27 Απριλίου 2022
“Τα φετινά ημιτελικά του Champions League έχουν δύο εκπλήξεις. Την Βιγιαρεάλ και την Ρεάλ.” Αυτή ήταν η δήλωση του Κάρλο Ανσελότι στη συνέντευξη τύπου πριν από τον αγώνα με τη Μάντσεστερ Σίτυ, και δεν θα μπορούσε να είναι πιο εύστοχη. Μπορεί στο μυαλό του κόσμου, η Ρεάλ Μαδρίτης να είναι η ομάδα με τα 13 ευρωπαϊκά, τους αμέτρητους τίτλους, τους galacticos κλπ, αλλά η πραγματικότητα της ομάδας το 2022 δεν ανταποκρίνεται ακριβώς σε αυτήν την περιγραφή.
Το καλοκαίρι που μας πέρασε, οι μερένχες έκαναν δύο μεταγραφές, αυτή του Αλάμπα που ήρθε ως ελεύθερος από την Μπάγιερν και του Καμαβίνγκα, την τελευταία μέρα των μεταγραφών. Επιπλέον, γύρισε ο δανεικός από την Άρσεναλ Θεμπάγιος και αποχώρησαν οι επί σειρά ετών βασικών κεντρικοί αμυντικοί της, Βαράν και Ράμος. Ένας Αλάμπα λοιπόν και ένα 19χρονο παιδί χωρίς μεγάλες παραστάσεις έφεραν την άνοιξη; Η απάντηση είναι όχι και δεν θα βρεθεί σε κανένα μεταγραφικό παζάρι και νέο απόκτημα.
Η Ρεάλ φέτος έχει ξεπεράσει το ταβάνι της, τις προσδοκίες της, τις δυνατότητές της και το ταλέντο της, κάνοντας όλα αυτά με απίστευτη συνέπεια καθ’ όλη τη διάρκεια της σεζόν. Τέτοια συνέπεια που πλέον έχει γίνει δεδομένο ότι η Ρεαλ πρέπει να κερδίζει και μάλιστα να το κάνει πειστικά, ακόμα και απέναντι σε μεγάλες και ανώτερες ομάδες. Η ομάδα παίζει όλη τη χρονιά χωρίς τους δύο πιο ακριβοπληρωμένους παίκτες της, τον Μπέιλ και τον Αζάρ και κέρδισε στον πρώτο γύρο του πρωταθλήματος όλες τις ομάδες του top10 στην Ισπανία, με όλους τους πιθανούς και απίθανους τρόπους.
Η ομάδα που έχασε πριν λίγα χρόνια τον Κριστιάνο Ρονάλντο, με ό,τι συνεπάγεται αυτό, και δεν τον αντικατέστησε ποτέ, βρίσκεται σε δεύτερο σερί ημιτελικό κορυφαίας διασυλλογικής διοργάνωσης. Η ομάδα που έχασε τον αρχηγό της και σημαία του συλλόγου Σέρχιο Ράμος, θα κατακτήσει την Κυριακή τη Laliga για δεύτερη χρονιά σε τρία χρόνια, με 20 πόντους διαφορά από τον δεύτερο. Πήρε το σούπερ καπ και βρήκε πρωταγωνιστές εκεί που κανείς δεν περίμενε.
Ο 36χρονος Μόντριτς έχει παίξει ατέλειωτα 90λεπτα φέτος, χωρίς έκδηλο δείγμα κόπωσης σε κάποιο από αυτά, ενώ ο 34χρονος Μπενζεμά έχει βάλει 40 γκολ σε 40 ματς, χάνοντας και 3-4 πέναλντι. Πόσες ομάδες στον κόσμο άραγε θα μπορούσαν να διατηρούνται σε αυτό το επίπεδο χωρίς τους αντίστοιχους Αζάρ και Μπέιλ τους; Πώς θα ήταν η Λίβερπουλ χωρίς τους Σαλάχ και Μανέ, η Τσέλσι χωρίς τον Καντέ και τον Χάβερτζ, η Σίτυ χωρίς τον Ντε Μπρόιν και ούτω καθ’εξής;
Πηγή: managingmadrid.com
Η Ρεάλ είχε χειρότερο ρόστερ από την Παρί, την Τσέλσι, ακόμα και την Ατλέτικο Μαδρίτης των 600 εκατομυρίων. Πόσο μάλλον από την πλουσιότερη ομάδα στην ιστορία του ποδοσφαίρου, τη Σίτυ του Πεπ. Ωστόσο, έχει κάνει πράγματα και θαύματα, για να τους κοιτάξει όλους στα μάτια και να κάνει αυτό που κάνει σε όλη της την ιστορία. Να κερδίζει. Η διαφορά; Φέτος, δεν το κάνει από τη θέση του φαβορί! Και δεν θα έπρεπε να θεωρείται φαβορί.
