Το περασμένο Σάββατο, η Άννα Βίσση τραγούδησε σε ένα κατάμεστο Παναθηναϊκό Στάδιο, με 65.000 θεατές, σε μια ιστορική συναυλία που θα χαραχτεί για πάντα στη μνήμη όσων την παρακολούθησαν. Γνώρισε μια πρωτοφανή αποθέωση, μετά από 51 χρόνια διαρκούς παρουσίας στο ελληνικό τραγούδι. Η αγάπη του κόσμου ήταν έκδηλη σε όλη τη διάρκεια της βραδιάς, με την τραγουδίστρια να μην μπορεί να κρύψει τη συγκίνηση και την ευγνωμοσύνη της.
Όλα ξεκίνησαν γύρω στη 13:00 το μεσημέρι. Τότε φάνηκαν οι πρώτοι θαυμαστές να καταφτάνουν στο στάδιο, παρά τον συννεφιασμένο ουρανό της Αθήνας. Άνθρωποι από όλα τα μέρη της Ελλάδας, αλλά και του εξωτερικού περίμεναν απο νωρίς, και μέχρι τις 16:00 η ουρά είχε φτάσει στον κεντρικό δρόμο. Οι πόρτες άνοιγαν στις 17.30 με την βροχή να μην εμποδίζει τον κόσμο που περίμενε υπομονετικά και ακούραστα.
Γύρω στις 6 το απόγευμα, άνθρωποι κάθε ηλικίας τρέχανε με ορμή προς το εσωτερικό του σταδίου για να βρουν μια θέση, όσο πιο κοντά στη σκηνή για να παρακολουθούν καλύτερα την κορυφαία ερμηνεύτρια. Σπρωξίματα, φωνές και παράπονα δεν έλειψαν από το πάθος του κοινού. Όσο πλησίαζε η ώρα της έναρξης, στις 20:30, μποτιλιαρισμένοι ήταν οι δρόμοι: Βασιλέως Κωνσταντίνου, Αρδηττού, Ερατοσθένους, Ευτυχίδου, Σπύρου Μερκούρη, αλλά και η Βασιλίσσης Αμαλίας, Ηλιουπόλεως, Καλλιρόης, Φιλελλήνων, Βασιλίσσης Σοφίας. Σκηνές που έχουμε δει μόνο σε εμφανίσεις ξένων καλλιτεχνών.
Η συναυλία άνοιξε με το “Προτιμώ”, το οποίο 12 χρόνια μετά την επίσημη κυκλοφορία του, ανέβηκε στην κορυφή των ελληνικών charts χάρη κυρίως τη νεολαία. Το χειροκρότημα ασταμάτητο και 65.000 φωνές συντονίστηκαν με αυτήν της Άννας Βίσση. Φωνές όλων των ηλικιών, από μικρά παιδιά μέχρι ανθρώπους που ακολουθούν την πορεία της καλλιτέχνιδας από την εποχή των ’70s και των αθηναϊκών Μπουάτ. Μια ακόμη απόδειξη της διαχρονικότητας της και της αξιοθαύμαστης ικανότητάς της να προσαρμόζεται στην κάθε εποχή και να μην μένει ποτέ πίσω, αλλά να βρίσκεται πάντα ένα βήμα μπροστά, είτε με τη μουσική της, είτε με την εμφάνιση της.
Ακολούθησε με το γνωστό και classic πλέον pop τραγούδι “Αγάπη Υπερβολική”, το “Δώδεκα”, τραγούδι-σταθμό στο ρεπερτόριο της, τα “Πράγματα”, το “Κλίμα τροπικό”. Η εμπειρία της τραγουδίστριας και το μοναδικό ταλέντο της που την καθιστούν έναν μουσικό χαμαιλέοντα, έκαναν τις εναλλαγές από μπαλάντες σε ποπ, και από λαϊκά σε λάτιν τραγούδια, όπως το “Λάμπω”, να φαίνονται παιχνιδάκι, και να μην χάνεται η ροή και η αρμονία του προγράμματος που διήρκησε περίπου 3.5 ώρες.
Η επιμέλεια του προγράμματος έγινε από την ίδια την Άννα Βίσση, αλλά και από τον Παναγιώτη Τσεβά, χωρίς η τραγουδίστρια να λείψει λεπτό από τη σκηνή. Δεν έλειψαν απο το setlist τα αγαπημένα των ’80s, “Κυψέλη” και “Σαν και εμένα καμιά”, αλλά και τα πολυπλατινένια “Τραύμα” και “Αντίδοτο”, το δέυτερο με συνοδεία χορευτών που έκαναν την εμφάνιση τους και σε άλλα τραγούδια που ακούστηκαν κατά τη διάρκεια του φαντασμαγορικόυ show, όπως το ” Όσο έχω φωνή ” και η “Κραυγή”.
