Έχοντας εισέλθει πλέον και επίσημα στην προεκλογική περίοδο, το DREAM ON-line επιχειρεί να γεφυρώσει το χάσμα μεταξύ των πολιτικών προσώπων και της νέας γενιάς με φόντο φυσικά τις κάλπες της 21ης Μαΐου.
Το DREAM ON-line είχε την ευκαιρία να συναντήσει στην παραλία της Περαίας, τη δημοσιογράφο και βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία, Δώρα Αυγέρη. Υποψήφια εκ νέου στη Β’ Θεσσαλονίκης, η κ. Αυγέρη συνέστησε στους νέους να στείλουν μέσω της ψήφου τους μήνυμα «ανατροπής», επισημαίνοντας πολλάκις ότι στην τελική «δεν είναι όλοι ίδιοι».
Υπό την ιδιότητά της, ως αναπληρώτρια τομεάρχης Υγείας της αξιωματικής αντιπολίτευσης, η κ. Αυγέρη μας εξήγησε την «εικόνα κατάρρευσης» που άφησε στο ΕΣΥ η παρούσα κυβέρνηση, όπως είπε, και μας ανέλυσε τους άξονες στους οποίους πρόκειται να κινηθεί ο ΣΥΡΙΖΑ για να κάνει και πάλι το ΕΣΥ «ισχυρό και προσβάσιμο για όλους».
Μεταξύ άλλων, συζητήσαμε και θέματα που αφορούν την ελληνική δημοσιογραφία, τη λειτουργία της, αλλά και το γιατί αυτή έχει βρεθεί τόσο χαμηλά στις διεθνείς μετρήσεις.
Ευχαριστούμε θερμά την κ. Αυγέρη για τον (μπόλικο) χρόνο που αφιέρωσε!
– Γιατί ένας νέος να ψηφίσει ξανά τον ΣΥΡΙΖΑ; Τι διαφορετικό έχει να του προσφέρει σε σχέση με την τετραετία 2015-2019;
– Μου δίνετε πολύ καλή πάσα για να τονίσω το έργο του ΣΥΡΙΖΑ μεταξύ 2015 και 2019 και ιδιαίτερα το τι έχει κάνει για τους νέους ανθρώπους. Για παράδειγμα, καταργήσαμε αυτόν τον κατάπτυστο και άκρως ρατσιστικό νόμο του υποκατώτατου μισθού. Να θυμίσουμε ότι οι νέοι άνθρωποι ως 25 χρονών αμείβονταν πολύ λιγότερο σε σχέση με τους άλλους εργαζόμενους. Ο ΣΥΡΙΖΑ στην ουσία αύξησε τον κατώτατο μισθό για τους νέους εργαζόμενους.
Να θυμίσουμε επίσης τι έκανε για τη δημόσια εκπαίδευση και το δημόσιο πανεπιστήμιο, ώστε να έχουν οι νέοι άνθρωποι ίσες ευκαιρίες εισαγωγής στο δημόσιο πανεπιστήμιο, κάτι το οποίο τώρα έχει καταλυθεί από την κυβέρνηση Μητσοτάκη-Κεραμέως. Στον αντίποδα, έχει φέρει την ελάχιστη βάση εισαγωγής, αφήνοντας πάρα πολλά παιδιά έξω από το πανεπιστήμιο, τροφοδοτώντας τους κολλεγιάρχες με ιδιωτική πελατεία. Πόσους νέους επιστήμονες έχει διώξει άραγε αυτό το σύστημα στο εξωτερικό, ενώ αντίθετα ο ΣΥΡΙΖΑ είχε δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για να δουλέψουν στην Ελλάδα.
