Επετειακό Αφιέρωμα στην Ελληνική Επανάσταση 1821

Από τα Ορλωφικά στην Ελληνική Ανεξαρτησία:

Η Πολιτική και Στρατηγική Διάσταση του Αγώνα του 1821

Η Επανάσταση του 1821 αποτελεί ένα από τα πιο ιερά γεγονότα της νεότερης ελληνικής ιστορίας καθώς σηματοδότησε την απαρχή της ανεξαρτησίας του ελληνικού έθνους από την Οθωμανική Αυτοκρατορία  και την ίδρυση του σύγχρονου ελληνικού κράτους. Η εξέγερση κατά του οθωμανικού ζυγού δεν ήταν ένα απλό και αυθόρμητο ξέσπασμα. Καθ’όλη τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας οι Έλληνες ακριβώς επειδή οραματιζόταν συνεχώς την απελευθέρωσή τους, είχαν ξεκινήσει τις “ζυμώσεις” αρκετό καιρό πριν και οι διεργασίες που είχαν προηγηθεί ήταν πολυεπίπεδες.

Πριν από την Επανάσταση του ΄21, είχαν γίνει διάφορες προσπάθειες με σκοπό την αποτίναξη της οθωμανικής κυριαρχίας, οι οποίες όμως υπήρξαν ατελέσφορες. Μία από τις πιο σημαντικές ήταν τα Ορλώφεια (1769-1770), τα οποία εντάσσονται στο πλαίσιο του Ρωσοτουρκικού Πολέμου του 1768-74 και αποτελούν το προεόρτιο της Επανάστασης. Πρωτεργάτης του κινήματος ήταν ο Γεώργιος Παπαζώλης, ενώ παρασκηνιακοί παράγοντες ήταν οι αδελφοί Ορλώφ, οι οποίοι είχαν αναλάβει να ξεσηκώσουν τους Έλληνες, μέσω του δικτύου των πρακτόρων τους, μοιράζοντας υποσχέσεις και κάνοντας λόγο για απελευθέρωση των Ορθοδόξων Ελλήνων και ολοκληρωτική συντριβή των Οθωμανών. 

Τα Ορλωφικά δεν ήταν μια τυχαία κίνηση των Ρώσων, αλλά ένας μεθοδευμένος σχεδιασμός που στόχευε στη δημιουργία ενός στόλου που θα μπορούσε να ανοιχτεί στη Μαύρη Θάλασσα και τη Μεσόγειο. Προκειμένου να πραγματοποιηθεί αυτή η φιλοδοξία, που υπήρχε ήδη από τα χρόνια του Μεγάλου Πέτρου, οι Ρώσοι γνώριζαν πολύ καλά ότι χρειάζονταν τους Έλληνες για αντιπερισπασμό. Έτσι φρόντισαν να καλλιεργήσουν ένα αίσθημα ενότητας με τους Ρωμιούς, βασιζόμενοι κυρίως στην κοινή τους θρησκεία. 

Ωστόσο, η απόπειρα απελευθέρωσης δεν ευδοκίμησε, αφού η Ρωσία δεν πρόσφερε ουσιαστική στρατιωτική υποστήριξη και οι οθωμανικές δυνάμεις κατάφεραν την τελειωτική νίκη επί των Ελλήνων στην πολιορκία της Τρίπολης, πετυχαίνοντας καταστολή της εξέγερσης. Το διάστημα μετά την αποχώρηση των Ρώσων ακολούθησαν εξαιρετικά σκληρά αντίποινα (πρόταση γενικής σφαγής των Ελλήνων, αδιακρίτως φύλου και ηλικίας), από τα οποία κατακρεουργήθηκε κυρίως η περιοχή της Πελοποννήσου, η οποία επί 9 χρόνια υπέφερε τις φρικαλεότητες των Τουρκαλβανών.

Όσο μάταιες κι αν ήταν οι επαναστατικές ενέργειες πριν το ΄21, ήταν αυτές που είχαν δημιουργήσει μια παράδοση αντίστασης και ένα ισχυρό αίσθημα εθνικής ταυτότητας. Τα στοιχεία αυτά οδήγησαν στην ίδρυση της Φιλικής Εταιρείας (1814), η οποία επιφορτίστηκε με τη γενικότερη ενορχήστρωση του ένοπλου αγώνα, εξασφαλίζοντας τη συμμετοχή σημαντικών προσωπικοτήτων και κινητοποιώντας τον ελληνικό πληθυσμό εντός και εκτός της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.

