Λίγο προτού ολοκληρωθεί ο κύκλος παραστάσεών τους στη Θεσσαλονίκη, τη Δευτέρα 15/12 και την Τρίτη 16/12 στο Θέατρο Τ, οι συντελεστές της παράστασης “Πάντοτε ζήλευα τα αποδημητικά πουλιά” μας μίλησαν για το θέατρο ως πράξη πολιτική σε μια εποχή μεγάλης βιαιότητας και σιωπηρής συνενοχής.
Μέσα από τα γεγονότα της ζωής της Αμερικανίδας ακτιβίστριας Ρέιτσελ Κόρι, που το 2003 έχασε τη ζωή της στη Γάζα και αντλώντας υλικό από κείμενα που έγραψε η ίδια, ο δραματουργός και σκηνοθέτης της παράστασης, Παναγιώτης Γκιζώτης και η ηθοποιός Αγγελίνα Τερσενίδου αφηγούνται επί σκηνής μια ιστορία που συγκινεί χωρίς να εκβιάζει και στρέφει το βλέμμα μας στο εδώ και τώρα. Τους ευχαριστούμε θερμά για την κουβέντα.
-Πότε ήρθατε πρώτη φορά σε επαφή με την ιστορία της Αμερικανίδας ακτιβίστριας Ρέιτσελ Κόρι; Πότε νιώσατε την ανάγκη να δώσετε στην ιστορία της θεατρική υπόσταση; Γιατί επιλέξατε αυτή την ιστορία μεταξύ άλλων;
Παναγιώτης: Για αρχή, το να συναντήσει κανείς την ιστορία της Ρέιτσελ, ως συμβάν και μόνο, είναι αρκετά εύκολο αν ερευνήσει έστω και λίγο την ιστορία του Παλαιστινιακού. Η είδηση ότι μια εβραία Αμερικανίδα είχε δολοφονηθεί στην Παλαιστίνη από τον Ισραηλινό στρατό είχε κατακλύσει τα τότε μέσα ενημέρωσης και η γενιά των γονιών μας ήταν αρκετά εξοικειωμένη με αυτή.
Το ιδιαίτερο όμως με την περίπτωσή της ήταν τα γραπτά που άφησε πίσω, όταν η οικογένειά της αποφάσισε να τα φέρει στη δημοσιότητα, ψάχνοντας δικαιοσύνη για τον θάνατο του παιδιού της. Κείμενα που διέπονται από μία ανθρωπιά σχεδόν δυσεύρετη σε πλαίσια ορυμαγδού, όπως αυτόν της Παλαιστίνης. Αυτή η ανθρωπιά λειτουργεί ως φάρος, ως μια δέσμη φωτός μέσα στο σκοτάδι της πραγματικότητας του απαρτχάιντ· ένα φως που μας επιτρέπει να δούμε την ιστορία μέσα από τα μάτια ανθρώπων και συμβάντων και όχι μέσω στυγνών στατιστικών και θανατολόγιων.
Αφορμή για την επιλογή σίγουρα υπήρξε η 7η του Οκτώβρη και τα γεγονότα που ακολούθησαν, παρόλο που ήμασταν ήδη εξοικειωμένοι με τα κείμενά της από πριν. Όχι ως μια πρώτη αντίδραση φυσικά – οι εξελίξεις εκείνη την περίοδο ήταν πολύ ραγδαίες για να μπορέσουμε να αντιδράσουμε νουθετημένα – αλλά καθώς η γενοκτονία συνεχιζόταν τόσο συστηματικά και τόσο βίαια νιώσαμε την ανάγκη να κάνουμε και εμείς κάτι γι’ αυτό, σαν κάλεσμα, σαν καθήκον.
Η επιλογή να μιλήσουμε για το 2003 έγινε, πέρα από την απόλυτη δύναμη των κειμένων της Ρέιτσελ που πήραμε ως αφορμή, γιατί η επικαιρότητα από την 7η του Οκτώβρη μέχρι και σήμερα εξελίσσεται τρομερά ραγδαία και δεν νιώθαμε ότι μπορούσαμε να μιλήσουμε καθαρά για αυτήν.