Ως ένα αριστερό και προοδευτικό κόμμα, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να λειτουργήσει χωρίς τους νέους ανθρώπους. Γιατί αυτή είναι η νομοτέλεια της αριστεράς, δηλαδή οι νέοι άνθρωποι να πηγαίνουν μπροστά. Και αυτούς τους νέους ανθρώπους καλεί σήμερα ο ΣΥΡΙΖΑ και ο Αλέξης Τσίπρας να έρθουν με το βόλι της ψήφου και να διεκδικήσουν τα όνειρα και τη ζωή τους. Όταν ο ΣΥΡΙΖΑ ζητά από τους νέους να συμμετάσχουν σε αυτήν την εκλογική αναμέτρηση, δεν το ζητά προς όφελος του κόμματος, το ζητά προς όφελος των ίδιων των νέων. Εξάλλου και η ανανέωση στα ψηφοδέλτια και αυτό το κάλεσμα που γίνεται προς τους νέους ανθρώπους να κάνουν δική τους υπόθεση την αλλαγή, νομίζω ότι τα λέει όλα.
«Δεν είμαστε όλοι ίδιοι και το αποδεικνύουμε στην πράξη»
– Όπως είδαμε και στις τελευταίες εκλογές, ο ΣΥΡΙΖΑ διατηρεί ένα προβάδισμα στις νεότερες γενιές. Παρόλα αυτά, πολλοί νέοι αισθάνονται απογοητευμένοι ευρύτερα από το πολιτικό σύστημα και ειδικότερα από τα κόμματα εξουσίας. Είναι όλοι ίδιοι τελικά;
– Αυτό που λέγεται ότι είναι όλοι ίδιοι, αποτελεί στην πραγματικότητα ένα βολικό φόρεμα, με το οποίο θέλει να ντύσει όλο το πολιτικό σύστημα, τόσο η ΝΔ, όσο και ο κ. Μητσοτάκης, προκειμένου να καλύψει τις δικές του αμαρτίες. Οι υποσχέσεις που έδωσε το 2019, κυρίως για τη μεσαία τάξη, αποδείχθηκαν ένα πουκάμισο αδειανό. Δεν είμαστε όλοι ίδιοι και το αποδεικνύουμε στην πράξη.
Προσπαθεί να δημιουργήσει αυτήν την εντύπωση στον νέο κόσμο, ακριβώς επειδή ξέρει ότι δεν μπορεί να τον έχει κοντά του. Επιδιώκει δηλαδή να ωθήσει τον νέο κόσμο προς δυνάμεις, οι οποίες κινούνται έξω από το δημοκρατικό πολιτικό σύστημα. Και αυτό είναι πάρα πολύ επικίνδυνο. Έτσι τρέφεται και το θηρίο του φασισμού.
Συναντώ πάρα πολύ νέο κόσμο που αποστρέφεται το πολιτικό σύστημα και την πολιτική, εξαιτίας αυτών των τραγικών επιλογών και πρακτικών της κυβέρνησης, αλλά και της προπαγάνδας που καλλιεργείται ότι είναι όλοι ίδιοι. Το αποτέλεσμα είναι ολέθριο: νέοι άνθρωποι προσκολλώνται στα άρματα των χρυσαυγιτών και του Κασιδιάρη, δηλαδή σε αυτού του είδους τα αφηγήματα. Αυτό είναι επικίνδυνο και για τους ίδιους, και για τη δημοκρατία, αλλά και για την ελληνική κοινωνία.
Για αυτό είναι πάρα πολύ σημαντικό να βγείτε εσείς μπροστά, με την ορμή, τη ζωντάνια, την εφευρητικότητα και τον αντισυμβατισμό σας και με αυτή τη δουλειά που κάνετε να απευθυνθείτε στους νέους ανθρώπους και τους συνομηλίκους σας. Δεν είναι ένα προσωπικό μου στοίχημα, να επικοινωνήσω με τους νέους ανθρώπους, είναι ένα δικό σας στοίχημα να δείξετε ότι μπορείτε να αλλάξετε τα πράγματα μέσα από την πολιτική. Εγώ προσωπικά δεν μπορώ να δω άλλες διαδρομές, πέρα από την πολιτική. Ποιους άλλους θεσμούς μπορείς να εμπιστευτείς σήμερα;
– Η δικαιοσύνη θα μπορούσε να είναι ένας από αυτούς ενδεχομένως.
