Από το Ισλάμ ως θρησκεία στον Ισλαμισμό ως πολιτική ιδεολογία

Η θρησκεία είναι ένα κομμάτι το οποίο ενυπάρχει στη ζωή των ανθρώπων, κάποιων λιγότερο, κάποιων περισσότερο. Όσο προοδεύει η ανθρώπινη κοινωνία, καταφέρνει η θρησκεία να μετεξελίσσεται και να ανταπεξέρχεται στις εκάστοτε προκύπτουσες μεταβολές, διατηρώντας παράλληλα τον πυρήνα του σώματος των κοινών πεποιθήσεων που συνδέουν την κοινότητά της.

Όταν, ωστόσο, προκύπτουν έντονες κοινωνικοοικονομικές μεταβολές, τότε είναι που καλείται να αποδείξει τη δύναμή της, η οποία δεν είναι άλλη από τη δυνατότητα ανόθευτης αναπροσαρμογής της. Με τη σύγχρονη άνοδο του καπιταλιστικού συστήματος και των παρεπόμενων συνεπειών που επιφέρει, δεν είναι εύκολο για όλες τις θρησκείες να ανταπεξέλθουν στον ίδιο βαθμό, με χαρακτηριστικό παράδειγμα να αποτελεί το Ισλάμ. Με αφορμή την κυριαρχία της αστικής τάξης, θεωρεί το υπάρχον πολιτικό σύστημα ως το αίτιο για την «αποηθικοποίηση» και τη διαφθορά. Αναπτύσσει μια καινοφανή ερμηνεία των θρησκευτικών του διδασκαλιών και κατόπιν αξιώνει για αυτές την αδιαμφισβήτητη εξουσία.

Το παρόν εκπόνημα προσπαθεί να παρουσιάσει τη μεταβολή αυτή, το πώς εξελίχθηκε το Ισλάμ, για μεγάλο μέρος του σώματός των πιστών του, από θρησκευτική αντίληψη και ζωή σε πολιτική ιδεολογία. Με εμβληματικό τρόπο και καθαρότητα κατάφερε να το αναδείξει ήδη ο Chris Harman, κάποιες παραστατικές εκφράσεις του οποίου χρησιμοποιούνται και αυτούσια. Σε κάθε περίπτωση, ελπίδα του παρόντος αποτελεί να διαφανεί πως το παραδοσιακό Ισλάμ δεν μπορεί εύκολα να επιβιώσει στο σύγχρονο σύστημα ανάπτυξης χωρίς να αποκτήσει ιδεολογική προσαρμοστικότητα και διανοητική ευλυγισία, με παράλληλη, φυσικά, ουδετερότητα και ανοχή του κράτους.

Ι. Η έννοια του φονταμενταλισμού

Στο χώρο της Πολιτικής Επιστήμης, η μελέτη και η γνώση των πολιτικών ιδεολογιών κρίνεται απαραίτητη προκειμένου να μπορεί κανείς να σκέφτεται «πολιτικά». Παρά το γεγονός, καταρχήν, ότι δεν έχει υπάρξει ομοφωνία για την αποδοχή ενός κοινού ορισμού ως προς την έννοια της ιδεολογίας, αυτή μπορεί να εννοιολογηθεί ως «ένα συνεκτικό σύνολο ιδεών, που παρέχει τη βάση για οργανωμένη πολιτική δράση, είτε έχει ως στόχο της τη διατήρηση, την αλλαγή ή την ανατροπή του υπάρχοντος συστήματος εξουσίας».

Ο θρησκευτικός φονταμενταλισμός αποτελεί μια περίπτωση που μπορεί να θεωρηθεί ως «άτυπη» πολιτική ιδεολογία, λαμβάνουσα ολοένα και μεγαλύτερη υπόσταση από τα τέλη του εικοστού αιώνα. Ειδικότερα, η έννοια του φονταμενταλισμού προέρχεται από το λατινικό fundamentum, που σημαίνει θεμέλιο. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι οι πρώτες «επίσημες» χρήσεις του όρου έγιναν από τους Αμερικανούς Προτεστάντες, κατά τον εικοστό αιώνα, προκειμένου να υποστηριχθεί η κατά γράμμα ερμηνεία της Βίβλου, του θεμελίου της χριστιανικής πίστης, απέναντι στις σύγχρονες ερμηνείες του Χριστιανισμού.

