παρουσιάσει μια θετική ατζέντα που θα απευθύνεται κυρίως στα μεσαία στρώματα. Ωστόσο, οι εξαγγελίες δεν έμειναν αναπάντητες. Ο Αλέξης Τσίπρας, ο οποίος βρίσκεται σε φάση πολιτικής επαναδραστηριοποίησης, επέκρινε τις ανακοινώσεις υποστηρίζοντας ότι δεν αντιμετωπίζουν τις πραγματικές αιτίες της ακρίβειας.

Όπως τόνισε, οι φοροελαφρύνσεις μπορεί να έχουν επικοινωνιακό χαρακτήρα, αλλά αφήνουν ανέπαφη τη βαριά έμμεση φορολογία και δεν αγγίζουν τα καρτέλ που ανεβάζουν τις τιμές σε βασικά αγαθά. Ο πρώην πρωθυπουργός πρότεινε μείωση του ΦΠΑ σε είδη πρώτης ανάγκης και στοχευμένη στήριξη των πιο ευάλωτων νοικοκυριών, ασκώντας σκληρή κριτική στη «μονόπλευρη» στήριξη της μεσαίας τάξης.
Παράλληλα, οι συζητήσεις γύρω από τον ίδιο τον Τσίπρα έχουν πάρει νέα διάσταση, καθώς φημολογείται η πιθανότητα δημιουργίας νέου κόμματος από τον ίδιο. Στελέχη κοντά του αναφέρουν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έχει μετατραπεί σε «βαρίδι» και ότι εξετάζεται η δημιουργία ενός νέου φορέα που θα επιχειρήσει να συγκεντρώσει πρόσωπα και δυνάμεις εκτός του παραδοσιακού χώρου της Κουμουνδούρου. Αν και επίσημη ανακοίνωση δεν υπάρχει, το ενδεχόμενο αυτό τροφοδοτεί έντονες συζητήσεις στο πολιτικό παρασκήνιο και προσθέτει βάρος στις παρεμβάσεις του, καθώς παρουσιάζεται ως ένας πιθανός πρωταγωνιστής της επόμενης μέρας στην κεντροαριστερά.
Η αντιπαράθεση δεν περιορίζεται στον ΣΥΡΙΖΑ. Κόμματα της αντιπολίτευσης, όπως το ΠΑΣΟΚ και η Πλεύση Ελευθερίας, επισημαίνουν ότι η κυβέρνηση εστιάζει σε μεσοπρόθεσμα μέτρα που θα ισχύσουν από το 2026, ενώ η κοινωνία δοκιμάζεται σήμερα από την ακρίβεια. Η κριτική τους επικεντρώνεται στην ανάγκη άμεσων παρεμβάσεων, όπως επιδοτήσεις λογαριασμών ενέργειας ή στήριξη της αγοραστικής δύναμης των χαμηλών εισοδημάτων. Έτσι, η ΔΕΘ εξελίσσεται σε αφετηρία μιας νέας πολιτικής αντιπαράθεσης, με τον Μητσοτάκη να επενδύει σε μια εικόνα σταθερότητας και προοπτικής και την αντιπολίτευση να προβάλλει την κοινωνική διάσταση της κρίσης.
Η Διεθνής Έκθεση Θεσσαλονίκης δεν είναι απλώς μια εμπορική έκθεση, αλλά το σημείο όπου χαράσσονται πολιτικές ισορροπίες. Το «καλάθι» Μητσοτάκη με τις φοροελαφρύνσεις επιδιώκει να δημιουργήσει αίσθηση ανάσας στα μεσαία στρώματα και να δώσει σήμα εμπιστοσύνης στην οικονομία.
Την ίδια ώρα, οι αντιδράσεις των άλλων κομμάτων και οι διεργασίες γύρω από τον Τσίπρα φανερώνουν ότι η μάχη για το αντιπολιτευτικό προβάδισμα θα είναι σκληρή. Το ερώτημα που θα κριθεί τους επόμενους μήνες είναι αν οι εξαγγελίες θα αποδειχθούν αρκετές για να βελτιώσουν την καθημερινότητα των πολιτών και να αναδιατάξουν τους πολιτικούς συσχετισμούς.