– Η δικαιοσύνη διαμορφώνεται μέσα από την πολιτική και τις επιλογές που κάνει μία κυβέρνηση για να την ενισχύσει και να δημιουργήσει τις πραγματικές εγγυήσεις για την ανεξαρτησία της. Και όχι για να απειλεί έναν δικαστικό λειτουργό ή έναν επικεφαλής μιας ανεξάρτητης αρχής, όπως είναι ο κ. Ράμμος.
Άρα προηγείται η νομοθετική εξουσία και το πολιτικό σύστημα έναντι της δικαιοσύνης, γιατί ακριβώς η πολιτική φτιάχνει τους νόμους και δημιουργεί τους όρους για να μπορεί η δικαιοσύνη, η δημοσιογραφία και τα ΜΜΕ να επιτελούν το έργο τους μέσα σε ένα πλαίσιο ελευθερίας και δημοκρατίας.
– Στην ουσία δηλαδή πιστεύετε ότι από αυτή τη λογική του «όλοι ίδιοι είναι» επωφελούνται κυρίως τα ακροδεξιά κόμματα;
– Οπωσδήποτε. Ο κ. Μητσοτάκης έχει αποδείξει στην πράξη ότι είναι ο χειρότερος πρωθυπουργός και το χειρότερο καθεστώς που πέρασε από την πατρίδα μας από τη Μεταπολίτευση και μετά. Ακριβώς επειδή έχει χάσει τη λαϊκή νομιμοποίηση, επενδύει στην παραπάνω λογική. Όμως επιμένω, δεν είμαστε ίδιοι.
Θα σας δώσω και ένα παράδειγμα που δεν θα φοβηθώ να το φέρω: ακόμα και στην ιστορία με αυτή τη σοβαρή καταγγελία από μία γυναίκα σε βάρος ενός πρώην ευρωβουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ, δείτε πώς αντέδρασε το ίδιο το κόμμα και ο Αλέξης Τσίπρας. Εμείς είπαμε από την πρώτη στιγμή ότι είμαστε με το θύμα.
Από την άλλη βέβαια, λέμε ότι είναι κατάκτηση του πολιτισμού μας και του δικαιικού μας συστήματος το τεκμήριο της αθωότητας. Όλα αυτά πρέπει να τα αντιμετωπίζουμε με τον σεβασμό και την προσήκουσα προσοχή στις κατακτήσεις του νομικού μας πολιτισμού. Από τη μία να ενθαρρύνουμε το θύμα να κάνει τις καταγγελίες, χωρίς να βλέπουμε πολιτικά κίνητρα σε αυτό και από την άλλη να φροντίζουμε να διασφαλίζεται το τεκμήριο της αθωότητας για τον καταγγελλόμενο.
Και βέβαια να επισημάνουμε ότι όποιος επιχειρεί να δώσει πολιτικά χαρακτηριστικά σε αυτήν την ιστορία, κινείται εκ του πονηρού. Πάντως, εμείς δεν προσπαθήσαμε με πολιτικά μέσα και με πολιτικές μεθοδεύσεις να σταματήσουμε καμία έρευνα, καμία καταγγελία, ενώ υπάρχει προηγούμενο στη χώρα μας, όπως είχαμε δει την κυβέρνηση να προσπαθεί να βάλει φραγμούς στην υπόθεση Λιγνάδη, ακόμα και σε εκείνη της 12χρονης στον Κολωνό.
«Οι υποθέσεις Λιγνάδη και της 12χρονης στον Κολωνό είχαν ξεκάθαρα πολιτικά χαρακτηριστικά»
– Στην υπόθεση Γεωργούλη βέβαια μιλάμε για έναν εν ενεργεία ευρωβουλευτή, ενώ τουλάχιστον σε ό,τι αφορά την υπόθεση της 12χρονης στον Κολωνό, ο βιαστής και μαστρωπός ήταν ένα απλό μέλος της ΝΔ. Αυτό που θέλω να πω είναι ότι ενδεχομένως δεν θα έπρεπε να κομματικοποιούμε αυτά τα ζητήματα.