Επίσης δεν θέλαμε καθόλου η παράσταση να γίνει στα πλαίσια “μόδας”, ότι δηλαδή μιλάμε για κάτι αποκλειστικά της επικαιρότητας, κάτι πρόσκαιρο – όχι, θέλαμε να γίνει σαφές ότι η σημερινή κατάσταση, όπως και τα γεγονότα του Οκτώβρη, είναι άμεσα παράγωγα της ιστορίας του απαρντχάιντ· ο εκτοπισμός, η εξαθλίωση, η υφαρπαγή γης και οι δολοφονίες συμβαίνουν από πολύ πριν και είναι καθήκον μας να μελετήσουμε και να γνωρίζουμε τα γεγονότα πριν το μεγάλο “μπαμ”.

-Τι βάρος κουβαλάει μια παράσταση που η θεματική της σχετίζεται με κάτι που συμβαίνει ταυτόχρονα, κάτι που ακόμα εξελίσσεται; Μια παράσταση, δηλαδή, που μιλάει για μια γενοκτονία που δεν έχει τελειώσει;
Παναγιώτης: Πολύ μεγάλο. Το “καθήκον” για το οποίο μιλήσαμε πριν είναι πολύ ενδεικτικό σε σχέση με το πως αντιλαμβανόμασταν το “καλλιτεχνικό αποτέλεσμα” της παράστασης. Όταν το διακύβευμά σου είναι τόσο μεγάλο και νιώθεις κάτι μέσα σου που ουρλιάζει “Μίλα!”, είναι τρομερή η δύναμη που αισθάνεσαι να δουλέψεις όλο και πιο σκληρά ώστε το μήνυμά σου να είναι πιο ισχυρό, να αγγίζει πραγματικά τον θεατή -και ίσως- να τον μετατοπίζει.
Δουλεύαμε ατελείωτες ώρες για αυτή την παράσταση, υπήρχαν φορές που τελείωνε η πρόβα τα ξημερώματα, κοιμόμασταν για λίγο στον χώρο τον προβών και συνεχίζαμε πάλι το πρωί. Ξεπεράσαμε πολύ μεγάλα εμπόδια και κατά πολύ τα όριά μας για να την φέρουμε εις πέρας, μεγαλύτερα από οτιδήποτε άλλο έχουμε έρθει αντιμέτωποι μέχρι στιγμής στην όποια δουλειά, και νομίζω ότι αυτό που μας έδωσε τη δύναμη να το κάνουμε ήταν το κοινό μας αίσθημα ως προς αυτό το καθήκον.


-Πώς διαχειρίζεστε τα συναισθήματά σας την ώρα της ερμηνείας, δεδομένου ότι πρόκειται για συναισθήματα του τώρα;
Αγγελίνα: Σύμφωνα με τη δραματουργία που έχει διαμορφώσει ο Παναγιώτης, η επιλογή και η συρραφή των κειμένων έχει γίνει με τέτοιο τρόπο ώστε το ένα να φέρνει οργανικά το άλλο και να υπάρχει μια συνεχόμενη ροή στην αφήγηση· για να ακολουθήσεις αυτή τη ροή πρέπει να περνάς από διάφορες καταστάσεις και συναισθήματα που σου επιβάλλει με έναν τρόπο το κείμενο, ώστε να περνάει η ιστορία του καθαρά. Το στοίχημά μας κάθε φορά είναι αυτό όντως να συμβαίνει στο εδώ και στο τώρα. Δηλαδή η ροή αυτή να με μεταφέρει από το ένα συναίσθημα στο άλλο οργανικά και όχι ως μια αναμνηστική-διεκπαιρεωτική λειτουργία.
“Η αποφυγή του διδακτισμού είναι κάτι το αυτονόητο, αν και εύκολα πιάνεσαι στα δίχτυα του”
-Τι σας δυσκόλεψε περισσότερο στη δραματουργία και στην υποκριτική προσέγγιση αυτού του έργου;
Παναγιώτης: Νομίζω ήταν δύο οι πολύ μεγάλες παγίδες που θέλαμε να αποφύγουμε: να μην μπούμε στην ευκολία ενός διδακτισμού και να μην λειτουργούμε στα πλαίσια ενός συμβατικού μονόλογου.
Η αποφυγή του διδακτισμού είναι κάτι το αυτονόητο, αν και εύκολα πιάνεσαι στα δίχτυα του. Κάνουμε μια θεατρική παράσταση, δεν κατέχουμε καμία απόλυτη αλήθεια άρα δεν μπορούμε να συμπεριφερθούμε σαν κάτοχοί της, κηρύσσοντας την δίχως αυτό-αμφιβολίες.
