Το απολυταρχικό κράτος του 16ου-18ου αιώνα χαρακτηρίζεται από την επικράτηση του μονάρχη και τη συγκέντρωση της εξουσίας στο πρόσωπό του. Εμπεριέχεται στο φεουδαρχικό τύπο κράτους και οι ιδιαιτερότητές του φεουδαρχικού τύπου οφείλονται στην εξάπλωση των καπιταλιστικών παραγωγικών σχέσεων. Η εφαρμογή του απολυταρχισμού παρουσιάζει μικρές διαφορές ανά την περιοχή και αποτέλεσε μέσο για τη μετάβαση από τη φεουδαρχία στον καπιταλισμό. Η θεσμική φυσιογνωμία του απολυταρχικού κράτους στην Ανατολική και Δυτική Ευρώπη παρουσιάζει ποικίλες διαφορές.
Μορφές απολυταρχικής διακυβέρνησης
Οι μορφές απολυταρχικής διακυβέρνησης είναι πολλών ειδών. Η συνταγματική μοναρχία, η απόλυτη μοναρχία, η δικτατορία, καθώς και ο άκρατος καπιταλισμός. Είναι σημαντικό να τονίσουμε ότι σε τέτοια απολυταρχικά συστήματα αυτός που κυβερνάει, είτε είναι ο βασιλιάς, είτε ο μονάρχης ή ο αυτοκράτορας, δεν επιτρέπει τη διάκριση των εξουσιών. Συνεπώς, η νομοθετική, η εκτελεστική και η δικαστική εξουσία ελέγχονται από έναν, δηλαδή από αυτόν που βρίσκεται σε θέση ισχύος.
Η συνταγματική μοναρχία και η απόλυτη μοναρχία διαφέρουν στο γεγονός ότι στην πρώτη υπάρχει το Σύνταγμα που αναγνωρίζει τον μονάρχη ως αρχηγό του κράτους και εκείνος μπορεί να έχει τον έλεγχο της εκτελεστικής εξουσίας ή έναν συμβολικό ρόλο σε όλες αυτές. Στη μοναρχία από την άλλη, οι εξουσίες βρίσκονται υπό τον έλεγχο του μονάρχη.
Όσον αφορά τη δικτατορία, πρόκειται για ένα σύστημα που δεν επιτρέπεται ή μάλλον δεν υφίσταται ο έλεγχος της εξουσίας μέσω των νόμων. Η ίδια δηλαδή, η εξουσία είναι υπεράνω των νόμων. Υπάρχει πλήρης έλεγχος της νομοθετικής και εκτελεστικής εξουσίας που συνδυάζει παράλληλα και τον έλεγχο της τρίτης, της δικαστικής. Ο δικτάτορας έρχεται στην εξουσία είτε μετά από πραξικόπημα, είτε με την κατάργηση του Συντάγματος.
Ο άκρατος καπιταλισμός είναι μια μορφή καπιταλιστικού τρόπου διακυβέρνησης. Στη μορφή αυτή, οι κεφαλαιούχοι δεν στηρίζουν τους αδύναμους, αλλά συγκεντρώνουν την εξουσία και τα χρήματα στα χέρια τους. Ελέγχουν τις τρεις εξουσίες χρησιμοποιώντας αθέμιτα μέσα, υποτάσσοντας στα συμφέροντά τους τους μεσαίους και τις αδύναμες κοινωνικές τάξεις.
Παραδείγματα του απολυταρχισμού σε διάφορες χώρες της Ευρώπης:
Γαλλία:
Η απόλυτη μοναρχία δεν επέτρεπε τη διάκριση των εξουσιών, σήμερα λειτουργιών, συνεπώς, η νομοθετική, η εκτελεστική και η δικαστική εξουσία ελέγχονταν από τον μονάρχη. Βέβαια, όσον αφορά στη Γαλλία και ευρύτερα την Ευρώπη, υπήρχαν και άλλα κρατικά όργανα με αρμοδιότητες, που ήταν αυτόνομα σε σχέση με τον βασιλιά. Παράλληλα, υφίσταντο και κρατικά όργανα με ρόλο την επίλυση δικαστικών υποθέσεων (parlements), όπως και οι γενικές-επαρχιακές τάξεις που είχαν εξίσου αυτονομία.