– Αυτό που λέω είναι το εξής: Μία υπόθεση, όπως αυτή με τον καταγγελλόμενο Γεωργούλη και την καταγγέλλουσα είναι μία ιστορία δύο προσώπων που έχουν πολιτικές ιδιότητες, οι οποίες έχουν μεγάλο κοινωνικό αντίκτυπο, αλλά δεν πρέπει να τις δίνουμε πολιτικά χαρακτηριστικά. Πότε μία ιστορία αποκτά πολιτικά χαρακτηριστικά; Όταν ακριβώς χρησιμοποιείται η πολιτική εξουσία και επιρροή για να μην αναζητηθεί η αλήθεια.
Στην περίπτωση Λιγνάδη αυτό έγινε. Θέλετε να θυμίσω για πόσο καιρό η αρμόδια υπουργός, η κ. Μενδώνη και όλο αυτό το σύστημα αρνούνταν να αποδεχτούν σοβαρές καταγγελίες και λέγανε ότι δεν συμβαίνει τίποτα. Αισθάνονταν μάλιστα πολύ περήφανοι για τον άνθρωπο που είχαν βάλει σε αυτήν την επιτελική θέση, αλλάζοντας μάλιστα τον νόμο και τις τυπικές προϋποθέσεις.
Όπως και στην περίπτωση της 12χρονης που δεν προστατεύτηκε καθόλου και ακόμα δεν γνωρίζουμε τι γίνεται με αυτήν την ιστορία. Ενώ την ίδια ώρα έχουμε καταγγελίες από τη συνήγορο του κοριτσιού ότι απειλείται η ζωή του. Άρα αυτές οι περιπτώσεις βεβαίως και αποκτούν ξεκάθαρα πολιτικά χαρακτηριστικά.
Στην άλλη περίπτωση πρόκειται για μία ιστορία που τουλάχιστον ο ΣΥΡΙΖΑ ως πολιτικός φορέας στάθηκε ξεκάθαρα απέναντι από την πρώτη στιγμή. Εμείς είμαστε με αυτούς που κάνουν τις καταγγελίες και με αυτούς που διαμορφώνουν τους όρους και τις προϋποθέσεις για να μην φοβάται καμία γυναίκα και τα μελλοντικά θύματα να βγουν μπροστά και να μιλήσουν. Και την ίδια στιγμή να προστατεύεται και η ανωνυμία του και η οικογενειακή του γαλήνη.
– Θεωρείτε ότι μετά την τραγωδία των Τεμπών, η νέα γενιά θα απέχει από την προσεχή εκλογική αναμέτρηση;
Όχι. Κάθε άλλο. Η τραγική ιστορία των Τεμπών είναι πολύ πιθανό ότι θα διεγείρει τις συνειδήσεις. Αυτή η ιστορία κάνει το μεγαλύτερο μέρος της ελληνικής κοινωνίας να βλέπει πολύ σοβαρά την υπόθεση των εκλογών. Η ψήφος είναι το όπλο στα χέρια των νέων ανθρώπων, ώστε να γίνει η μεγάλη ανατροπή.
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
Η δημοσίευση κοινοποιήθηκε από το χρήστη Θεοδώρα Αυγέρη (@theodora_avgeri)
«Η κυβέρνηση Μητσοτάκη αφήνει ένα καθημαγμένο και υποστελεχωμένο Εθνικό Σύστημα Υγείας»
– Ήσασταν αναπληρώτρια τομεάρχης υγείας σε μία πολύ κρίσιμη περίοδο για τη χώρα και το ΕΣΥ. Η πανδημία φεύγει, όμως τα προβλήματα παραμένουν. Τι σκοπεύει να αλλάξει ο ΣΥΡΙΖΑ στη δημόσια υγεία την επόμενη τετραετία, εφόσον ανακτήσει την εξουσία;
– Καταρχάς, η πανδημία δεν έχει φύγει, βρισκόμαστε ακόμα σε κατάσταση συναγερμού και έχουμε έναν τραγικό απολογισμό ανθρώπων που έχουν φύγει από τη ζωή. Έναν από τους τραγικότερους μάλιστα σε όλη την Ευρώπη σε αναλογία πληθυσμού και θυμάτων. Θα πρέπει να πούμε πρώτα τι άφησε αυτή η τετραετία και η τραγική διαχείριση από την πλευρά της κυβέρνησης. Αφήνει ένα καθημαγμένο και ένα υποστελεχωμένο δημόσιο Εθνικό Σύστημα Υγείας, είτε αφορά την πρωτοβάθμια φροντίδα, τα κέντρα υγείας, τις τοπικές μονάδες υγείας, τα τοπικά ιατρεία, είτε πρόκειται για τα δημόσια νοσοκομεία.
