“The greatest concert movie of all time”: μια πολλά υποσχόμενη δήλωση που όταν την συναντήσεις, δεν την προσπερνάς εύκολα ακόμα κι αν δεν είσαι σινεφίλ. Η ταινία-συναυλία “Talking Heads: Stop Making Sense” που συνοδεύει αυτή η δήλωση, κυκλοφόρησε για πρώτη φορά το 1984 με σκηνοθέτη τον θρυλικό Jonathan Demme (The Silence of the Lambs, Philadelphia) και επανεκδόθηκε το 2023 από την Α24 σε ανάλυση 4Κ για περιορισμένες προβολές παγκοσμίως.
Την πέτυχα τον Οκτώβρη, την τελευταία μου μέρα στο Λονδίνο σε ένα σινεμά στο Shoreditch. Όμως εκείνη την μέρα είχα κλείσει εισιτήριο για τον “Vanya” με τον Andrew Scott να παίζει όλους τους ρόλους στο ομώνυμο έργο του Τσέχωφ (εμπειρία που σίγουρα θα άξιζε από μόνη της ένα άρθρο) και έχασα την ευκαιρία να την δω.
Το πλήρωμα του χρόνου μας βρήκε τελικά την προηγούμενη εβδομάδα στο Αμβούργο και στο Abaton Kino, ένα από τα πρώτα Art house σινεμά στη Γερμανία, που βρίσκεται δίπλα στο πανεπιστήμιό μου.
3 concerts and a movie
Η ταινία που αποτελείται από τρεις συναυλίες των Talking Heads στο Hollywood το 1983, ανοίγει με τον frontman του συγκροτήματος David Byrne, να ερμηνεύει το Psycho Killer μόνο με την κιθάρα του και ένα κασετόφωνο να τον βοηθάει στον ρυθμό . Πρόκειται για μια πιο soft version του ίσως πιο διάσημου τραγουδιού του συγκροτήματος, εξίσου δυναμική και ενδιαφέρουσα με την original.
Η σκηνή χτίζεται σταδιακά, με τις εμφανίσεις των υπολοίπων: η Tina Weymouth στο μπάσο, ο Chris Frantz στα ντραμς και ο Jerry Harrison στα πλήκτρα. Κάθε τραγούδι φέρνει κι έναν μουσικό και ο καθένας από αυτούς προσθέτει τα δικά του μοναδικά στοιχεία, τόσο στον ήχο όσο και στην εικόνα, μέχρι να υπάρξει «ολομέλεια» στο Burning Down the House.
Η σύνθεση συμπληρώνεται από πέντε ακόμα εξαιρετικούς μουσικούς, το κοινό σηκώνεται όρθιο και η ενέργεια είναι διάχυτη μέσα στο κλειστό θέατρο. Πηγή αυτής είναι ξεκάθαρα ο Byrne, τον οποίο κυριολεκτικά κυνηγάει ο προβολέας από άκρη σε άκρη της σκηνής, λίγο πριν από τη μεταμόρφωσή του από heartthrob σε δημιούργημα του Φρανκενστάιν εξαιτίας του γιγάντιου, iconic κουστουμιού του, εμπνευσμένο από το θεατρικό είδος “Noh” που γνώρισε σε ένα ταξίδι του στην Ιαπωνία.
Θα μοιραστεί αργότερα μια δική του, διαφορετική ερμηνεία για το κουστούμι λέγοντας ότι ήθελε να τονίσει το μέγεθος του σώματός του, για να αναδείξει πως η μουσική είναι κάτι τόσο φυσικό που γίνεται αντιληπτή πρώτα από το σώμα και έπειτα από το κεφάλι.
Heaven, This Must Be the Place, Life during Wartime, Take me to the River είναι μερικά από τα τραγούδια αυτής της ιστορικής, post-punk μπάντας που ακούγονται στην ταινία-συναυλία με μια ειδική μνεία να αξίζει στο τελευταίο, με την συνεισφορά από τις Lynn Mabry και Ednah Holt στα φωνητικά.