Θεόδωρος Βρυζάκης: Καραούλι

Στην προετοιμασία της Επανάστασης διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο και οι ευρύτερες συνθήκες, οι οποίες ευνόησαν τα σχέδια της μυστικής οργάνωσης:

  • 1. Αποδυνάμωση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας: Η Οθωμανική Αυτοκρατορία βρισκόταν σε κατάσταση παρακμής, αντιμετωπίζοντας οικονομικές δυσχέρειες, διοικητική διαφθορά και εσωτερικές εξεγέρσεις. Οι συνεχείς στρατιωτικές ήττες από τη Ρωσία και οι πιέσεις από τις ευρωπαϊκές δυνάμεις αποδυνάμωσαν τον έλεγχο της Πύλης επί των επαρχιών της.
  • 2. Ο Ρωσοτουρκικός Ανταγωνισμός: Η Ρωσία, ως προστάτιδα δύναμη των Ορθοδόξων πληθυσμών της Βαλκανικής, επιδίωκε τη διείσδυσή της στα οθωμανικά εδάφη και τη δημιουργία συνθηκών για την ανατροπή της κυριαρχίας της Υψηλής Πύλης.
  • 3. Η άνοδος της ελληνικής αστικής τάξης: Μέσω του εμπορίου και της ναυτιλίας, δημιουργήθηκε ένα κοινωνικό στρώμα που οδήγησε σε μια πνευματική αναγέννηση, γνωστή ως Νεοελληνικός Διαφωτισμός. Οι ιδέες της ελευθερίας, της εθνικής αυτοδιάθεσης και των λαϊκών επαναστάσεων, που διαδόθηκαν από τη Γαλλική Επανάσταση (1789) και τους Ναπολεόντειους Πολέμους, ενέπνευσαν τα επαναστατικά κινήματα στα Βαλκάνια, μεταξύ αυτών και των Ελλήνων.
  • 4. Ανάπτυξη Ναυτικής Ισχύς των Ελλήνων: Οι ελληνικές ναυτικές κοινότητες στα νησιά Ύδρα, Σπέτσες και Ψαρά είχαν αναπτύξει ισχυρό στόλο, ο οποίος μπορούσε να αντιμετωπίσει τον οθωμανικό στόλο και να διασφαλίσει τη ναυτική υπεροχή στην περιοχή.

 Η Επανάσταση ξεκίνησε τον Φεβρουάριο του 1821, όταν ο Αλέξανδρος Υψηλάντης διέσχισε τον ποταμό Προύθο και εισήλθε στη Μολδοβλαχία, κηρύσσοντας την εξέγερση κατά των Οθωμανών. Τον Μάρτιο του ίδιου έτους, η επανάσταση επεκτάθηκε με σημαντικές εξεγέρσεις στην Πελοπόννησο, τη Στερεά Ελλάδα και τα νησιά.

Αν και οι Έλληνες επαναστάτες σημείωναν νίκες, αντιμετώπιζαν σημαντικές προκλήσεις. Τα περιορισμένα μέσα και οι οικονομικές δυσκολίες αποτελούσαν προβλήματα που έχρηζαν άμεσης λύσης. Το πιο κρίσιμο από τα ζητήματα που έπρεπε οπωσδήποτε να διευθετηθούν ήταν η έλλειψη κεντρικής διοίκησης, η οποία ξύπνησε το φιλόνικο χαρακτήρα των τοπικών ηγετών που αρνούνταν να εγκαταλείψουν τις προσωπικές τους φιλοδοξίες για χάρη της πατρίδας.

1821
Henri Decaisne: Αποτυχημένη επιχείρηση

Προεστοί και οπλαρχηγοί, δημιούργησαν έντονες αντιπαραθέσεις για την κατανομή της εξουσίας και των πόρων, οι οποίες οδήγησαν σε εσωτερικές διαμάχες και κατέληξαν σε εμφύλιες συγκρούσεις, με αποτέλεσμα να αποδυναμωθεί ο Αγώνας. Το φαινόμενο αυτό έγινε ιδιαίτερα έντονο το 1824-1825, όταν οι εμφύλιες συγκρούσεις άρχισαν να μειώνουν τη δυναμική στο επαναστατικό στρατόπεδο, δίνοντας την ευκαιρία στον Ιμπραήμ Πασά να προελάσει ανενόχλητος στην Πελοπόννησο. 

Επιπλέον, το γεγονός ότι η στάση των Μεγάλων Δυνάμεων παρέμενε αβέβαιη, μέχρι την επέμβασή τους υπέρ της Ελλάδας το 1827, δημιουργούσε την αίσθηση μιας αδιέξοδης κατάστασης. Οι ευρωπαϊκές δυνάμεις, αν και αρχικά επιφυλακτικές λόγω των αρχών της Ιεράς Συμμαχίας που απέτρεπαν τα επαναστατικά κινήματα, σταδιακά αναθεώρησαν τη στάση τους. Η μεταστροφή αυτή επήλθε κυρίως λόγω των ρωσικών πιέσεων, των φιλελληνικών κινημάτων στη Δύση, αλλά και της στρατηγικής σημασίας που απέδιδαν οι Βρετανοί και οι Γάλλοι στην περιοχή. Οι διπλωματικές ενέργειες των επαναστατών, όπως οι αποστολές στο Λονδίνο και την Αγία Πετρούπολη, καθώς και η χρήση του φιλελληνισμού ως εργαλείου διεθνούς πίεσης, υπήρξαν παράγοντες της έκβαση. 