Όσον αφορά στην έννοια του φονταμενταλισμού, παρά το γεγονός ότι είναι αρκετά αμφιλεγόμενη, μπορεί να ειπωθεί ότι θεωρείται «ως ένα ιδιαίτερο είδος κινήματος ή θρησκευτικό-πολιτικού εγχειρήματος».  Αναμφισβήτητα μπορεί να διαποτίσει πολλές, ακόμα και όλες, τις θρησκείες, ασχέτως των διαφορών τους σε ζητήματα δομικά ή δογματικά, ενώ το βασικό χαρακτηριστικό που καθιστά τον φονταμενταλισμό πολιτική ιδεολογία είναι η αντιμετώπιση των θρησκευτικών ιδεών όχι τόσο ως μέσων εξωραϊσμού των πολιτικών δογμάτων όσο ως της βασικής ουσίας της ίδιας της πολιτικής σκέψης.

Μια γενίκευση των αιτιών που οδήγησαν στη γέννηση του φονταμενταλισμού σίγουρα δεν συνιστά ένα απλό εγχείρημα, ωστόσο δύσκολα μπορεί να αμφισβητηθεί ότι «ο φονταμενταλισμός εγείρεται σε βαθύτατα προβληματικές κοινωνίες, ιδιαίτερα σε κοινωνίες που πλήττονται από μια πραγματική ή υποθετική κρίση ταυτότητας». Η εκκοσμίκευση, η μετα-αποικιοκρατία και η παγκοσμιοποίηση είναι οι τρεις παράγοντες που μπορεί να λεχθεί ότι έχουν οδηγήσει σε τέτοια κρίση.

Απέναντι στην εκκοσμίκευση, πρώτα, την εξάπλωση δηλαδή των ορθολογικών ιδεών στη θέση των αντίστοιχων θρησκευτικών, «ο φονταμενταλισμός αντιπροσωπεύει μια ηθική διαμαρτυρία ενάντια στην παρακμή και στην υποκρισία». Επιπλέον, τη στιγμή που παραδόθηκε η σκυτάλη εκμετάλλευσης του «κεφαλαίου» από τους παραδοσιακούς ιμπεριαλιστές στους νέους μεγαλοαστούς των πρώην αποικιών, διασφαλίστηκε η συνέχεια της ύπαρξης ανισότητας και υποτέλειας σε «δυτικά» συμφέροντα, δημιουργώντας όμως παράλληλα πεδίο για την ανάπτυξη μιας «αντιδυτικής» ταυτότητας, της φονταμενταλιστικής. Τέλος, η ολοένα και μεγαλύτερη παγκοσμιοποίηση αφήνει χώρο αντικατάστασης του έθνους, ως έννοιας, από τη θρησκεία.

ΙΙ. Από το Ισλάμ ως θρησκεία στον Ισλαμισμό ως ιδεολογία

Α. Το Ισλάμ ως θρησκεία

Όπως ήδη έχει ειπωθεί, ο φονταμενταλισμός μπορεί να διαποτίσει πολλές, ακόμα και όλες, τις θρησκείες, ασχέτως των διαφορών τους σε ζητήματα δομικά ή δογματικά. Ωστόσο, συγκεκριμένες θρησκείες μπορεί να είναι περισσότερο επιρρεπείς σε φονταμενταλιστικές τάσεις από κάποιες άλλες. Ως παράδειγμα τέτοιας θρησκείας αξίζει να διερευνηθεί αν και κατά πόσο δύναται να θεωρηθεί το Ισλάμ.

Αρχικά, το Ισλάμ είναι, όπως και κάθε θρησκεία, «μια οργανωμένη κοινότητα ανθρώπων συνδεδεμένων μεταξύ τους από ένα κοινό σώμα πεποιθήσεων που αφορά κάποιο είδος υπερβατικής πραγματικότητας, το οποίο εκφράζεται συνήθως μέσα από ένα σύνολο αποδεκτών ενεργειών και πρακτικών». Αποτελεί, λοιπόν, ένα σύνολο αντιλήψεων που δεν μπορούν και δεν πρέπει να έχουν να κάνουν άμεσα με τον πολιτικοοικονομικό βίο του «πιστού» στον κόσμο.

Ωστόσο, πολλές φορές τυχαίνει να συμπλέκονται οι αξίες της πίστης στο Ισλάμ με αντίστοιχες πολιτικές αξίες και τείνουν μάλιστα να αποκτούν και πολιτικό χαρακτήρα. Αυτό συνήθως οφείλεται στην αλλαγή των συνθηκών πολιτικής ζωής των ανθρώπων, όπως έχει διαπιστώσει και ο Κρις Χάρμαν: «Οι θρησκευτικοί θεσμοί, και μαζί τους τα στρώματα των κληρικών και των κατηχητών της διδασκαλίας τους, αναπτύσσονται σε συγκεκριμένες κοινωνίες και αλληλεπιδρούν με αυτές. Καθώς οι κοινωνίες αλλάζουν, είναι αναγκασμένοι να αλλάξουν κι αυτοί τη βάση της επιρροής τους για να διατηρηθούν».