Και ενώ κανονικά θα έπρεπε να ενισχυθεί το δημόσιο νοσοκομείο, εξαιτίας αυτής της πανδημικής κρίσης, αυτή η κυβέρνηση έκανε το εντελώς αντίθετο, παρόλο που υπήρχαν οι πόροι. Και αυτό δεν έτυχε. Έγινε ακριβώς επειδή η κυβέρνηση Μητσοτάκη ήρθε με τη συγκεκριμένη πολιτική στόχευση. Να αποδυναμώσει τελείως το δημόσιο ΕΣΥ, να δει την υγεία ως εμπόρευμα και όχι ως ένα αγαθό στο οποίο θα πρέπει να έχουν καθολική και ισότιμη πρόσβαση όλοι, ανεξάρτητα από το χρώμα και την τσέπη τους.
Δημιούργησε την ευκαιρία δηλαδή για να αποκομίσουν κέρδη και ζεστό χρήμα τα ιδιωτικά συμφέροντα και οι επιχειρηματίες της υγείας, οι κλινικάρχες. Αυτή τη στιγμή που μιλάμε, ενώ θα περίμενε κανείς να έχουν θωρακιστεί τα δημόσια νοσοκομεία, π.χ. της Θεσσαλονίκης, η καρδιοχειρουργική κλινική του «Παπανικολάου» έχει κλείσει γιατί δεν υπάρχουν γιατροί και αναισθησιολόγοι. Το Θεαγένειο από την άλλη δεν έχει παθολογοανατόμους για να γίνονται οι απαραίτητες και αναγκαίες εξετάσεις, ώστε να υποβληθεί κάποιος σε μία χειρουργική επέμβαση ή στην αναγκαία του θεραπεία.
Η ανασφάλεια έχει κυριεύσει τη μεγάλη πλειοψηφία της ελληνικής κοινωνίας ∙ ότι δηλαδή δεν μπορεί κάποιος να κάνει μία προγραμματισμένη επέμβαση ή αν σπάσει το χέρι του κινδυνεύει να περιμένει ολόκληρους μήνες σε μία λίστα αναμονής. Όλα αυτά είναι μία μεγάλη πρόκληση για τον ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος όμως έχει αποδείξει ότι θα τα καταφέρει.
Γιατί και το 2015 είχε παραλάβει ένα καθημαγμένο ΕΣΥ με εκατομμύρια ανασφάλιστους ανθρώπους που ήταν αποκλεισμένοι από τα δημόσια νοσοκομεία και τις δημόσιες δομές υγείας. Θυμάστε το πεντάευρο του Άδωνι Γεωργιάδη, το οποίο έπρεπε να πληρώσει ένας ανασφάλιστος για να πάει σε ένα νοσοκομείο.
Και ενώ αντιμετωπίζαμε αυτές τις δυσκολίες και με τη θηλιά των μνημονίων πάνω από το κεφάλι μας, ο ΣΥΡΙΖΑ κατάφερε με τα όποια λάθη και τις όποιες παραλείψεις να ανατάξει το ΕΣΥ, να δημιουργήσει νέες κλίνες στις Μονάδες Εντατικής Θεραπείας, να ανοίξει νοσοκομεία, να φέρει προσωπικό, να ανοίξει την πόρτα στους ανασφάλιστους, αλλά και να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις, ώστε το ΕΣΥ να σταθεί όρθιο τις πρώτες ημέρες της πανδημίας.
Και τώρα πάλι στα δύσκολα, θα κληθούμε να στήσουμε ξανά το ΕΣΥ, το οποίο με τις πράξεις και τους νόμους αυτής της κυβέρνησης μας έχει γυρίσει σε εποχές πριν από τη Μεταπολίτευση, στη δεκαετία του ’50 και του ’60, όταν δεν υπήρχε καν ΕΣΥ.
