Σε όλα τα επαγγέλματα υπάρχουν και (πρέπει να) ακολουθούνται είτε άγραφοι, είτε και γραπτοί-θεσμοθετημένοι κανόνες δεοντολογίας. Στο σημερινό άρθρο θα εξετάσουμε συγκεκριμένα τον κώδικα δεοντολογίας του κλάδου της ψυχικής υγείας. Δεν θα κρύψω ότι αφορμή για το συγκεκριμένο άρθρο αποτέλεσε η συνεχής παρατήρηση ότι πολλές φορές εμφανίζονται «επαγγελματίες» σε δίκτυα ενημέρωσης και κοινωνικά δίκτυα που μας προτρέπουν να πράξουμε με τον έναν τρόπο, για να αισθανθούμε καλύτερα, ή με τον άλλο, ώστε να είμαστε πιο αποδεκτοί, ή ακόμα και να παίρνουν θέση και να εκφέρουν άποψη για περιπτώσεις που δεν παρακολουθούν από κοντά. Κι όλα αυτά απλά για να κερδίσουν δημοσιότητα και να αυξήσουν το πελατολόγιό τους.
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή… Ως δεοντολογία ορίζεται «εκείνο το σύστημα ηθικής για το οποίο ηθικές πράξεις είναι οι πράξεις σύμφωνα με το καθήκον και ανεξάρτητα από το ποιες μπορεί να είναι οι συνέπειες για αυτόν που εκτελεί το ηθικό καθήκον ή και συνολικά» (Wikipedia).
Έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τον όρο της συνεπειοκρατίας, όπου οι πράξεις αξιολογούνται αποκλειστικά με βάση το αποτέλεσμά τους. Όπως εύκολα μπορεί να συμπεράνει κανείς, στον χώρο της υγείας σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να λειτουργήσει αυτή η συνεπειοκρατική λογική. Εδώ οι κανόνες και η ηθική γενικότερα χρειάζεται να προλαμβάνουν το αρνητικό αποτέλεσμα. Δεν θα μπούμε στη διαδικασία να αναλύσουμε φιλοσοφικά βαθύτερα το συγκεκριμένο θέμα για προφανείς λόγους… Θα μείνουμε απλά στην ουσία της δεοντολογίας που είναι η πρόληψη και η αποφυγή αρνητικού αποτελέσματος.
Σχετικές πληροφορίες περί Κώδικα Δεοντολογίας
Στο δια ταύτα λοιπόν, πρώτο και σημαντικότερο στοιχείο του κώδικα δεοντολογίας είναι η επάρκεια του/της επαγγελματία. Αυτή ξεκινάει από την απόκτηση και «επίδειξη» σε κάθε ευκαιρία των ανάλογων τίτλων σπουδών. Χρειάζεται να γίνει σαφές ότι ο/η ψυχοθεραπευτής/σύμβουλος ψυχικής υγείας χρειάζεται να ακολουθήσει ΠΕΡΑΙΤΕΡΩ εκπαίδευση (συνήθως τετραετούς διάρκειας) σε κάποια συγκεκριμένη προσέγγιση του κλάδου της Ψυχοθεραπείας, πέραν του πρώτου πτυχίου, προκειμένου να είναι σε θέση να παρέχει υπηρεσίες ψυχοθεραπείας/συμβουλευτικής.
Τίτλοι, όπως life coach και influencer που αποκτιούνται από ολιγόμηνες εκπαιδεύσεις (ή και καθόλου εκπαιδεύσεις) με μηδαμινές ώρες πρακτικής και ελέγχου επάρκειας δεν παρέχουν καμία επαγγελματική επάρκεια σε κάποιον να ασκήσει το λειτούργημα του ψυχοθεραπευτή/συμβούλου ψυχικής υγείας.
Για αυτό είναι σημαντικό όλοι μας να τσεκάρουμε τα πτυχία του εκάστοτε επαγγελματία πριν ξεκινήσουμε τη συνεργασία μας μαζί του. Από εκεί και πέρα η επάρκεια εμμέσως πλην σαφώς επιβάλει τη συνεχή διάθεση για βελτίωση της παροχής υπηρεσιών μέσω διαρκούς εκπαίδευσης, απόκτησης περαιτέρω τίτλων μέσω εξειδικευμένων σπουδών και γενικά ενημέρωση πάνω σε νέα δεδομένα που προκύπτουν στο πεδίο της ψυχοθεραπείας.