Φυσικά, οι άνθρωποι είχαν ανέκαθεν την ικανότητα να δίνουν διαφορετικό περιεχόμενο στις θρησκευτικές τους πεποιθήσεις, ανάλογα με τις σχέσεις με τους άλλους και την υλική τους κατάσταση. Από αυτήν την άποψη και το Ισλάμ δεν διαφέρει από τις άλλες θρησκείες. Κατάφερε μάλιστα και αυτό να επιβιώσει σε διαφορετικές κοινωνίες, γιατί ήταν ικανό να προσαρμοστεί σε διαφορετικά ταξικά συμφέροντα.

Χαρακτηριστικά μπορεί να ειπωθεί, λόγου χάριν, ότι πηγή χρηματοδότησης για τζαμιά και ιερατείο αποτέλεσαν διαδοχικά οι έμποροι, οι γραφειοκράτες, οι γαιοκτήμονες, οι βιομήχανοι, και ούτω καθεξής. Παράλληλα, όμως, και αυτό ίσως χρήζει προσοχής, το Ισλάμ κέρδιζε την υποστήριξη της μεγάλης πλειοψηφίας του κόσμου μεταδίδοντας ένα μήνυμα που δίνει παρηγοριά στους καταπιεσμένους και φτωχούς. Σε κάθε διαφορετική χρονική περίοδο, με αντίστοιχα διαφορετικές συνθήκες, το μήνυμα αυτό ισορροπούσε ανάμεσα στην υπόσχεση για κάποια προστασία στους φτωχούς και παράλληλα στην εξασφάλιση, για τις άρχουσες τάξεις, της προστασίας από την απειλή μιας επαναστατικής ανατροπής.

Β. Η πορεία προς τον ισλαμικό φονταμενταλισμό

Το ζήτημα με το Ισλάμ (όπως βέβαια και με άλλες θρησκείες, αντίστοιχα «επιρρεπείς» σε φονταμενταλιστικές εξελίξεις) είναι ότι σε στιγμές μεγάλων κοινωνικών αναταραχών δεν μπορεί να ασκήσει τόσο μεγάλη επιρροή σε διαφορετικές κοινωνικές τάξεις αν δεν είναι γεμάτο από αμφισημίες, «πρέπει να είναι ανοιχτό σε διαφορετικές ερμηνείες, ακόμα και αν οδηγούν σε σκληρές συγκρούσεις ανάμεσα στους οπαδούς της καθεμιάς».

Βέβαια, κατά τον Κρις Χάρμαν, ακόμα και το «καθαρό» – το απόλυτα συντηρητικό Ισλάμ δεν αποτελεί ένα σύνολο πεποιθήσεων απόλυτα όμοιων μεταξύ τους, τουλάχιστον στις λαϊκές εκδοχές του. Όταν η διάδοση της θρησκείας γίνεται από τη μια περιοχή της βορειοδυτικής Αφρικής μέχρι τον Κόλπο της Βεγγάλης στην Ινδία, είναι εύκολα αντιληπτό από τον καθένα ότι πληθυσμοί που ενσωμάτωσαν το Ισλάμ ως θρησκεία ενσάρκωσαν πολλές από τις προηγούμενες θρησκευτικές πρακτικές τους, ερχόμενες όμως σε αντίθεση με τα αρχικά αξιώματα του Ισλάμ.

Αυτό ακριβώς μπορεί ίσως να λεχθεί ότι συνέβη σε ακόμα εντονότερο βαθμό στα ρεύματα της ισλαμικής αναβίωσης του τελευταίου αιώνα, έπειτα από τις ακόμα μεγαλύτερες κοινωνικές αναταραχές. Πολλές από τις διαφορετικές ερμηνείες που δόθηκαν στον χώρο του Ισλάμ κατέληξαν και στη διαμόρφωση των ισλαμιστικών κινημάτων. Οδηγηθήκαμε από το Ισλαμ στον Ισλαμισμό, από τη θρησκεία στην πολιτική ιδεολογία. Παρόλο που υποστηρίζεται ότι ο Ισλαμισμός αποτελεί «ένα δόγμα που ζητάει επιστροφή στις παραδόσεις και βασίζεται στην απόρριψη του σύγχρονου κόσμου», η πραγματικότητα δεν είναι τόσο απλή: «Η επιθυμία για την ανάπλαση ενός μυθικού παρελθόντος δεν επιδιώκει να αφήσει άθικτη την υπάρχουσα κοινωνία».