Και αναφέρομαι σε αυτόν τον νόμο που ψήφισαν για την κατάργηση της πλήρους και της αποκλειστικής απασχόλησης των γιατρών των νοσοκομείων. Αυτό όσον αφορά το θεσμικό επίπεδο. Όσον αφορά το ουσιαστικό, θα πρέπει να γίνουν παρεμβάσεις, ώστε να μπορέσει να ξαναέρθει ο κόσμος και να δουλέψει στο δημόσιο νοσοκομείο. Άρα για εμάς είναι πάρα πολύ σημαντικό να δοθούν κίνητρα στους νέους επιστήμονες να μείνουν στο δημόσιο νοσοκομείο.
Αυτό δεν γίνεται, χωρίς αξιοπρεπή αμοιβή. Για αυτό μιλάμε για 2.000 ευρώ, όσον αφορά τον μισθό του πρωτοδιόριστου γιατρού. Για αυτό μιλάμε για τη θεσμοθέτηση ειδικών κινήτρων για τις άγονες και τις νησιωτικές περιοχές. Για να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις, ώστε ένας νέος γιατρός να βρει ακόμα και δωρεάν στέγη, όταν πάει να μείνει σε ένα ακριτικό νησί.
«Αυτή η ΝΔ δεν επιτρέπει ακόμα και στον ασφαλισμένο να έχει δωρεάν υγεία»
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
Η δημοσίευση κοινοποιήθηκε από το χρήστη DREAM ON-line (@dreamonline_gr)
– Το παράδειγμα του γιατρού στη Σέριφο είναι χαρακτηριστικό αυτού που λέτε.
– Βεβαίως και μάλιστα κάναμε παρέμβαση μαζί με τον τομεάρχη υγείας και πρώην υπουργό, κ. Ξανθό για αυτόν τον γιατρό που ήρθε από τη Σουηδία, πήγε στη Σέριφο και εν τέλει «κάηκε» και ο ίδιος μέσα από την υπεραπασχόληση. Αυτή η υποστελέχωση αναγκάζει να εγκαταλείπουν το ΕΣΥ, ακόμα και όσοι επιλέγουν να μείνουν. Για αυτό μιλάμε για άμεσες παρεμβάσεις. Αυτό θα είναι ένα από τα πρώτα πράγματα για τα οποία θα μεριμνήσει ο ΣΥΡΙΖΑ ως κυβέρνηση. Για τη μονιμοποίηση δηλαδή του επικουρικού προσωπικού που ήρθε μέσα στις συνθήκες της πανδημίας.
Αυτοί οι άνθρωποι θα μείνουν στο ΕΣΥ. Δεν θα φύγει ένας γιατρός που έβαλε το χέρι του στη φωτιά αυτά τα δύο δύσκολα χρόνια και θα τον πετάξει το σύστημα απ’ έξω. Θα μείνει, θα μονιμοποιηθεί και θα είναι ένας καλά αμειβόμενος γιατρός. Το ίδιο και το νοσηλευτικό και το λοιπό προσωπικό. Θα εισηγηθούμε επίσης την αναγνώριση των βαρέων και ανθυγιεινών και την καθιέρωση του υγειονομικού ισοδύναμου, να μην χρειάζεται να πληρώνεις υπέρογκα ποσά για να μεταβείς από ένα ακριτικό νησί στην Αθήνα ή σε οποιοδήποτε άλλο κέντρο για μία επέμβαση.
Θα οργανώσουμε ξανά τον νοσοκομειακό χάρτη. Και φυσικά σε ό,τι αφορά τη Θεσσαλονίκη είναι δέσμευσή μας ότι αυτό που ξεκινήσαμε εμείς ως κυβέρνηση, δηλαδή το παιδιατρικό νοσοκομείο στο Φίλυρο, θα το θεμελιώσουμε και θα προορίζεται για όλα τα παιδιά. Θυμάστε ότι αυτή τη σύμβαση την υπέγραψε ο ΣΥΡΙΖΑ με το Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος. Θα επρόκειτο για ένα δημόσιο νοσοκομείο, όμως ήρθε αυτή η κυβέρνηση, το μετέτρεψε σε ΝΠΙΔ και τελικά το εγκατέλειψε.
