18 Ιουλίου 2020
Τίτλοι τέλους για τη σειρά που καθήλωσε κοινό και κριτικούς.
Η εξιστόρηση του Ποντιακού Δράματος μέσα από μία σειρά 32 επεισοδίων ήταν αρκετή για να συγκινήσει όχι μόνο τους απογόνους των Ελλήνων του Πόντου, αλλά κάθε ελληνικό νοικοκυριό σε μία περίοδο μάλιστα έντονης τουρκικής προκλητικότητας. Η υπερπαραγωγή του Open Beyond σε σκηνοθεσία του μετρ του είδους, Μανούσου Μανουσάκη καθήλωσε το τηλεοπτικό κοινό από το πρώτο κιόλας επεισόδιο. Το «Κόκκινο Ποτάμι» έρχεται να προστεθεί στο ήδη επιτυχημένο παλμαρέ του: οι σειρές «Άγγιγμα Ψυχής», «Ψίθυροι Καρδιάς», «Μην μου λες Αντίο» και η πιο πρόσφατη του ταινία, το «Ουζερί Τσιτσάνης» είναι μερικές μόνο από τις επιτυχίες που τον κατέταξαν ως τον κορυφαίο, ίσως, Έλληνα σκηνοθέτη.
Απαραίτητη προϋπόθεση για τη συναισθηματική φόρτιση των τηλεθεατών ήταν φυσικά και το τραγούδι των τίτλων, χάρη στη μαγευτική ερμηνεία της Ελεονόρας Ζουγανέλη, σε συνδυασμό με τους ήχους της Ποντιακής λύρας.
Το «Ποντιακό Δράμα» για πρώτη φορά στην ελληνική τηλεόραση!
Μια σειρά βγαλμένη από την ιστορία μας, την άγνωστη για πολλούς ιστορία του Ποντιακού Ελληνισμού. Τα σχολικά βιβλία σιωπούν «εκκωφαντικά» σ’ ένα ζήτημα τόσο νωπό στις μνήμες των περισσοτέρων. Η μοναδική αναφορά στο «Ποντιακό Ζήτημα» γίνεται στο βιβλίο κατεύθυνσης της Γ’ Λυκείου, σ’ ένα κεφάλαιο που μπαινοβγαίνει στην ύλη των Πανελληνίων εξετάσεων και εκτός των άλλων η γνώση του είναι εντελώς χρησιμοθηρική.
Το «Κόκκινο ποτάμι» ή αλλιώς «μια βουτιά» στην ιστορία του τόπου μας αποτέλεσε ένα τολμηρό εγχείρημα που εκ του αποτελέσματος φαίνεται ότι στέφθηκε με απόλυτη επιτυχία. Πολλοί από τους πρωταγωνιστές, όπως έχουν ομολογήσει, χρειάστηκε να μελετήσουν με τις ώρες τις πιο σκοτεινές και τις πιο απόκρυφες ιστορίες των Ελλήνων του Πόντου για να μπουν στο «πετσί» του ρόλου. Το ερωτικό δράμα εκτυλίσσεται με επίκεντρο δύο οικογένειες, την εύπορη οικογένεια Νικολαΐδη της Κωνσταντινούπολης και την οικογένεια Παυλίδη, μεγαλογαιοκτήμονες της Αμισού.
Η Ιφιγένεια και ο Μίλτος, κατά κόσμον Αναστασία Παντούση και Ιωάννης Παπαζήσης αποτελούν το πρωταγωνιστικό ζευγάρι, του οποίου ο έρωτας περνάει από «40 κύματα» και παραμένει ανεκπλήρωτος ως το τέλος. Βασισμένο στο ομώνυμο βιβλίο του Χάρη Τσιρκινίδη, το έργο ακολουθεί τις πολιτικές εξελίξεις στην Τουρκία από τις αρχές του 20ου αιώνα μέχρι και την 19η Μαΐου του 1919, την ημέρα που ο Μουσταφά Κεμάλ αποβιβάστηκε στη Σαμψούντα για να ολοκληρώσει την τελευταία και την πιο άγρια φάση εκτοπισμού των ελληνικών φύλων του Πόντου.
Η 19η Μαΐου αποτελεί εθνική εορτή για τους Τούρκους, ενώ έχει καθιερωθεί ως ημέρα μνήμης της Ποντιακής Γενοκτονίας για τους Έλληνες.