Εδώ είναι που μπορούμε να αντιληφθούμε καλύτερα και την έννοια του φονταμενταλισμού. Ο πιστός του Ισλάμ, επιθυμώντας να αντιλαμβάνεται τον κόσμο όπως αυτός παρουσιάζεται από το Ισλάμ, αναγκάζεται να απορρίψει κάθε έννοια του σύγχρονου κόσμου, διεπόμενος από έντονη θρησκευτική ακαμψία και κοινωνικό συντηρητισμό, καταλήγοντας πλέον να χαρακτηρίζεται ως Ισλαμιστής. Δεν γίνεται, παραδείγματος χάριν, ο πιστός του Ισλάμ να αποδεχτεί ότι η γυναίκα μπορεί να εργάζεται εκτός σπιτιού, οπότε πρέπει και να αντιδράσει απέναντι στο σύγχρονο πνεύμα και ρεύμα της κοινωνίας που υποστηρίζει το αντίθετο.

Έτσι, καταλήγει το Ισλάμ να αναγεννάται, όπως ακριβώς έκανε και σε άλλες χρονικές περιόδους. Ωστόσο, η αναγέννηση αυτή σήμερα, λόγω των έντονων κοινωνικοοικονομικών μεταβολών, μπορεί να σημαίνει την αμφισβήτηση του ίδιου του κράτους και στοιχείων της πολιτικής κυριαρχίας του ιμπεριαλισμού ή της μετα-αποικιοκρατίας. Οι διαφορετικές ερμηνείες και οι διαφορετικές ιδέες, όσον αφορά την πίστη στο Ισλάμ, που ουσιαστικά εκπροσωπούν και διαφορετικά ταξικά συμφέροντα, δεν μπορούν παρά να θεωρηθούν δεδομένες.

ΙΙΙ. Η ταξική διαρρύθμιση του ισλαμισμού

Ο ισλαμισμός – ισλαμικός φονταμενταλισμός αναπτύχθηκε σε κοινωνίες έντονα «τραυματισμένες από τις συνέπειες του καπιταλισμού». Αρχικά, οι κοινωνίες αυτές κατακτήθηκαν από τους ιμπεριαλιστές και, ύστερα, τραυματίζονταν όλο και περισσότερο μέσω της εσωτερικής μεταμόρφωσης των κοινωνικών σχέσεων που συνόδευαν την άνοδο μιας τάξης ντόπιων καπιταλιστών και τη δημιουργία ενός ανεξάρτητου καπιταλιστικού κράτους. Τη στιγμή, δηλαδή, που καταργήθηκαν οι αποικίες, δεν έπαψε να υπάρχει η έντονη ταξική διαφοροποίηση μεταξύ των καπιταλιστών – πραγματικών ηγετών του ισλαμικού κράτους και των απλών πολιτών του. Η ανάπτυξη των σύγχρονων βιομηχανιών έρχεται, σιγά – σιγά, να αντικαταστήσει την παραδοσιακή βιοτεχνία, βασισμένη κατά κόρον σε έναν τεράστιο αριθμό μικρών εργαστηρίων.

Κατά τον Κρις Χάρμαν, «ο ισλαμισμός είναι το αποτέλεσμα της προσπάθειας των ανθρώπων που έχουν διαπαιδαγωγηθεί να σέβονται τις παραδοσιακές ισλαμικές ιδέες να αντιμετωπίσουν αυτές τις αντιφάσεις». Όμως η επιρροή που μπορεί να ασκήσει δεν είναι ίδια σε όλα τα στρώματα της κοινωνίας.

Ένα στρώμα αποτελεί ο ισλαμισμός των παλιών εκμεταλλευτών. Αυτοί είναι τα μέλη των παραδοσιακών πρώην προνομιούχων τάξεων που φοβούνται ότι θα βγουν χαμένες από τον καπιταλιστικό εκμοντερνισμό της κοινωνίας. Άλλο στρώμα αποτελεί ο ισλαμισμός των νέων εκμεταλλευτών, οι οποίοι είναι οι άνθρωποι εκείνοι από τους παλιούς εκμεταλλευτές που πέτυχαν να γίνουν και αυτοί καπιταλιστές και να αναδειχθούν, «παρά την εχθρότητα των τμημάτων της άρχουσας τάξης που είναι δεμένα με το κράτος».

Παράλληλα, υπάρχει και ένα άλλο στρώμα, το οποίο αποτελεί και το πολυπληθέστερο, ο ισλαμισμός των φτωχών, οι άπειροι φτωχοί της υπαίθρου που επλήγησαν από την εμφάνιση της καπιταλιστικής αγροτικής οικονομίας, με άμεσο επακόλουθο να κατευθυνθούν στην απελπισμένη αναζήτηση εργασιακής σχέσης στις πόλεις. Το τρίτο αυτό στρώμα είναι εγκλωβισμένο ανάμεσα σε μια παράδοση προς την οποία έχει μειωθεί η αφοσίωσή των ανθρώπων του και σε μια νεωτερικότητα η οποία δεν μπορεί να ικανοποιήσει τις ψυχολογικές και πνευματικές ανάγκες, ιδιαίτερα των νέων ανθρώπων.

