Πόντος: Η στρατηγική του αφανισμού

Η Γενοκτονία των Ποντίων αποτελεί μία από τις σκοτεινότερες σελίδες της σύγχρονης ιστορίας και συνιστά χαρακτηριστικό παράδειγμα του πώς η εθνοκάθαρση μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως εργαλείο κρατικής πολιτικής για την επίτευξη εθνικών και ιδεολογικών στόχων.

Η συστηματική εξόντωση του ποντιακού ελληνισμού στον Εύξεινο Πόντο, κατά την περίοδο 1914–1923, δεν αποτέλεσε αυθόρμητη πράξη βίας, αλλά το αποτέλεσμα μιας οργανωμένης, κρατικά ενορχηστρωμένης στρατηγικής, η οποία εντάσσεται στο ευρύτερο πλαίσιο του τουρκικού εθνικισμού, που επεδίωκε τη δημιουργία ενός εθνολογικά ομοιογενούς κράτους στην Ανατολία και τη Μικρά Ασία.

Η ιστορική αφετηρία των γεγονότων ανάγεται στις τελευταίες δεκαετίες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, όταν η πολυεθνοτική της σύνθεση άρχισε να θεωρείται τροχοπέδη για τη διατήρηση της συνοχής της. Στο πλαίσιο αυτό, η ανάδυση του κινήματος των Νεοτούρκων το 1908, με την ιδεολογική του προσήλωση στον τουρκικό εθνικισμό και την παντουρανική προοπτική, σηματοδότησε μια στροφή προς πολιτικές «εκκαθάρισης» των μη μουσουλμανικών και μη τουρκικών πληθυσμών.

Οι Έλληνες του Πόντου, ως σημαντική πληθυσμιακή και οικονομική κοινότητα στην περιοχή του Εύξεινου Πόντου, αντιμετωπίστηκαν ως εμπόδιο στην εθνική ανασυγκρότηση που οραματίζονταν οι Τούρκοι εθνικιστές.

Η γενοκτονία του ποντιακού ελληνισμού, η οποία εκτυλίχθηκε σε διάφορες φάσεις, περιελάμβανε εκτοπίσεις (συχνά υπό το πρόσχημα της στρατολόγησης σε τάγματα εργασίας ή της απομάκρυνσης λόγω πολεμικών συνθηκών και συνοδεύονταν από συνθήκες λιμοκτονίας) εξαναγκαστικές πορείες θανάτου, μαζικές εκτελέσεις, βασανιστήρια, λεηλασίες, βιασμούς και καταστροφή πολιτιστικών και θρησκευτικών μνημείων.

Αυτό σημαίνει ότι ο χαρακτήρας της  δεν περιορίστηκε στην εξόντωση φυσικών προσώπων, αλλά επεδίωξε τη διαγραφή κάθε ίχνους της ποντιακής παρουσίας από τον γεωγραφικό και ιστορικό χάρτη της περιοχής.

στρατηγική
Οι πορείες θανάτου

Η επιλογή της γενοκτονίας ως πολιτική πρακτική δεν μπορεί να ερμηνευθεί αποκλειστικά ως πράξη μίσους ή εκδίκησης, αλλά ως στρατηγική απόπειρα αναδιάταξης του πληθυσμιακού χάρτη, με σκοπό τη συγκρότηση ενός ενιαίου, μουσουλμανικού και τουρκικού έθνους-κράτους.

Η πολιτική φιλοσοφία της πρακτικής αυτής  προέχεται από τον ριζοσπαστικό εθνικισμό και τον εθνοκρατικό ολοκληρωτισμό, όπου το κράτος αναγνωρίζει ως νόμιμους πολίτες μόνο όσους εντάσσονται στη βασική εθνοθρησκευτική ταυτότητα που προκρίνει η εξουσία.

Με άλλα λόγια, πρόκειται για μια μέθοδο του κρατικού εθνικισμού, ο οποίος στοχεύει στην εθνοτική ομογενοποίηση ως προϋπόθεση για την παγίωση της κρατικής ισχύος και συνοχής (εθνοκεντρικό κρατικό μοντέλο).

Η περίπτωση των Ποντίων συνιστά χαρακτηριστικό παράδειγμα εργαλειακής χρήσης της βίας για την επίτευξη πολιτικών στόχων. Η εξόντωση δεν έγινε για λόγους καθαρά στρατιωτικούς, καθώς απώτερος σκοπός ήταν η εγκαθίδρυση ενός νέου πολιτικού συστήματος, απαλλαγμένο από τις μειονότητες που θεωρήθηκαν εν δυνάμει υπονομευτικές. Η εθνοκάθαρση απέκτησε, υπό αυτήν την έννοια, διαρθρωτικό χαρακτήρα, λειτουργώντας ως θεμέλιο της νέας κρατικής συγκρότησης.