Ιστορικό Υπόβαθρο
Την παραπαίουσα Οθωμανική Αυτοκρατορία διαδέχτηκε το νεοτεριστικό Κίνημα των Νεότουρκων, εκσυγχρονιστές κατά το δοκούν και προσκείμενοι φιλικά στους υπόδουλους λαούς της Αυτοκρατορίας. Είχαν προηγηθεί άλλωστε και οι πρώτες σφαγές των Αρμενίων επί Σουλτάνου Αμπντούλ Χαμίτ Β’, κατά τα έτη 1894-1896, γεγονός που δημιούργησε την επιθυμία σε Έλληνες, Αρμένιους και Ασσύριους για αλλαγή του καθεστώτος, φοβούμενοι μια ενδεχόμενη επίθεση σε βάρος τους.
Παραπλανημένοι από τις εκσυγχρονιστικές θέσεις των Νεότουρκων, οι χριστιανοί της Αυτοκρατορίας πίστεψαν ότι με την άνοδό τους στην εξουσία, τα βάσανα τους θα τελείωναν. Στην πραγματικότητα δεν ήταν τίποτ’ άλλο παρά η αρχή του τέλους…
Πολλοί από τους ρόλους των πρωταγωνιστών είναι εμπνευσμένοι από αληθινά πρόσωπα: οι ρόλοι του Ονούρ Ασλάν και του Μεχμέτ Καρτάλ προήλθαν από την τριανδρία του εθνικού κομιτάτου των Νεότουρκων με την ονομασία «Ένωση και Πρόοδος». Τα αληθινά ονόματα αυτών; Μεχμέτ Ταλάατ και Ενβέρ Πασάς. Ακόμα, ο ρόλος του αδυσώπητου Οσμάν, τον οποίο ενσάρκωσε με απόλυτη επιτυχία ο Λάμπρος Κτεναβός, εμπνεύστηκε από την ξακουστή «ύαινα του Πόντου», τον σφαγέα χιλιάδων Ελλήνων, Τοπάλ Οσμάν. Την ίδια ώρα, ο μητροπολίτης Αμισού, Θεόκλητος, που πρωταγωνιστεί ίσως στη συγκλονιστικότερη σκηνή της σειράς, συνδέεται με την αντάρτικη δράση του Γερμανού Καραβαγγέλη, ενώ ο περιώνυμος έμπορος όπλων της εποχής, ο ελληνικής καταγωγής Βασίλειος Ζαχάρωφ είναι ένα πέρα για πέρα πραγματικό πρόσωπο, για τον οποίο όμως οι πληροφορίες διίστανται. Το σίγουρο είναι ότι έδρασε παρασκηνιακά, βοηθώντας τον ελληνικό στρατό στους Βαλκανικούς Πολέμους.
Η έκβαση των Βαλκανικών Πολέμων ενίσχυσε το ανθελληνικό θυμικό των Τούρκων και ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος ήρθε για να επισφραγίσει την καταδίκη όλων των χριστιανών της χώρας. Με τη βοήθεια υποχθόνιων Γερμανών αξιωματικών ενορχηστρώθηκε το σχέδιο εξόντωσης των Ελλήνων. Την ήρεμη συνύπαρξη Ελλήνων, Τούρκων και Αρμενίων διατάραξε η τουρκική προπαγάνδα, η οποία στοχοποίησε τους αλλόθρησκους.
Κατά την εκστρατεία του Καυκάσου, οι Ρώσοι κατέλαβαν πολλές περιοχές με έντονη ελληνική παρουσία προσφέροντας μια δικλείδα ασφαλείας στους χριστιανούς του Πόντου. Με την άνοδο των Μπολσεβίκων όμως και την αποχώρηση της Ρωσίας από τον Πόλεμο, το 1917, οι χριστιανοί ήταν πλέον αβοήθητοι μπροστά στο μένος των Τούρκων.