Ως γνωστόν, «το κοράνι στιγματίζει την απαλλοτρίωση αγαθών που ανήκουν σε άλλους και συνιστά στους πλούσιους και στους κυβερνώντες να είναι γενναιόδωροι». Όταν, όμως, το 1% του πληθυσμού έχει στα χέρια του το κράτος και την οικονομία και, παράλληλα, τα φτωχά στρώματα της υπαίθρου αναζητούν απεγνωσμένα εργασία στις απρόσωπες πόλεις, είναι λογικό να θεωρείται από το στρώμα αυτό ο «μη ισλαμικός» τρόπος ζωής της ελίτ που το «κυβερνά» ως η αιτία της δυστυχίας τους.

Βέβαια, δεν είναι μόνον η εχθρότητα προς το κράτος που κάνει το μήνυμα των Ισλαμιστών ευχάριστο στις αγροτικές τάξεις. Τα τζαμιά, παράλληλα, είναι το κατά κόρον σημείο «αναφοράς» για ανθρώπους που αισθάνονται χαμένοι στη μεγάλη και ξένη πόλη και οι ισλαμικές φιλανθρωπίες προσφέρουν στοιχειώδεις κοινωνικές υπηρεσίες που δεν παρέχει το κράτος. Χρήματα στα τζαμιά που προέρχονται από ανθρώπους όπως οι νεόπλουτοι, οι πλούσιοι Σαουδάραβες και η παλιά τάξη των γαιοκτημόνων, με διαφορετικά ταξικά συμφέροντα από αυτά της μεγάλης πλειοψηφίας, μπορούν να εξασφαλίσουν κάτι που μοιάζει με παράδεισο στους φτωχούς.

Αξιοσημείωτος είναι, πάντως, και ο ισλαμισμός της νέας μεσαίας τάξης που αναδύθηκε. Οι παραδοσιακές εκμεταλλευτικές τάξεις ήταν συντηρητικές. Ήταν πρόθυμες να δώσουν χρήματα, μόνο όμως για να παλέψουν άλλοι για αυτές, ιδίως όταν επρόκειτο για την προάσπιση των υλικών συμφερόντων τους. Μόνες τους, επομένως, δεν έκαναν τίποτα. Αντίθετα, από τα παραδοσιακά μεσαία στρώματα, όλο και περισσότεροι αποκτούσαν πρόσβαση στα πανεπιστήμια λόγω της ενίσχυσης του εκπαιδευτικού συστήματος. Αυτοί προσανατολίστηκαν προς την ανώτερη εκπαίδευση, τη στιγμή που η εκβιομηχάνηση είχε αρχίσει να στερεί από τις οικογένειές τους τις παραδοσιακές ευκαιρίες που είχαν στο παρελθόν. Νεαρές γυναίκες μπαίνουν στα νοσοκομεία και στα πανεπιστήμια. Σφυροκοπούνται συνεχώς από «ξένα» περιβάλλοντα εκεί, αναμιγνυόμενες με άνδρες, μη φορώντας μαντήλες και ντυμένες σύμφωνα με τα ευρωπαϊκά πρότυπα. Από όλα αυτά προκαλούνταν έντονος διχασμός. Απάντηση σε όλες τις αντιφατικές πιέσεις ήταν η καταφυγή στο Ισλάμ.

Ισλάμ

Την ίδια στιγμή, για τους αραβόφωνους λόγου χάριν στην Αλγερία, οι κατεξοχήν θέσεις στα ισλαμικά κράτη που δεν χρειάζονται γνώση ξένων γλωσσών είναι συνήθως αυτές του ιμάμη στα τζαμιά και του καθηγητή στα λύκεια. Έτσι, οι νέοι φτωχοί σπουδαστές προτιμούν τη σπουδή της θεολογίας και της αραβικής γλώσσας, βρίσκοντας κλειστή την πρόσβαση σε άλλους τομείς – κλειδιά της βιομηχανίας. Αυτοί, όμως, είναι και εκείνοι που θα κινητοποιήσουν ακόμα εντονότερα τα ισλαμιστικά κινήματα, όντας οι κατεξοχήν εκπρόσωποι στα τζαμιά όπου θα προστρέχουν τα πάμπολλα φτωχά κοινωνικά στρώματα και διδάσκοντας αραβικά στα σχολεία, επηρεάζοντας αντίστοιχα τις ιδεολογίες και τα πρότυπα των μαθητών.