Η μοναδικότητα της φετινής Ρεάλ Μαδρίτης, κρύβεται στις λέξεις αντίδραση και εγωισμός. Είναι ευκολότερο να αποδόσεις όταν έχεις το μομέντουμ, την τύχη και την μπάλα με το μέρος σου, παρά όταν βρίσκεσαι με την πλάτη στον τοίχο. Καμία μα καμία ομάδα δεν θα έφευγε με καλύτερο αποτέλεσμα χθες από το Έτιχαντ, αναλογιζόμενοι τον τρόπο με τον οποίο άρχισε και εξελίχθηκε το ματς. Ήταν τυχερή; Ναι. Έκαναν πάλι θαύματα οι Μπενζεμά-Βινίσιους-Μόντριτς; Ναι. Έχει σημασία; Όχι. Και δεν έχει σημασία γιατί όλα αυτά συμβαίνουν με συνέπεια και με σχεδόν απόλυτη επιτυχία.
Η Ρεάλ χθες ήταν συγκινητική απέναντι στην καλύτερη ομάδα του κόσμου. Απέναντι στον καλύτερο προπονητή του κόσμου. Συγκίνηση και θαυμασμός για την αποτελεσματικότητα, το clutchness, την προσπάθεια και την 90λεπτη προσήλωση στο παιχνίδι της ομάδας. Η Ρεάλ Μαδρίτης δεν προσαρμόζεται σε αντιπάλους και δεν θα χαλάσει το παιχνίδι της ακόμα και αν παίζει με μία ομάδα της δυναμικότητας και της αθλητικότητας της Μάντσεστερ Σίτυ, που πρεσάρει και πιέζει 90 λεπτά.
Είναι άδικο να αποδίδονται εύσημα μόνο στον Μπενζεμά και στον Μόντριτς για τις απίστευτες ενέργειές τους, όταν η ομάδα σε κανένα σημείο του παιχνιδιού δεν σταμάτησε να δημιουργεί επιθέσεις ξεκινώντας από την άμυνα, αλλάζοντας πάσες και τριγωνάκια, έχοντας την πιο γρήγορη ομάδα να τους πρεσάρει στα κόκκινα και ασταμάτητα. Το πλήρωσε; Ναι. Έφαγε 4. Σταμάτησε να το κάνει; Όχι. Γιατί αυτό κάνει μία μεγάλη ομάδα, γνωρίζοντας ότι αν δώσει κατοχή στην ομάδα που αισθάνεται άνετα να παίζει με 80% κατοχή σε ένα ματς, τότε είναι χαμένη από χέρι. Ναι έφαγε 4. Ναι αλλά έβαλε 3. Και δεν θα τα είχε βάλει σε διαφορετική περίπτωση, ειδικά όταν βρέθηκε να χάνει με 2-0 στο δεκάλεπτο.
Νομίζω δεν γίνεται κατανοητή η διαφορά μεγεθών, γιατί ο κόσμος (ακόμα και αυτός που ασχολείται με το ποδόσφαιρο) μένουν στα ονόματα και στην ιστορία. Ναι, η Μάντσεστερ Σίτυ των 0 ευρωπαϊκών τίτλων είναι κλάσεις ανώτερη αυτή τη στιγμή από την πολυνίκη του θεσμού Ρεάλ. Γιατί η δεύτερη παίζει με ένα μόνο σέντερ φορ όλη τη χρονιά, καθώς οι Γιόβιτς και Μαριάνο δεν χρησιμοποιούνται από τον Ανσελότι ούτε με αίτηση. Οι Μπέιλ και Αζάρ δικαίως έχουν παίξει λιγότερα από 10 ματς φέτος, συνεισφέροντας τα ελάχιστα στην προσπάθεια της ομάδας και υπάρχουν οι Βαγιέχο, Θεμπάγιος και Ίσκο που επίσης δεν υπολογίζονται και δεν υπολογίστηκαν ποτέ. Τέλος, ξεχωριστή μνεία στην περίπτωση του Μαρσέλο που δεν ανήκει εδώ και 2-3 χρόνια στο επίπεδο του συλλόγου, αλλά η αδυναμία της ομάδας να βρει αξιόλογους διαθέσιμους αριστερούς μπακ, τον έχουν διατηρήσει στις τάξεις του ρόστερ για μία τελευταία χρονιά.