Για όσους θέλουμε να το ακούμε on repeat, δυστυχώς αυτή είναι μια εκδοχή που δεν βρίσκεις στις πλατφόρμες.
Όλα αυτά μέσα από την τρομερή κινηματογράφηση του Demme (ο οποίος σημειωτέον ότι άφησε απόλυτη καλλιτεχνική ελευθερία στους Talking Heads σε ό,τι αφορούσε την σκηνική τους παρουσία) σε πλέον πεντακάθαρη 4Κ εικόνα με καταπληκτικά, στρατηγικά κοντινά πλάνα που αναδεικνύουν το μεγαλείο του Byrne ως περφόρμερ. Τελικά από μια άποψη, ίσως και να είμαστε προνομιούχοι συγκριτικά με όσους την είδαν λάιβ τότε.
“Once in a lifetime”
Στο τέλος και μόνο, ο Byrne κοιτάει κατάματα την κάμερα, τον θεατή δηλαδή, που βρίσκεται σε οποιαδήποτε στιγμή στο μέλλον βλέπει εκείνη την στιγμή αυτόν στα 30 του να τα δίνει όλα επί σκηνής και του δίνει το μικρόφωνο.
“Does anybody have any questions?” ρωτάει στο κλείσιμο της ταινίας και είναι η πρώτη φορά που τον ακούμε να μιλάει και όχι να τραγουδάει.
Σκέφτομαι τι σημαίνει το γκρέμισμα αυτό του τέταρτου τοίχου σήμερα: στη γενιά μου, που βλέπει αυτές τις ιστορικές μουσικές προσωπικότητες σε ταινίες, βίντεο, αφηγήσεις και στις δημόσιες εμφανίσεις όσων έχουν μείνει ως γλυκούληδες παππούδες (προστατέψτε τον Paul McCartney με κάθε κόστος).
Σε όλους όσους βλέπουμε μια μουσική σκηνή να εξελίσσεται με ραγδαίους ρυθμούς, να μην προλαβαίνουμε να ανακαλύπτουμε είδη και καλλιτέχνες, να βομβαρδιζόμαστε με λίγα δευτερόλεπτα από ρεφρέν τραγουδιών στο TikTok ενώ όταν πάμε σε κάποια συναυλία να μας νοιάζει περισσότερο να την καταγράψουμε παρά να την ζήσουμε (“put your f*cking phones down” μας είπε σε κάποια φάση η Florence το καλοκαίρι στην Πλατεία Νερού, ούτε η γράφουσα δεν την άκουσε). Κλείνει η παρένθεση.
Η ταινία έλαβε διθυραμβικές κριτικές από πληθώρα μέσων, ενώ ενδιαφέρον είναι ότι εισπρακτικά, το box office σημείωσε προς το παρόν, οριακή αύξηση των εισιτηρίων της επανέκδοσης συγκριτικά με την πρώτη προβολή το 1984 (5 εκατομμύρια έναντι 4,95 εκατομμυρίων δολαρίων). Σύμφωνα μάλιστα με πληροφορίες του Variety, ένα ποσοστό του κοινού, ύψους πάνω από 60%, δεν είχε καν γεννηθεί τη χρονιά που προβλήθηκε για πρώτη φορά η ταινία!
“When we get older and stop making sense” τραγουδάει ο Byrnes στον στίχο του Girlfriend is better από τον οποίο είναι παρμένος ο τίτλος της ταινίας, όμως το πόσο «καλά κρατεί» η ταινία, η ιστορία και η μουσική των Talking Heads, μάλλον τον διαψεύδει.
Η ταινία παίζεται στη Θεσσαλονίκη στο σινέ Βακούρα μόνο για αυτό το Σαββατοκύριακο. Εισιτήρια εδώ.