Η συμβατική λειτουργία του μονολόγου από την άλλη είναι κάτι πιο μετέωρο. Αντιμετωπίσαμε τον μονόλογο ως έναν συνεχόμενο διάλογο. Μέσω της ροής που αναφέραμε και την ανάγκη να συμβαίνουν τα πράγματα σε ένα πραγματικό εδώ και τώρα. Θέλαμε το καθετί που λέει και κάνει η ηρωίδα, η κάθε αλλαγή μουσικής, σκηνικού ή διακυβεύματος να έρχεται σε συνομιλία με τα υπόλοιπα. Ένας συνεχής διάλογος, δηλαδή, μεταξύ τους που θα πυροδοτεί το επόμενο, ώστε η ιστορία να εκτυλίσσεται μέσω μιας συνεχούς και αρμονικής ροής.

“Πρέπει να αντισταθούμε στην τάση της εποχής για όγκο υλικού αντί ποιότητας”
-Ένα στοιχείο της παράστασης, που ίσως δεν το περιμένει ο θεατής, είναι η σχέση της ηρωίδας με τους γονείς της. Πώς αντιλαμβάνεστε εσείς αυτή τη σχέση, σε συνδυασμό με την πολιτική ταυτότητα που επιλέγει ο καθένας;
Παναγιώτης: Είναι και αυτό ένα από τα στοιχεία ανθρωπιάς που διακατέχει τη γραφή της. Ήταν ένας παθιασμένος άνθρωπος που ζητούσε την ανθρώπινη επαφή, ερχόταν κοντά με τους ανθρώπους στην Παλαιστίνη, προσπαθούσε να καταλάβει τη ζωή τους αφαιρώντας, όσο πιο πολύ μπορούσε, από μέσα της το πρίσμα της δυτικής ανατροφής της. Γι’ αυτό και λέμε ότι μας επιτρέπει να δούμε την ιστορία ως μια φλοίδα της πραγματικότητας των ανθρώπων εκεί πέρα και όχι ως μια στατιστική.
-Είναι το θέατρο ένας αξιόπιστος τρόπος μεταφοράς ειδήσεων ή ιστορικών γεγονότων;
Παναγιώτης: Αν ενδιαφερόμαστε να είμαστε πιστοί στη θεματική και στους προβληματισμούς που θέτουμε, θα πω ότι ως δημιουργοί οφείλουμε να είμαστε αξιόπιστοι. Ζούμε πλέον σε έναν κόσμο που για κάθε μία είδηση από αξιόπιστες πηγές υπάρχουν άλλες δέκα αμφιβόλου προελεύσεως. Πρέπει να αντισταθούμε στην τάση της εποχής για όγκο υλικού αντί ποιότητας.
“Η επόμενη μέρα μπορεί να σε βγάλει ψεύτη”
-Γιατί θεωρείται πως στο θέατρο πιο σπάνια «αγγίζονται» ζητήματα ή γεγονότα που αφορούν τη σύγχρονη πραγματικότητα; Ποιος θεωρείται ότι είναι ο ρόλος του καλλιτέχνη σε όσα συμβαίνουν στο εδώ και τώρα;
Παναγιώτης: Και εγώ αναρωτιέμαι γι’ αυτό. Καταλαβαίνω τη γοητεία των “πανανθρώπινων” κλασσικών και αντιλαμβάνομαι πολύ καλά τις πολύπλευρες πτυχές και θεματικές που εμπεριέχονται σε αυτά τα “ιερά” κείμενα, παρόλα αυτά νιώθω ότι το σύγχρονο θέατρο δυσκολεύεται τόσο να βρει τα πατήματά του και κατ’ επέκταση το κοινό του, γιατί θεωρεί τον εαυτό του συνεχώς υπόλογο σε αυτά.
Κατακεραυνώνει πολύ εύκολα τις νέες προσπάθειες παραθέτοντάς τες απέναντι στα ήδη καταξιωμένα κλασικά, που συχνά ξεχνάμε πόσο ενίοτε παραγκωνισμένα ήταν στον καιρό τους και δημιουργεί μια αγορά που ζητάει αυτό που ήδη ξέρει, αυτό που έχει ακουστεί, δεν υπάρχει σε αυτήν χώρος για το καινούριο.