Ακόμα, χρειάζεται να ακολουθούνται και κάποιοι κανόνες κατά τη διάρκεια της θεραπευτικής πρακτικής. Συγκεκριμένα, απαιτείται η τήρηση του επαγγελματικού απορρήτου: οτιδήποτε λέγεται εντός της συνεδρίας μένει εκεί και για κανέναν λόγο δεν δημοσιοποιείται. Ωστόσο υπάρχουν κάποιες περιπτώσεις όπου το απόρρητο αυτό απαιτείται «να σπάσει». Αυτό γίνεται όταν:
- ο/η θεραπευόμενος/η είναι ανήλικος/η, οπότε και χρειάζεται ο/η κηδεμόνας να γνωρίζει σχεδόν ό,τι συζητιέται,
- Εάν ο/η θεραπευτής/τρια κρίνει ότι τίθεται θέμα σωματικής ακεραιότητας του/της θεραπευόμενου/ης ή κάποιου τρίτου προσώπου, οπότε και χρειάζεται να ειδοποιηθεί κάποιος συγγενής στην πρώτη περίπτωση και η αρμόδια αρχή στη δεύτερη,
- Σε περίπτωση κλήσης του/της θεραπευτή/τριας στο δικαστήριο για να καταθέσει.
Πέρα από το απόρρητο, η θεραπευτική σχέση απαιτείται να είναι αποκλειστικά και μόνο θεραπευτική. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι θεραπευτής/τρια και θεραπευόμενος/η δεν δύναται να έχουν κάποια άλλη διαπροσωπική σχέση μεταξύ τους. Για αυτό και δεν προβλέπεται να αναλαμβάνουμε περιπτώσεις φίλων, συγγενών, ακόμα και φίλων των συγγενών μας. Επίσης, σημαντικό και αυτονόητο είναι ότι απαγορεύεται η σύναψη οποιουδήποτε είδους επαφής, πέραν της θεραπευτικής, με τους/τις πελάτες/ισσες. Ο λόγος είναι ότι στη θεραπευτική σχέση χρειάζεται να υπάρχει μια εμπιστοσύνη και μια επικοινωνία πολύ ιδιαίτερες και «ουδέτερες». Χρειάζεται ο/η θεραπευτής/τρια να είναι όσο πιο ουδέτερος/η και αμερόληπτος/η, προκειμένου να γίνει βοηθητικός/η για τον/την θεραπευόμενο/η.
Σημαντικό στοιχείο, επίσης, είναι ο/η θεραπευτής/τρια να ακολουθεί πρόγραμμα ατομικής ψυχοθεραπείας, αλλά και εποπτείας στα πλαίσια της παροχής το δυνατόν καλύτερων υπηρεσιών. Με το πρώτο εξασφαλίζεται ότι ο/η θεραπευτής/τρια θα καταφέρει πιο εύκολα να κάνει στην άκρη τα δικά του/της προβλήματα εντός της ψυχοθεραπευτικής υπηρεσίας που προσφέρει και δεν θα μπουν εμπόδιο.
Με το δεύτερο μπορεί μέχρι κάποιο βαθμό να διευκολυνθεί και η παρατήρηση κάποιου εμποδίου, αλλά και να δοθούν κάποιες ιδέες για βελτίωση των υπηρεσιών. Και η ατομική ψυχοθεραπεία και η εποπτεία δεν αποτελούν επιλογή, αλλά επιβάλλονται από τον κώδικα δεοντολογίας και θα πρέπει όλοι/ες οι ψυχοθεραπευτές/τριες και σύμβουλοι να τα ακολουθούν ανεξαρτήτου εμπειρίας και κατάρτισης.
Τέλος, σε περιπτώσεις που υπάρχει κάποια ανυπέρβλητη δυσκολία για παροχή υπηρεσίας για οποιοδήποτε λόγο, προβλέπεται και η παραπομπή του πελάτη είτε για έξτρα βοήθεια σε κάποιον ειδικευμένο γιατρό (για λόγους υγείας) είτε και σε κάποιον/α συνάδελφο με περισσότερη εμπειρία και εξειδίκευση. Αυτό συμβαίνει συνήθως είτε γιατί ο/η θεραπευόμενος/η αποτελεί πολύπλοκο περιστατικό και απαιτείται εξειδικευμένη υπηρεσία, είτε ακόμα κι αν ο/η θεραπευτής/τρια διαπιστώσει ότι η θεραπευτική σχέση δεν φαίνεται να έχει κάποιο αποτέλεσμα, παρά τις προσπάθειες.
Σκέψεις
Όπως προαναγγέλθηκε και στον τίτλο, θα γίνει και μια αναφορά για την κατάσταση που επικρατεί στην Ελλάδα. Αυτά τα λεγόμενα είναι προσωπικές απόψεις που χρήζουν σίγουρα ανάλυσης, ωστόσο βασίζονται σε πραγματικά δεδομένα και καθημερινά περιστατικά.
Σίγουρα σε όλα τα επαγγέλματα υπάρχουν «καλοί/ές και κακοί/ες» επαγγελματίες. Αυτό έχει να κάνει είτε με το ότι απλά δεν προσφέρουν υψηλό επίπεδο υπηρεσιών, είτε γιατί εκμεταλλεύονται τη θέση τους και την ανάγκη ή τη μη γνώση του κοινού ή ακόμα και γιατί απλά παραπληροφορούν με σκοπό το δικό τους συμφέρον.