Κατά τα λοιπά, φυσικά, οι απόφοιτοι των πανεπιστημίων, κάτοχοι της ιδιότητας του ανήκοντος στη νέα μεσαία τάξη προσώπου, δεν καταφέρνουν να ξεφύγουν από την ενδημική φτώχεια. Ακόμα και καταλαμβάνοντας μια θέση στο δημόσιο πρέπει να κάνουν και δεύτερη και τρίτη δουλειά ώστε να μπορέσουν να βιοπορίσουν τους εαυτούς και τις οικογένειές τους. Όλες οι ανωτέρω διαμορφώσεις των κοινωνικών τάξεων στο Ισλάμ δεν έχουν άλλο αποτέλεσμα από την προσφυγή στην αναγκαία οδό της διαμόρφωσης ενός ριζοσπαστικού ισλάμ, ως κοινωνικού κινήματος, και μιας πολιτικής ιδεολογίας.

ΙV. Το ριζοσπαστικό Ισλάμ ως κοινωνικό κίνημα

Η ταξική βάση του ισλαμισμού θα μπορούσε να λεχθεί ότι δεν διαφέρει από αυτήν του κλασσικού φασισμού. Βασίζεται, όπως έχει διαφανεί, στην μικροαστική κοινωνική βάση. Αυτή η βάση βέβαια, «δεν αποτελεί αποκλειστικό χαρακτηριστικό στοιχείο μόνο του φασισμού». Τα μικροαστικά κινήματα «είναι φασιστικά μόνο αν αναπτύσσονται σε μια συγκεκριμένη στιγμή της πάλης των τάξεων και παίζουν έναν συγκεκριμένο ρόλο», ο οποίος «δεν είναι απλά να κινητοποιήσουν τους μικροαστούς, αλλά να εκμεταλλευτούν την αγανάκτηση αυτών των στρωμάτων για τις επιθέσεις που τους εξαπολύει ένα σύστημα σε έντονη κρίση και να τα μετατρέψουν σε οργανωμένους τραμπούκους, έτοιμους να μπουν στην υπηρεσία του κεφαλαίου και να τσακίσουν τις εργατικές οργανώσεις».

Τα μαζικά ισλαμιστικά κινήματα, εν αντιθέσει με τα φασιστικά, παίζουν έναν ρόλο διαφορετικό. Δεν βασίζονται στις εργατικές οργανώσεις απαραίτητα, ούτε όμως προσφέρονται στις βασικές ομάδες του κεφαλαίου σαν η λύση των προβλημάτων του σε βάρος των εργατών. «Έχουν εμπλακεί σε μια ένοπλη, μετωπική αναμέτρηση με τις δυνάμεις του ίδιου του κράτους, κάτι που πολύ σπάνια έχουν αποπειραθεί φασιστικά κόμματα». Όσοι στην αριστερά αντιμετωπίζουν τους Ισλαμιστές ως «φασίστες», δεν αντιλαμβάνονται την «αποσταθεροποιητική επίδραση που έχουν αυτά τα κινήματα στα συμφέροντα του καπιταλισμού σε όλη τη Μέση Ανατολή».

Από την άλλη, ωστόσο, όσο λάθος είναι να αντιμετωπίζονται τα ισλαμιστικά κινήματα ως «φασιστικά», άλλο τόσο λάθος είναι να τα θεωρήσει κανείς απλά ως «αντιμπεριαλιστικά» ή «αντικρατικά». Δεν παλεύουν μόνο ενάντια στις τάξεις που καταπιέζουν και εκμεταλλεύονται την πλειοψηφία του πληθυσμού, αλλά αγωνίζονται επίσης ενάντια στις «κοσμικές» ιδέες, στρέφονται ενάντια στις γυναίκες που αρνούνται να ακολουθήσουν τα ισλαμικά πρότυπα «σεμνότητας», ενάντια σε εθνικές ή θρησκευτικές μειονότητες, ενάντια στην ίδια την αριστερά.

Από πλευράς «αριστερής οπτικής», χρήζει ιδιαίτερης μνείας και το γεγονός ότι δεν γίνεται πλήρως αντιληπτό από τους ισλαμικούς φονταμενταλιστές πως ευθύνη για τη μεγάλη δυστυχία της μάζας δεν έχει μόνο το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, παραδείγματος χάριν, αλλά και οι «δυνατοί» καπιταλιστές στα ίδια τους τα κράτη, οι οποίοι συμμετέχουν με ενθουσιασμό στη διαδικασία της εκμετάλλευσης, παρά τις κοινές θρησκευτικές «καταβολές» τους. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, όμως, αποφεύγεται η πραγματική αντιπαράθεση με το σύστημα και δίνεται «άφεση αμαρτιών» στο μεγαλύτερο τμήμα της ντόπιας αστικής τάξης.