Από την άλλη, το να μπορέσει μια νέα δραματουργία να αφορά πραγματικά το σήμερα χωρίς να πέφτει στις χιλιάδες παγίδες που αυτό ενέχει είναι τρομερά δύσκολο και σπάνιο. Ιδιαίτερα στην κοινωνία που ζούμε σήμερα, τόσο κατακλυσμένη από συνεχείς και ραγδαίες αλλαγές, νιώθω ότι εύκολα μπορείς να χαθείς αν προσπαθήσεις να μιλήσεις άμεσα για αυτή. Η επόμενη μέρα μπορεί να σε βγάλει ψεύτη.
Έτσι επιστρέφουμε στα στεγανά μας, ως μια ανάγκη για έναν επαναπροσδιορισμό σε κάτι σταθερό, μια άγκυρα που στέκει αλώβητη μέσα στην τρικυμία των καιρών μας.
-Έχετε και οι δύο αποφοιτήσει από το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος, πράγμα που σημαίνει ότι οι ρίζες σας και ο πρώτος καρπός της επαγγελματικής σας πορείας ξεκινούν από τη Θεσσαλονίκη. Πώς αποφασίσατε να εγκατασταθείτε στην Αθήνα; Θεωρείται πως η Θεσσαλονίκη δεν προσφέρει ευκαιρίες σε νέους καλλιτέχνες; Πείτε μας λίγα λόγια για την εμπειρία σας στο χώρο του θεάτρου και για τις δυσκολίες που συναντήσατε μετά την αποφοίτηση από τη σχολή.
Παναγιώτης-Αγγελίνα: Πιστεύουμε πως για το θέατρο η Αθήνα είναι μονόδρομος δυστυχώς. Παρόλα αυτά, για να μην αναπαράγουμε μία ακόμη φορά την χιλιοειπωμένη αυτή πραγματικότητα, θέλουμε να εστιάσουμε στο γεγονός ότι παρατηρούμε προσπάθειες που γίνονται στην πόλη μας με σκοπό να αντισταθούν σε αυτό. Προσπάθειες που είναι άξιες της προσοχής μας και έχουμε καθήκον να στηρίξουμε, αν θέλουμε να διεκδικήσουμε κάτι αντίθετο με το παραπάνω.
Παρατηρούμε ότι ο νέος κόσμος είναι πολύ επιφυλακτικός με το να πάει θέατρο, πολύ πιθανό λόγω του προϋπάρχοντος θεατρικού τοπίου της πόλης και πρέπει να δούμε πως θα τον κινητοποιήσουμε ώστε να το κάνει. Με λίγα λόγια, πρέπει να στηρίζουμε τους τοπικούς καλλιτέχνες, ώστε να δημιουργήσουμε το καλλιτεχνικό πλαίσιο που θέλουμε εμείς να γεμίζει την πόλη.

-Πώς θα θέλατε ή αναμένετε να φύγει ο θεατής από την παράσταση;
–Ελπίζουμε κινητοποιημένος. Συνήθως φεύγουν με δάκρυα, ελπίζουμε αυτά τα δάκρυα να είναι δάκρυα που θα ξεχειλίσουν το ποτήρι και όχι δάκρυα καταπραϋντικά.
Συνέντευξη: Βασιλική Παρίση & Σοφία Συμεωνίδου
ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ
Χώρος: Θέατρο Τ, Αλεξάνδρου Φλέμινγκ 16, Θεσσαλονίκη
Τελευταίες παραστάσεις: Δευτέρα 15& Τρίτη 16 Δεκεμβρίου 2025, στις 21:30
Διάρκεια παράστασης: 75 λεπτά
Τιμές εισιτηρίων: 12€ Κανονικό | 8€ Μειωμένο (ΑμεΑ, φοιτητών, ανέργων, πολυτέκνων)
Προπώληση εισιτηρίων: https://www.more.com/gr-el/tickets/theater/pantote-zileua-ta-apodimitika-poulia/
Parking: Ιδιωτικός χώρος parking ακριβώς δίπλα από το Θέατρο Τ. Τιμές: 3€ η πρώτη ώρα | +1€ για κάθε επόμενη ώρα