Από τα παραπάνω καθίσταται σαφές ότι η γενοκτονία δεν ήταν προϊόν αποτυχίας του κράτους, αλλά συνειδητή επιλογή του, βάσει μιας μονοδιάστατης εθνικής αφήγησης, όπου το διαφορετικό θεωρούνταν απειλή που έπρεπε να εξαλειφθεί.

Η εξολόθρευση των Ποντίων αντανακλά την απόλυτη σύνδεση της βίας με την κρατική σκοπιμότητα και αποκαλύπτει τον τρόπο με τον οποίο ιδεολογικά σχήματα μπορούν να μετουσιωθούν σε απάνθρωπες πρακτικές με καταστροφικά αποτελέσματα: δεκάδες χιλιάδες νεκροί, εκατοντάδες χιλιάδες πρόσφυγες που μετακινήθηκαν κυρίως στην Ελλάδα, ανυπολόγιστες πολιτιστικές απώλειες και μία ιστορική κληρονομιά τραγικού βάρους που επηρεάζει τις ελληνοτουρκικές σχέσεις μέχρι και σήμερα.

Σε επίπεδο διεθνούς δικαίου και διεθνούς ηθικής, ο αφανισμός των Ποντίων αποτελεί ξεκάθαρα περίπτωση παραβίασης των θεμελιωδών δικαιωμάτων του ανθρώπου και εγκλήματος κατά της ανθρωπότητας.

Το ζήτημα του ποντιακού ολοκαυτώματος δεν αφορά μόνο την ποντιακή κοινότητα ή τον ελληνικό λαό. Πρόκειται για παγκόσμιο ιστορικό και ανθρωπιστικό ζήτημα, που συνδέεται με τις ευρύτερες συζητήσεις περί γενοκτονιών, ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ηθικής ευθύνης των κρατών και των κοινωνιών.

Η μη αναγνώριση της γενοκτονίας από το τουρκικό κράτος, παρά τις αποδείξεις και τη μαρτυρική τεκμηρίωση, εγείρει σοβαρά ηθικά και πολιτικά ζητήματα, καθώς έρχεται σε αντίθεση με τις αρχές της ιστορικής ευθύνης, της δικαιοσύνης και της συμφιλίωσης. Εντάσσεται, δηλαδή, στην στρατηγική της σιωπής και της λήθης που επιδιώκει την ιστορική νομιμοποίηση της βίας.

Αναγνωρίζοντας το μέγεθος της τραγωδίας, δεν επιδιώκεται η εκδίκηση, αλλά η ηθική και ιστορική δικαίωση, καθώς και η ενίσχυση της συλλογικής συνείδησης που προτάσσει την ειρηνική συμβίωση, επιτρέπει τη διαφύλαξη της ιστορικής αλήθειας και συμβάλλει στη θεμελίωση ενός κόσμου όπου το έγκλημα της γενοκτονίας δεν έχει καμία θέση.

Η ιστορική μνήμη, όταν διατηρείται ζωντανή, αποτελεί πράξη πολιτικής και ηθικής αντίστασης στην ατιμωρησία. Λειτουργεί ως ανάχωμα στην επανάληψη παρόμοιων εγκλημάτων και ενδυναμώνει τον αγώνα για ένα μέλλον με περισσότερο σεβασμό στην ανθρώπινη αξία.

Μοιράσου το:

Νικολέτα Καρπινκάκη

Νικολέτα Καρπινκάκη

Από μικρή ηλικία είχα έντονο ενδιαφέρον για τα κοινωνικά και πολιτικα ζητήματα, με στόχο να κατανοήσω τις εξελίξεις που διαμορφώνουν τον κόσμο γύρω μου. Η κοινωνική ευαισθησία και η πολιτική δράση είναι σημαντικά στοιχεία της προσωπικότητάς μου, γι' αυτό και η επιλογή μου να ακολουθήσω τις Διεθνείς και Ευρωπαϊκές Σπουδές ήταν φυσικό επακόλουθο. Παράλληλα, η λογοτεχνία και το θέατρο με γοητεύουν, καθώς θεωρώ ότι βοηθούν στην κατανόηση των ανθρώπινων σχέσεων και της κοινωνίας. Μέσα από τα άρθρα μου επιδιώκω να ενισχύσω τη συζήτηση πάνω σε θέματα που μάλλον δεν είναι και τόσο μακριά και ξένα όσο θέλουμε ή μας αρέσει να πιστεύουμε ότι είναι.

Πρόσφατα

Διαβάστε Περισσότερα

Σχετικά Άρθρα