Η Ναυμαχία του Ναυαρίνου το 1827, στην οποία οι συνδυασμένες δυνάμεις της Ρωσίας, της Βρετανίας και της Γαλλίας κατέστρεψαν τον οθωμανοαιγυπτιακό στόλο, ήταν η καθοριστική καμπή που επέβαλε την ελληνική ανεξαρτησία de facto, αν και η επίσημη αναγνώριση ήρθε αργότερα. Τα Πρωτόκολλα του Λονδίνου (1828-29-30) επισημοποίησαν τη δημιουργία του ελληνικού κράτους, δίνοντάς του πραγματική υπόσταση με τον καθορισμό συνόρων.

Η Ελληνική Επανάσταση δεν αποτέλεσε μόνο το έναυσμα για την ανεξαρτησία του ελληνικού κράτους, αλλά καθόρισε αποφασιστικά την πολιτική και διπλωματική ισορροπία στην Ανατολική Μεσόγειο. Η ίδρυση ενός ανεξάρτητου ελληνικού κράτους λειτούργησε ως προάγγελος των μετέπειτα εθνικοαπελευθερωτικών κινημάτων στα Βαλκάνια, επιταχύνοντας τη σταδιακή αποδυνάμωση και διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.

Όσο αναφορά τις ελληνοτουρκικές σχέσεις μετά την Επανάσταση, αυτές  χαρακτηρίστηκαν από παρατεταμένες εντάσεις και διαρκείς γεωπολιτικούς ανταγωνισμούς. Η Συνθήκη της Κωνσταντινούπολης του 1832 αποτέλεσε τον τελικό διακανονισμό, με τον οποίο η Οθωμανική Αυτοκρατορία αποδέχτηκε και αναγνώρισε την ανεξαρτησία του νεοσύστατου ελληνικού κράτους. Αυτό όμως δεν αρκούσε για να σταματήσουν οι ελληνικές διεκδικήσεις για εδαφική επέκταση, καθώς πολλές περιοχές παρέμεναν υποδουλομένες (π.χ. Κρήτη). 

Στον 20ό αιώνα, οι σχέσεις Ελλάδας-Τουρκίας επιβαρύνθηκαν περαιτέρω από κομβικά γεγονότα, όπως η Μικρασιατική Καταστροφή του 1922 και η υποχρεωτική ανταλλαγή πληθυσμών το 1923, που επέφεραν βαθιές κοινωνικές και εθνοτικές ανακατατάξεις. Στη συνέχεια, η ένταξη και των δύο χωρών στο ΝΑΤΟ το 1952, εν μέσω του Ψυχρού Πολέμου, δεν κατόρθωσε να αμβλύνει τις εντάσεις, με την κυπριακή κρίση και την τουρκική εισβολή του 1974 να αποτελούν ορόσημα νέων αντιπαραθέσεων.

Στη σύγχρονη εποχή, οι ελληνοτουρκικές σχέσεις παραμένουν ασταθείς, με βασικά σημεία αντιπαράθεσης να είναι η κυριαρχία στο Αιγαίο, η οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας και της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (ΑΟΖ). Παρότι κατά καιρούς σημειώνονται διπλωματικές πρωτοβουλίες προς την κατεύθυνση της εξομάλυνσης, η ιστορική κληρονομιά της Επανάστασης, σε συνδυασμό με τις διαρκείς γεωπολιτικές διαφοροποιήσεις, εξακολουθεί να διαμορφώνει τις διμερείς σχέσεις.

Ο Αγώνας του 1821 αποτέλεσε το θεμέλιο για τη συγκρότηση του ελληνικού κράτους και τη διαμόρφωση της εθνικής του ταυτότητας. Παρά τις προκλήσεις και τις δυσκολίες που ακολούθησαν, υπήρξε ένας καταλυτικός παράγοντας για τη διεθνή παρουσία και εξέλιξη της Ελλάδας στον παγκόσμιο γεωπολιτικό χάρτη και στο διεθνές διπλωματικό στερέωμα.

Μοιράσου το:

Νικολέτα Καρπινκάκη

Νικολέτα Καρπινκάκη

Από μικρή ηλικία είχα έντονο ενδιαφέρον για τα κοινωνικά και πολιτικα ζητήματα, με στόχο να κατανοήσω τις εξελίξεις που διαμορφώνουν τον κόσμο γύρω μου. Η κοινωνική ευαισθησία και η πολιτική δράση είναι σημαντικά στοιχεία της προσωπικότητάς μου, γι' αυτό και η επιλογή μου να ακολουθήσω τις Διεθνείς και Ευρωπαϊκές Σπουδές ήταν φυσικό επακόλουθο. Παράλληλα, η λογοτεχνία και το θέατρο με γοητεύουν, καθώς θεωρώ ότι βοηθούν στην κατανόηση των ανθρώπινων σχέσεων και της κοινωνίας. Μέσα από τα άρθρα μου επιδιώκω να ενισχύσω τη συζήτηση πάνω σε θέματα που μάλλον δεν είναι και τόσο μακριά και ξένα όσο θέλουμε ή μας αρέσει να πιστεύουμε ότι είναι.

Πρόσφατα

Διαβάστε Περισσότερα

Σχετικά Άρθρα