Ο ισλαμισμός, επομένως, καταλήγει να θεωρεί ως πηγή των δεινών κυρίως τον «πολιτιστικό ιμπεριαλισμό», δεν δίνει ωστόσο τελικά βαρύνουσα σημασία και στην  ίδια την υλική του εκμετάλλευση. «Κινητοποιεί τη λαϊκή δυσαρέσκεια και ταυτόχρονα την παραλύει».

Συμπερασματικές παρατηρήσεις

Το Ισλάμ, όπως και κάθε θρησκεία, μπορεί να επιβιώνει σε μια κοινωνία χωρίς να επιδρά στο πολιτικό της σύστημα. Είναι και πρέπει να είναι ικανό να μεταλάσσεται και να μετεξελίσσεται στις αντιλήψεις του, χωρίς βέβαια να αλλοιώνει τον πυρήνα του, ώστε να αναπροσαρμόζεται στις εκάστοτε κοινωνικοπολιτικές εξελίξεις. Ωστόσο, δεν είναι εύκολα κατορθωτό να μην λάβει πολιτικό χρώμα και να μην έχει αντιφάσεις όταν οι εξελίξεις αυτές είναι έντονες.

Ο Ισλαμισμός, ως φονταμενταλιστικό κίνημα, λόγω του συγχρωτισμού διαφορετικών οπτικών και αντιλήψεων εντός του σώματός του ώστε να προσαρμοστεί στις έντονες εξελίξεις που συνόδευσαν την ανάδειξη του καπιταλιστικού συστήματος ανάπτυξης, θεωρείται άλλοτε ως αντιδραστικό ή φασιστικό κίνημα και άλλοτε ως αντιιμπεριαλιστικό, ριζοσπαστικό και προοδευτικό. Η αλήθεια, όπως φαίνεται, είναι ότι εμπεριέχει τόσο στοιχεία βούλησης για πολιτισμική – θρησκευτικοηθική μεταβολή της σύγχρονα ανεπτυγμένης κοινωνικής δομής, όσο και στοιχεία βούλησης για μεταβολή του ίδιου του συστήματος καπιταλιστικής ανάπτυξης, όπως αυτό έχει διαμορφωθεί. Λόγω της συνύπαρξης των διαφορετικών αυτών βουλήσεων, καταλήγει, αρκετές φορές, να είναι γεμάτος με αντιφάσεις. Άλλοτε τραβιέται προς την κατεύθυνση της ριζοσπαστικής εξέγερσης και άλλοτε σε αυτήν του συμβιβασμού με το υπάρχον σύστημα οικονομικοπολιτικής ανάπτυξης.

Κατά την ορθή θεώρηση του Κρις Χάρμαν, δεν θα μπορούσε εύκολα να συμπλεύσει ο Ισλαμισμός με την «αριστερά». Το ισλάμ ως θρησκεία είναι διαμορφωμένο έτσι ώστε να δέχεται τον ταξικό διαχωρισμό μεταξύ πλουσίων και φτωχών. Αυτό που επιτάσσει, απλώς, είναι οι πλούσιοι να δείχνουν σεβασμό και να προσέχουν τους φτωχούς – υποτελείς εργάτες τους. Επιπλέον, αντιλήψεις που υπάρχουν εντός του ισλάμ, όπως, παραδείγματος χάριν, για τα περιορισμένα δικαιώματα των γυναικών και τον έντονο στιγματισμό των ομοφυλοφίλων, στέκονται εμπόδιο για πραγματική στροφή σε προοδευτισμό. Η χρυσή τομή σε πιθανή σύμπλευσή τους θα ήταν μόνο αν αμφισβητούσαν οι Ισλαμιστές την αφοσίωσή τους σε κάποιες ιδέες και στις οργανώσεις τους.

Η συμπερασματική οπτική θα μπορούσε να είναι πως δεν πρέπει, ανεξαρτήτως πολιτικού χρώματος και ιδεολογίας, να ωθούμαστε στην ανάμιξη της θρησκείας με την πολιτική. Η θρησκεία είναι και πρέπει να είναι ένα κομμάτι, μια αντίληψη, πολιτικά αμμέτοχη. Η χριστιανική ρήση «τὰ Καίσαρος Καίσαρι καὶ τὰ τοῦ θεοῦ τῷ θεῷ» πρέπει να χαρακτηρίζει την κάθε θρησκεία, ασχέτως του «μανδύα» που δύναται ο «Καίσαρας» εκάστοτε να φοράει. Παράλληλα, όμως, πρέπει να αφήνεται χώρος προκειμένου να μπορεί να προάγεται η θρησκευτική αντίληψη. Ένα ίσως καλό πρότυπο, σε σχέση με το Ισλάμ, είναι αυτό της χώρας μας και της εφαρμογής της σαρία σε αυτήν, υπό τις τιθέμενες συνταγματικές δεσμεύσεις και νομοθετικές προϋποθέσεις.

