Στη σύγχρονη εποχή, τα social media υπάρχουν ενεργά στη ζωή μας. Τα μέσα αυτά προσφέρουν και έναν ανοιχτό διάλογο για κοινωνικά και προσωπικά ζητήματα. Κάθε χρήστης έχει δύναμη να πληροφορηθεί και να εκφράσει άποψη για γεγονότα που μπορεί να συμβαίνουν χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά. Ζούμε στην εποχή όπου ένα tweet, ένα post, ένα σχόλιο μπορεί να σε ανεβάσει και ένα screenshot να σε “τελειώσει”.
Η λεγόμενη κουλτούρα ακύρωσης (ή cancel culture) έχει εισβάλει δυναμικά στον ψηφιακό κόσμο, μετατρέποντας τα social media σε ένα ιδιόμορφο δικαστήριο όπου οι χρήστες είναι ταυτόχρονα δικαστές, ένορκοι, συνήγοροι υπεράσπισης και συνήγοροι κατηγορίας και τελικά πολλές φορές λεκτικοί εκτελεστές.
Αλλά τι είναι τελικά αυτή η “ακύρωση”; Είναι ένας τρόπος να ζητάμε κοινωνική ευθύνη ή μήπως πρόκειται για σύγχρονο διαδικτυακό λιθοβολισμό;
Τι είναι η Κουλτούρα Ακύρωσης και πώς αυτή εμφανίζεται στην σύγχρονη εποχή;
Με απλά λόγια, η κουλτούρα ακύρωσης είναι η πρακτική του να απορρίπτεται δημόσια ένα άτομο — συνήθως διάσημο ή με δημόσια παρουσία — λόγω κάποιας “προβληματικής” συμπεριφοράς, απόψεων ή παλαιών δηλώσεων.
Πιθανοί τρόποι εκδήλωσης:
- Μποϊκοτάζ προϊόντων/έργων του (ταινίες, μουσική, βιβλία)
- Δημόσια κατακραυγή ή χλευασμό
- Πίεση για επαγγελματικές συνέπειες (π.χ. να απολυθεί κάποιος ή “να κοπεί” από συνεργασίες)
Στην πράξη όμως, τα πράγματα δεν είναι πάντα τόσο ξεκάθαρα ή τουλάχιστον σε όλες τις περιπτώσεις. Ποια είναι τα αξιολογικά κριτήρια ώστε να ξεκινήσει αυτός ο μηχανισμός και από ποιον ορίζεται;
Πότε η ακύρωση μπορεί να είναι δικαιολογημένη;
Υπάρχουν περιπτώσεις όπου η ακύρωση λειτουργεί ως μορφή κοινωνικής δικαιοσύνης. Όταν κάποιος επώνυμος χρησιμοποιεί την εξουσία του για να κακοποιήσει ή να παραπλανήσει και δεν υπάρχουν άλλοι τρόποι λογοδοσίας, η δημόσια κατακραυγή ίσως είναι το μόνο “όπλο” του κόσμου. Σε περιόδους ή περιστάσεις κατά τις οποίες υπάρχει ανικανοποίητο το αίσθημα απόδοσης δικαιοσύνης, οι χρήστες των social media, η κοινωνία νιώθει μία πίεση να λάβει μέτρα, να αποτελέσει ηχηρή φωνή, να ‘ακουστεί’.
Παράδειγμα: Το κίνημα #MeToo έφερε στο φως καταχρηστικές συμπεριφορές χρόνων που κανείς δεν τολμούσε να θίξει. Εκεί, η ακύρωση λειτούργησε ως μοχλός αλλαγής.
Πότε μπορεί να γίνει επικίνδυνη και πρέπει να δίνουμε προσοχή;
Η ακύρωση γίνεται προβληματική όταν:
- Δεν αφήνει περιθώριο μεταμέλειας. Όλοι κάνουμε λάθη, ειδικά στο παρελθόν. Αν ακυρώνουμε χωρίς δεύτερη σκέψη, χάνεται η έννοια της εξέλιξης.
- Βασίζεται σε αποσπασματικές πληροφορίες (π.χ. απομονωμένες φράσεις ή παλιά posts εκτός πλαισίου).
- Στρέφεται σε “απλούς” ανθρώπους και όχι μόνο σε δημόσια πρόσωπα — οδηγώντας σε σοβαρές ψυχολογικές και επαγγελματικές συνέπειες.
Στην ουσία, η ακύρωση καμιά φορά δεν είναι “κοινωνική ευαισθησία”, αλλά όχλος με hashtag.
Η κουλτούρα ακύρωσης αφορά μία κριτική στο ‘τι έγινε λάθος’. Ο άνθρωπος δεν μαθαίνει από τα λάθη του. Σκέψου τον εαυτό σου να πέφτεις σε ένα αδιέξοδο με το αυτοκίνητο, το μόνο που έμαθες είναι το από πού να μην πηγαίνεις, τον δρόμο από πού να πηγαίνεις όμως δεν τον έμαθες. Χρειαζόμαστε έναν διάλογο που να ανοίγει δρόμους και όχι μόνο να ακυρώνει. Η κουλτούρα ακύρωσης μάς έδειξε ότι η κοινωνία έχει δύναμη. Αλλά η πραγματική αλλαγή έρχεται όχι όταν φωνάζουμε μόνο για να ακυρώσουμε, αλλά όταν δημιουργούμε χώρο για διάλογο, εκπαίδευση και συγχώρεση.
Οι νεότερες, και όχι μόνο, γενιές είναι πιο ευαισθητοποιημένες σε θέματα όπως ο ρατσισμός, η πατριαρχία, η κακοποίηση. Αυτό είναι υπέροχο. Όμως υπάρχει και μια παγίδα: να οδηγηθούμε σε ένα κυνήγι μαγισσών, όπου όλοι φοβούνται να μιλήσουν — μήπως “παρεξηγηθούν” ή “ακυρωθούν”.
Η λύση δεν είναι να μην μιλάμε. Η λύση είναι να μιλάμε με υπευθυνότητα και να ακούμε με κατανόηση.
Μπορείς να είσαι υπεύθυνος πολίτης χωρίς να γίνεσαι ψηφιακός εισαγγελέας. Μπορούμε να κρατήσουμε τους άλλους υπεύθυνους χωρίς να ξεχνάμε ότι είναι άνθρωποι.
Ας μην ακυρώνουμε απλά για να νιώθουμε ότι “κάναμε κάτι”. Ας επιλέγουμε να χτίζουμε κουλτούρα διαλόγου και όχι φόβου.