Στα highlights της βραδιάς, το ρεσιτάλ ερμηνείας του “Δεν θέλω να ξέρεις” σε στίχους και μουσική του Νίκου Καρβέλα, που καθήλωσε το κοινό και φανέρωσε τις ήδη γνωστές και εξαιρετικές φωνητικές της δυνατότητες, παρά τα 66 της χρόνια και τη φυσική φθορά που έχει επέλθει. Συγκινητική ήταν επίσης η στιγμή που τραγούδησε το “Για τελευταία φορά” σχεδόν acapella με τη συνοδεία κιθάρας από τον Δημήτρη Σιάμπο, με τα φώτα να σβήνουν και να λούζεται το στάδιο απο τους φακούς των κινητών.
Τέλος, στο χαρακτηριστικό ντουέτο των ’90s, “Αντίστροφη Μέτρηση” με παρτενέρ τον Νικόλα Ραπτάκη, αντί του Νίκου Καρβέλα που το πρωτοτραγούδησε με την Άννα Βίσση, το στάδιο χωρίστηκε στα δύο σε έναν μουσικό διαγωνισμό που έγινε σε ομάδες Ραπτάκη και Βίσση!
Επιπλέον, έγινε αναφορά στους Δαίμονες, την καινοτόμα για τα ελληνικά δεδομένα ροκ όπερα του 1991, με πρωταγωνίστρια την Άννα Βίσση σε μουσική Νίκου Καρβέλα και λιμπρέτο του Σταύρου Σιδερά, ενώ ερμηνεύτηκε και το ομώνυμο τραγολυδι ξανά με τον Νικόλα Ραπτάκη. Δεν παραλείφθηκε επίσης η ερμηνεία της “Μουσικής του ανέμου” από το δεύτερο θεατρικό έργο του Νίκου Καρβέλα, “Μάλα : H Μουσική Του Ανέμου”.
Η Άννα Βίσση απευθύνθηκε στο κοινό με τα εξής λόγια: “Με κάνετε περήφανη γιατί σας κάνω σε ένα μέρος της ζωής σας να εκφράζεστε, να είστε χαρούμενοι, να χορεύετε, να κάνετε έρωτα, να γουστάρετε να βγαίνετε έξω και να μην ντρέπεστε να εκφραστείτε. Και θα ήθελα πάντα να είμαι αυτό το κορίτσι που δεν μεγάλωσε ποτέ της και που ακόμα αγαπάει αυτό που κάνει και με βοηθάτε να το ζω. Ζω το όνειρό μου.”
Ο κόσμος δεν έπαψε να φωνάζει ρυθμικά το όνομα της και το γνωστό σύνθημα, ” ‘Άννα ζούμε για να σε ακούμε “.
Προς τη λήξη της βραδιάς επέλεξε να κάνει και μια τιμητική αναφορά στον κορυφαίο μουσικοσυνθέτη Μιμή Πλέσσα που έφυγε από τη ζωή την ίδια μέρα, ερμηνεύοντας αισθαντικά το “Θα πιω απόψε το φεγγάρι”.
Όπως κάθε μεγάλος καλλιτέχνης, η ίδια έχει δεχτεί και σκληρή κριτική όλα αυτά τα χρόνια από μουσικοκριτικούς, τα media, φυλλάδες, τροχονόμους της Τέχνης, επικριτές της pop μουσικής ή ανθρώπων που αποστρέφονται όσα δεν είναι του δικού τους γούστου. Μερικοί δε σχολίασαν τα χρήματα που απέσπασε από τη συναυλία ή μείωσαν το μέγεθός της.
Το χειροκρότημα ήταν τόσο δυνατό που όλα αυτά τα σχόλια χάθηκαν στο κενό, και όπως είπε και η ίδια η Άννα Βίσση, μετά το τέλος της συναυλίας, σε δηλώσεις της: “‘Εχω εισπράξει πολλή επιτυχία, αναγνώριση στη ζωή μου ακόμα και αμφισβήτηση και το να είσαι 66 χρονών, όπως είμαι σήμερα, και να μπαίνεις σε ένα Καλλιμάρμαρο ξεχειλισμένο … και δεν είναι το νούμερο, είναι το αίσθημα.”
Άννα σε ευχαριστούμε .
Φωτογραφίες : Ελευθερία Καραμέρη