Βιβλιογραφία

  • Andrew Heywood, Πολιτικές Ιδεολογίες, εκδ. Επίκεντρο 2007, σ. 509-552.
  • Chris Harman, Ο Προφήτης και το Προλεταριάτο, εκδ. μαρξιστικό βιβλιοπωλείο 2015, σ. 13-135.
  • Α Rouadjia, Les frères et la mosquée (Παρίσι, 1990).
  • Cavanaugh William T., «The Myth of Religious Violence» στο Andrew R. Murphy (ed.), The Blackwell Companion to Religion and Violence, Chichester, Blackwell, 2011, σ. 23-33.
  • Haynes Jeffrey, «Θρησκευτικοί φονταμενταλισμοί», στο Heffrey Haynes (επιμ.), Θρησκεία και Πολιτική: Μια Επιτομή, Αθήνα, Πεδίο, 2018, σ. 263-286.
  • Philpott Daniel, «Religion and Violence from a Political Science Perspective», στο Michael Jerryson, Mark Juegensmeyer & Margo Kitts (eds.), The Oxford Handbook of Religion and Violence, Oxford, Oxford University Press, 2011, σ. 397-409.7

 

Αρσένιος Σακελλάρης

Σύντομο βιογραφικό σημείωμα: Γεννήθηκε το 1998 στη Γερμανία και ζει στη Θεσσαλονίκη. Είναι δικηγόρος Θεσσαλονίκης, έχει εκπληρώσει τη στρατιωτική του θητεία στο γραφείο Νομικού Συμβούλου του πολυεθνικού στρατηγείου NRDC-GR την περίοδο εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία και ολοκλήρωσε τη δικηγορική του άσκηση στο τμήμα Δικαστικού του Δήμου Καλαμαριάς. Παράλληλα, είναι φοιτητής στο ΠΜΣ «Δημόσιο Δίκαιο και Πολιτική Επιστήμη» του ΑΠΘ, έχει διαπιστευθεί ως διαμεσολαβητής από το Υπουργείο Δικαιοσύνης και μιλάει επιπλέον την αγγλική και γερμανική γλώσσα. Τον ενδιαφέρει ιδιαίτερα ο τομέας του δημοσίου δικαίου, αλλά και του εμπορικού – οικονομικού, ενώ στον ελεύθερό του χρόνο μελετάει, πέραν του αντικειμένου του, βιβλία σχετικά με την οικονομία, την πολιτική, την ψυχολογία και τις διαπραγματεύσεις.

Μοιράσου το:

Dreamonline

Dreamonline

Το ταξίδι του DREAM ON-line ξεκίνησε πριν λίγα χρόνια, όταν ακόμα ήμασταν μαθητές λυκείου. Πολύ σύντομα, η ομάδα μας μεγάλωσε με νέα μέλη, με όνειρα και με όρεξη να σχολιάζουν την επικαιρότητα. Σύντομα καταφέραμε να προσεγγίσουμε νέους που έχουν ανάγκη από ενημέρωση και ψυχαγωγία. Παλέψαμε για να δημιουργήσουμε κάτι όμορφο, κάτι που θα περιέχει ένα κομμάτι από όλους μας. Και τα καταφέραμε. Καθημερινά, η ομάδα μας προσφέρει ενημέρωση και ψυχαγωγία μέσα από τα μάτια νέων από την Ελλάδα και τον Κόσμο. Η στέγη μας είναι το dreamonline.gr, όπου συνυπάρχουν κατηγορίες ποικίλου ενδιαφέροντος, ενώ το κοινό μας ενημερώνεται καθημερινά και από τα Social Media. Η πορεία που ακολουθεί το site τα τελευταία χρόνια είναι σταθερά ανοδική, γεγονός που αποτυπώνεται αφενός στους αριθμούς προβολών των άρθρων στον ιστότοπο και τους ακολούθους στα Social Media και αφετέρου από τον αυξανόμενο αριθμό των μελών στην ομάδα μας. Πολύ σύντομα η ομάδα μας θα επεκταθεί στον χώρο των Podcast, ενώ υπάρχει ένα πλήρως εξοπλισμένο studio που θα αποτελέσει την «έδρα» μας για τα επόμενα χρόνια, όπου εκεί θα γίνονται συζητήσεις της λέσχης βιβλίου που δημιουργήσαμε (READ ON-line), το ερευνητικό κομμάτι του site, καθώς και οι συνεντεύξεις. Η ομάδα μας πιστεύει πως ένας καλύτερος κόσμος είναι πάντα εφικτός, και αυτόν τον κόσμο ονειρευόμαστε!

Πρόσφατα

Διαβάστε Περισσότερα

Σχετικά Άρθρα