Για την αποφυγή μιας διεθνούς κατακραυγής, οι Τούρκοι δεν προχώρησαν σε μια μαζική σφαγή, αλλά μέσα από τις πορείες θανάτου και τα περίφημα τάγματα εργασίας («αμελέ ταμπουρού»), οδήγησαν εκατοντάδες χιλιάδες Έλληνες με μαθηματική ακρίβεια προς τον θάνατο. Υπό το πρόσχημα της αυθαίρετης δράσης των λήσταρχων, η τουρκική διοίκηση δεν δίστασε να απελευθερώσει ακόμα και διαβόητους κακοποιούς, τους επονομαζόμενους «Τσέτες» ως αντιπερισπασμό για τις βιαιοπραγίες έναντι των χριστιανών. Δεν είναι τυχαίο ότι η Τουρκία μέχρι σήμερα δεν αναγνωρίζει τη γενοκτονία και αποδίδει τους θανάτους σε απώλειες πολέμου, λιμό και λοιπές ασθένειες.
Οι αντάρτικες ποντιακές οργανώσεις κατάφεραν ισχυρά πλήγματα στους αντιπάλους, γεγονός που πυροδότησε τη μαινόμενη αντίδραση των Τούρκων. Την ίδια ώρα, το ελληνικό κράτος «σφύριζε αδιάφορα», εμφανώς επηρεασμένο από τον «Εθνικό Διχασμό» και αρκούνταν σε καταδικαστέες δηλώσεις για τα όσα συνέβαιναν στον Πόντο και στη Μικρά Ασία.
Ο παιδευτικός ρόλος της σειράς
Το «Κόκκινο Ποτάμι» ρίχνει άπλετο φως σε αυτές τις άγνωστες πτυχές της ελληνικής ιστορίας. Για να γλυτώσουν τη σφαγή, πολλοί χριστιανοί αυτοκτόνησαν ή εξισλαμίστηκαν, ενώ η σειρά θίγει και τον ρόλο των «κρυπτοχριστιανών» που έκρυβαν την αληθινή τους ταυτότητα, κάτω από τη μουσουλμανική μαντήλα και το οθωμανικό φέσι.
Πλην τοις άλλοις, η σειρά καταρρίπτει και το στερεότυπο των «κακών Τούρκων». Η πλειοψηφία τους είχε μάθει να ζει ειρηνικά με τους Έλληνες και με τους Αρμένιους, ενώ δεν ήταν λίγες οι περιπτώσεις που είχαν συνάψει σχέσεις και μεταξύ τους. Οι ρόλοι του «Κερέμ Καρτάλ», του «Χότζα» και του μετανιωμένου «Οούζ» συμβολίζουν την καλοσύνη και την ανθρωπιά που πρέπει να δείχνουν οι άνθρωποι ακόμα και σε καιρό διωγμών ή πολέμων.
Το «Κόκκινο Ποτάμι» αγαπήθηκε όσο λίγες σειρές στην ελληνική τηλεόραση και σίγουρα θα μνημονεύεται για πολλά χρόνια. Μέσα στην ανυπαρξία του ελληνικού τηλεοπτικού τοπίου, η σειρά ξεχώρισε «σαν τη μύγα μες στο γάλα» και μαζί με τις «Άγριες Μέλισσες» αποτέλεσαν σημεία αναφοράς για φέτος και παραδειγματισμού για το μέλλον. Θερμά συγχαρητήρια αξίζουν και στον – ποντιακής καταγωγής – ιδιοκτήτη του Open, Ιβάν Σαββίδη που στήριξε από την πρώτη στιγμή μια τόσο κοστοβόρα παραγωγή, πρωτόγνωρη για τα ελληνικά δεδομένα. Οι αναρίθμητοι κομπάρσοι, οι παραδοσιακές φορεσιές και τα γυρίσματα σε Γαλλία, Ρωσία και σε πολλές περιοχές της Ελλάδας καθιστούν τη σειρά, υπερπαραγωγή.
Ο Πόντος ζει μέσα από τις αφηγήσεις των παλαιότερων και θα συνεχίσει να υφίσταται για τον αιώνα τον άπαντα. Στόχος των απανταχού Ποντιακών Ενώσεων είναι η αναγνώριση σε διεθνές επίπεδο της γενοκτονίας που συντελέστηκε και στοίχισε τη ζωή σε 353.000 ανθρώπους. Η υπερηφάνεια και η παλικαριά των Ποντίων αντιπροσωπεύονται στον «Πυρρίχειο» χορό του Μίλτου, στιγμές πριν αφήσει την τελευταία του πνοή.