Στην Ελλάδα, δυστυχώς, αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει κάποιο ολοκληρωμένο νομοθετικό πλαίσιο στον τομέα της ψυχικής υγείας. Συγκεκριμένα δεν υπάρχουν νομικές δικλείδες που να περιορίζουν το ποιος μπορεί να ασχοληθεί με την παροχή υπηρεσιών συμβουλευτικής και ψυχοθεραπείας. Αλήθεια, γνωρίζετε ότι και οι ψυχολόγοι και οι σύμβουλοι ψυχικής υγείας με το πρώτο τους πτυχίο δεν έχουν τις γνώσεις και την απαιτούμενη εκπαίδευση, για να προσφέρουν τις υπηρεσίες αυτές;
Χρειάζεται περαιτέρω εκπαίδευση (συνήθως τετραετούς διάρκειας, όπως αναφέρθηκε και παραπάνω), ώστε να αποκτήσουν τον τίτλο του ψυχοθεραπευτή. Παρόλα αυτά, δεν είναι λίγοι αυτοί που εκμεταλλευόμενοι το νομικό κενό αυτό που υπάρχει, την άγνοια του κοινού, καθώς και τις επικοινωνιακές τους δεξιότητες και τις γνωριμίες τους, προσφέρουν υπηρεσίες ψυχοθεραπείας. Αυτό είναι οριακά εγκληματικό… είναι κάτι αντίστοιχο με το να μπορεί κάποιος να συνταγογραφήσει φάρμακα βλέποντας βίντεο στο Υoutube.
Το άλλο πολύ σύνηθες φαινόμενο είναι η παροχή συμβουλών μέσω της υιοθέτησης συγκεκριμένου life style με σκοπό να καταπολεμήσουμε τα αρνητικά συναισθήματα. Αυτό, πέρα από ξεκάθαρα αντι-επιστημονικό μπορεί να αποβεί και ιδιαίτερα ζημιογόνο για ομάδες ανθρώπων με διάφορα ψυχολογικά προβλήματα, κυρίως γιατί κρατούν την «εύπεπτη» πληροφορία ότι τα συναισθήματα χωρίζονται σε καλά και κακά και προσπαθούν να τα αποβάλλουν.
Κι όταν συνειδητοποιούν ότι αυτό δεν είναι τόσο απλό, επιβαρύνεται ακόμα περισσότερο η ήδη βεβαρημένη ψυχική υγεία τους. Θα ήθελα να γίνει ξεκάθαρο εδώ ότι: κανείς/καμία σοβαρός/ή ψυχοθεραπευτής/σύμβουλος ψυχικής υγείας δεν θα μπει στη διαδικασία να δώσει συμβουλές και να προσφέρει απλόχερα λύσεις στα προβλήματα του/της θεραπευόμενου/ης. Όποιος/α το κάνει -λιτά κι απέριττα- δεν κάνει σωστά τη δουλειά για την οποία πληρώνεται. Η δουλειά του πρώτου είναι να μπει ο δεύτερος στη διαδικασία αναζήτησης του τι είναι αυτό που εμποδίζει αρχικά στη λήψη αποφάσεων, ώστε σταδιακά να είναι σε θέση να βρίσκει μόνος/η τη λύση.
Τέλος, θα ήθελα να καταστήσω σαφές ότι το ψυχοθεραπευτικό ταξίδι είναι πολλές φορές χρονοβόρο και δύσκολο. Οποιοσδήποτε ισχυρίζεται ότι μπορεί να λύσει τα προβλήματά σας άμεσα είναι από λανθασμένα (άθελα ή μη) πληροφορημένος έως συνειδητά εκμεταλλευτικός. Η ψυχική κατάσταση του ατόμου είναι ένα θέμα πολυεπίπεδο και απαιτεί μια σειρά από 100% εξατομικευμένες ενέργειες, για να αρχίσει σταδιακά να βελτιώνεται.
Ο Σύλλογος Ελλήνων Ψυχολόγων και η Ελληνική Εταιρία Συμβουλευτικής τα τελευταία χρόνια κάνουν έναν αγώνα, για να βελτιωθεί η παροχή υπηρεσιών και να αποπεμφθούν σταδιακά όσοι «επαγγελματίες» εκμεταλλεύονται τα νομικά κενά προς όφελός τους.
Μέχρι όμως να συμβούν όλα αυτά χρειάζεται πρωτίστως ο καθένας από εμάς να τσεκάρει τη φερεγγυότητα και την επάρκεια του επαγγελματία που επιθυμεί να συνεργαστεί.
Και θα βάλω μια (άνω) τελεία εδώ…