Η απολυταρχία επομένως δεν ήταν και τόσο απόλυτη, όπως άφηνε να εννοηθεί η φράση “L’ Etat c’est moi- Το κράτος είμαι εγώ”, αλλά υπήρχαν και κάποια περιθώρια αμφισβήτησης της κυριαρχίας του βασιλιά, παραδείγματος χάρη η μάταιη προσπάθεια του Λουδοβίκου ΙΔ´ να συμπεριλάβει τα εξώγαμα τέκνα του στη διαθήκη του.
Σύνηθες φαινόμενο ήταν επίσης, η εξαγορά των δημοσίων αξιωμάτων και των τίτλων ευγενείας ενώ οι πολίτες, που εξαγόραζαν τους τίτλους αυτούς, προέβαιναν σε παράνομες πρακτικές προκειμένου να ξεπληρώσουν τα χρήματα που έδωσαν. Φυσικά τα χρήματα αυτά αποτελούσαν μετέπειτα την κύρια πηγή εσόδων για το κράτος.
Τέλος, άλλο ένα χαρακτηριστικό της απολυταρχίας στη Γαλλία ήταν η σταδιακή αποδυνάμωση των αντιπροσωπευτικών συνελεύσεων. Ο λόγος ήταν η διαμαρτυρία τους για την αύξηση της φορολογίας και η κατάρρευση της δουλείας, εξαιτίας της δημιουργίας αστικών κέντρων με μεγάλη ζήτηση σε ανθρώπινο δυναμικό. Παράλληλα, ενισχύθηκε το εμπόριο και η βιοτεχνία.
«Ρωμαϊκή» αυτοκρατορία:
Η δημιουργία απολυταρχικού κράτους στη ρωμαϊκή αυτοκρατορία φαίνεται να βρέθηκε αντιμέτωπη με αντικειμενικές δυσχέρειες, όπως για παράδειγμα, ο αυθαίρετος διορισμός αυτοκρατόρων, καθώς και η καθαίρεσή τους από το σώμα των εκλεκτόρων. Οι Αψβούργοι λάμβαναν την εξουσία από συγκεκριμένες περιοχές, ενώ οι νέοι αυτοκράτορες υπέγραφαν συμφωνίες, που τους δέσμευαν στην άσκηση της εξουσίας. Επίσης, στην «αυτοκρατορία» αυτή που την συναποτελούσαν άλλα επιμέρους κρατίδια, δεν υπήρχε κυριαρχία ούτε των Αψβούργων, ούτε των χωροδεσποτών και των άλλων πόλεων, καθώς δεν κυριαρχούσε ο αυτοκράτορας στο εσωτερικό και παράλληλα έλειπε η εξωτερική πολιτική. Στις επικράτειες αυτές ο απολυταρχισμός δεν είχε δεσποτικό τόνο και οι ηγεμόνες δεν είχαν την κύρια εξουσία· αυτό ρυθμιζόταν σύμφωνα με την προσωπικότητα του αυτοκράτορα.
Νότια Ευρώπη: Ισπανία
Το 1520 αποτέλεσε καταληκτικό σημείο για την επιβολή του απολυταρχισμού, καθώς ο Κάρολος Ε’ προσδοκούσε να έχει πλήρη εξουσία που ισοδυναμούσε με την επιβολή δυσβάστακτων φόρων, ώστε ο ο βασιλιάς να επιβληθεί στη Γερμανία. Φυσικά η κίνηση αυτή δεν κατέστη δυνατή, επειδή οι πόλεις εξεγέρθηκαν γι’ αυτό τον λόγο, αλλά ταυτόχρονα και για το ζήτημα της ανεξαρτησίας των αντιπροσωπευτικών σωμάτων και τη σύγκλησή τους κάθε τρία έτη, χωρίς να απαιτείται η άδεια του βασιλιά. Η εξέγερση αυτή αποσοβήθηκε έναν χρόνο μετά και οι cortes της Καστίλης έγιναν εύκολα χειραγωγήσιμες από τον βασιλιά.
Νότια Ευρώπη: Ιταλία
Τα τελευταία αντιπροσωπευτικά σώματα στην Ιταλία εμφανίστηκαν το 1642• είχε υπάρξει πριν η γαλλική και ισπανική κατοχή οι οποίες μετά την υπογραφή συνθήκης ειρήνης και της αύξησης των φόρων οδήγησαν σε εσωτερική κατοχή. Μόνο στη Σικελία είχε απομείνει τον 18ο αιώνα το parlamento.