Όλα αυτά, απέναντι σε μία ομάδα με αμέτρητες λύσεις σε όλες τις θέσεις και δυνατότητα προσαρμογής σε συστήματα, διοργανώσεις και ξεχωριστές συνθήκες παιχνιδιού. Μία ομάδα που μπορεί άνετα να βγάζει σεζόν με 60 παιχνίδια και να κάνει ροτέισον όταν χρειάζεται. Η λέξη ροτέισον δεν υπάρχει στο μενού για τους μαδριλένους. Είτε αντιμετωπίζουν την Τσέλσι, είτε την Έλτσε και τη Βαγιεκάνο, ο Ανσελότι δεν θα δώσει φανέλα βασικού σε Ίσκο, Μαριάνο, Γιόβιτς, Θεμπάγιος και όλους τους υπόλοιπους που ζεσταίνουν τον πάγκο όλη τη χρονιά. Και η εξήγηση είναι απλή. Όπως έχει πει ο Ιταλός, δεν του πάει η καρδιά να βγάλει έξω την πιθανότατα πιο επιτυχημένη τριάδα μέσων στην ιστορία του ποδοσφαίρου. Και ποιος να τον αδικήσει; Χαριτολογώντας όλοι σκέφτονται ότι ο Ανσελότι δεν κάνει ποτέ αλλαγές, αλλά όλοι ξέρουν ότι δεν υπάρχει άλλο ρεαλιστικό σενάριο που να μην ζημιώνει την ομάδα.
Η μοναδικότητα και η σπουδαιότητα της Ρεάλ έγκειται στο ότι πρόκειται για έναν σύλλογο που εκφράζει πλήρως το DNA του σε αγωνιστικό και επικοινωνιακό κομμάτι. Ανεξάρτητα από τις συνθήκες, τα προβλήματα, τις ελλείψεις και τις αποτυχίες, η Ρεάλ θα παίζει πάντα “κλασσάτα” και με τρόπο που εκφράζει το πνεύμα νικητή της ομάδας. Πρόκειται για έναν δύσκολο ρόλο που δεν οδηγεί πάντα σε επιτυχία, αλλά μικρή σημασία έχει. Στο μυαλό του Ανσελότι, η ομάδα πρέπει να κρατήσει μπάλα ακόμα και αν την πιέζουν 11 παίκτες. Πρέπει να βγει στην επίθεση ακόμα και χωρίς να έχει κατοχή. Πρέπει να σκοράρει ακόμα και αν τα expected goals λένε ότι δεν το αξίζει. Υπάρχει ένα πρέπει, το οποίο όμως εκπληρώνεται τόσο συχνά που θεωρείται πλέον νόρμα, φυσιολογικό και αναμενόμενο.
Τέλος, διαφωνώ μερικώς με όσους μιλάνε για βαρύτητες φανελών και την επιρροή που έχουν αυτές στο παιχνίδι. Δεν θεωρώ ότι παίζει η φανέλα για τη Ρεάλ και αυτή την οδηγεί στη δόξα. Θεωρώ καταλυτική τη νοοτροπία του συλλόγου, τον επαγγελματισμό, τις προσωπικότητες και το αναλλοίωτο DNA του. Αυταπάρνηση και εγωισμός. Όλες οι ομάδες θεωρούν ότι είναι σπουδαίες και μαχητικές αλλά χωρίς αυτό να ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Όλοι θεωρούν ότι έχουν ιστορία, βαριά φανέλα και αστείρευτο πνεύμα που δεν παραιτείται, χωρίς όμως να το εκπροσωπούν με συνέπεια. Συνέπεια. Ρεάλ Μαδρίτης. Η σπουδαιότερη ομάδα στην ιστορία του ποδοσφαίρου.
ΥΓ: Η Μάντσεστερ Σίτυ ανήκει στο πάνθεον της ιστορίας του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου και ας μην κατακτήσει ποτέ το κύπελλο με τα μεγάλα αυτιά. Ο Πεπ Γκουαρντιόλα είναι ο κορυφαίος προπονητής όλων των εποχών και το ποδόσφαιρο θα έπρεπε να τον ευγνωμονεί που αποτέλεσε πανάξιο συνεχιστή της φιλοσοφίας του Ιπτάμενου Ολλανδού, Γιόχαν Κρόιφ, μία φιλοσοφία που εκφράζει το ίδιο το ποδόσφαιρο και αναδεικνύει όλες τις όμορφες πτυχές αυτού του αθλήματος. Και με γνώμονα αυτό, η οποιαδήποτε προσέγγιση του χθεσινοβραδινού αγώνα, τον καθιστά ανεπανάληπτο.