Σκανδιναβία: Δανία – Σουηδία
Όσον αφορά τη Δανία, η ενίσχυση της αριστοκρατίας μείωσε τις δυνατότητες της χώρας στον στρατιωτικό και οικονομικό τομέα. Λειτουργούσε επίσης το “Μυστικό Συμβούλιο” που ήταν το κύριο μέσο έκφρασης της πολιτικής βούλησης. Τέλος, το 1665, ο απολυταρχισμός κωδικοποιήθηκε σε γραπτό λόγο.
Ρωσία
Στη Ρωσία, ο μονάρχης λάμβανε στήριξη από ένα συμβούλιο, που αποτελούνταν από φεουδάρχες. Η δουλεία, ως κύριος μοχλός της φεουδαρχίας, ενισχύθηκε το 1497. Ο ρωσικός απολυταρχισμός διήρκησε περισσότερο σε σχέση με τους άλλους και λειτουργούσε ως μέσο επιβολής της φεουδαρχίας στους αδύναμους και καταστολής των εξεγέρσεων.Ένα άλλο ενδιαφέρον σημείο είναι το γεγονός της συνεχούς προσπάθειας για διεύρυνση των εδαφικών ορίων του κράτους ανά τους αιώνες, απαραίτητο στήριγμα της φεουδαρχικής διακυβέρνησης. Η αριστοκρατία φυσικά δεν έφερνε αντιρρήσεις, καθώς μπορούσε να προσκομίσει πολλά με αυτήν την πολιτική.
Επίλογος:
Ο απολυταρχισμός διέφερε ανάμεσα στη Γαλλία, τη Ρωσία, τη Σκανδιναβία και γενικά σε όλη την Ευρώπη. Ωστόσο, η εφαρμογή του απέτυχε για παράδειγμα στην Αγγλία και συγκεκριμένα στα βρετανικά νησιά, καθώς ήταν απομονωμένα και τα περιθώρια για να ευοδωθεί ένα τέτοιο σύστημα περαιτέρω, δεν ήταν αρκετά. Επιπλέον, δεν διέθεταν κατασταλτικούς μηχανισμούς και το εμπόριο ωφελούνταν από τη θέση της Αγγλίας, όποτε δεν υπήρχαν κοινωνικές αντιθέσεις, για να φέρουν στο προσκήνιο έναν μονάρχη να αναλάβει την εξουσία. Τέλος, τον 17ο αιώνα συγκριτικά με τη Γαλλία, στην Αγγλία δεν υπήρχαν προστριβές μεταξύ του λαού -θρησκευτικός εμφύλιος- πράγμα που δεν ευνοούσε τον απολυταρχισμό.
Η πτώση του απολυταρχισμού και της φεουδαρχίας συνέβη το 1789, με τη Γαλλική Επανάσταση αφού είχε προηγηθεί σιτοδεία, επαναστάσεις από τους αγρότες, καθώς και η διάλυση του στρατού. Αυτό, ήταν η απαρχή της μετάβασης προς πιο ανθρωπιστικά, κοντά στα πρότυπα του Διαφωτισμού, σύστημα διακυβέρνησης, που θα υπηρετούσαν τα δικαιώματα του ανθρώπου.
*Γράφει η Φωτεινή Παπανικολάου
Βιβλιογραφία:
- Miaille Michel, Το Kράτος του Δικαίου, Εισαγωγή στην κριτική του συνταγματικού δικαίου, μτφρ. Μαρίνα Παπαγιαννάκη, Θεσσαλονίκη 1983
- N.H. Barnes – H. St. L. B. Moss, Βυζάντιο, μτφρ. Δ.Ν. Σακκά, Αθήνα 1983
- E. Burns, Ευρωπαϊκή Ιστορία, Εισαγωγή στην ιστορία και τον πολιτισμό της νεότερης Ευρώπης,τόμος Ά, μτφρ. Τάσος Δαρβέρης, Θεσσαλονίκη 1983
- Θάνος Βαρέμης – Βασίλης Κρεμμυδάς, Ο Σύγχρονος Κόσμος, Αθήνα 1985
- Θ.Ανθογαλίδου, Κοινωνιολογικές Μελέτες, Θεσσαλονίκη 2004