Και φυσικά μιλάμε για ένα νέο αντικαρκινικό δημόσιο νοσοκομείο, ένα νέο «Θεαγένειο», αναγνωρίζοντας παράλληλα και την προσπάθεια των ανθρώπων που υπηρέτησαν το Θεαγένειο μέσα στις συνθήκες της πανδημίας, κάτι το οποίο δεν ήταν εύκολο. Άρα άμεσες νομοθετικές παρεμβάσεις για να αποκατασταθούν οι θεσμικές επιλογές που έκανε αυτή η κυβέρνηση, αλλά και άμεσες παρεμβάσεις στο πεδίο, ώστε ο ασφαλισμένος και ο ανασφάλιστος να έχουν πρόσβαση στο ΕΣΥ. Αυτή η Νέα Δημοκρατία δεν επιτρέπει ακόμα και στον ασφαλισμένο να έχει δωρεάν υγεία.
«Στην πανδημία έγινε το πάρτι του αιώνα»
– Σκοπεύετε να ανακατευθύνετε και τα κονδύλια του ταμείου ανάκαμψης, όσον αφορά τη δημόσια υγεία, σωστά;
– Προφανέστατα. Εμείς θα δούμε και το πώς θα αξιοποιηθούν οι πόροι του ταμείου ανάκαμψης και φυσικά θα προσαρμοστούμε στον ευρωπαϊκό μέσο όρο, όσον αφορά τις κοινοτικές δαπάνες για την υγεία. Βέβαια, δεν αρκεί μόνο να διασφαλίζεις πόρους. Το ζήτημα είναι το πού πάνε αυτά τα χρήματα. Χρήματα έπεσαν την περίοδο της πανδημίας. Αλλά πρέπει να δούμε το πού πήγαν. Πήγανε σε πολύ λίγες τσέπες. Εννέα δις ευρώ απευθείας αναθέσεις. Έγινε το πάρτι του αιώνα.
Κάποιοι φρόντιζαν να πηγαίνει το καθαρό χρήμα στα ιδιωτικά συμφέροντα, ενώ την ίδια στιγμή έφερναν στα νοσοκομεία ένα επισφαλώς εργαζόμενο προσωπικό. Δεν έφεραν μόνιμες λύσεις. Δεν δημιούργησαν την πεποίθηση στον νέο γιατρό ότι θα μείνει στο εθνικό σύστημα. Του δημιούργησαν την εντύπωση ότι τον ήθελα ως έναν αναλώσιμο, να έρθει, να κάνει τη βρώμικη δουλειά και μετά να τον πετάξουν.
«Το μετρό θα λειτουργούσε από το 2020, αν ο ΣΥΡΙΖΑ παρέμενε στην εξουσία»
– Από τα κυβερνητικά χείλη, ακούμε ότι το μετρό Θεσσαλονίκης θα λειτουργήσει τέλη του 2023, αρχές του 2024. Πιστεύετε ότι θα μπορούσε ήδη να έχει λειτουργήσει, αν δεν είχε μεσολαβήσει η εναλλαγή της εξουσίας;
– Το μετρό δεν είναι απλά ανέκδοτο, είναι μία πολύ τραγική ιστορία με την υπογραφή Μητσοτάκη, Μενδώνη και Καραμανλή. Ότι δηλαδή φτάσαμε στο 2023 και όχι μόνο δεν έχουμε μετρό, αλλά δυστυχώς δεν έχουμε και αρχαία. Τα αρχαία αυτά, όπως δήθεν τα επανατοποθετούν, θα μπορούσα να τα αποκαλέσω ως ένα μνημείο «Φρανκεστάιν».
Αν κόψεις το κεφάλι, τα χέρια ή τα πόδια σε έναν ζωντανό οργανισμό, μετά αν τα επανασυναρμολογήσεις, δεν σου δίνουν το ίδιο αποτέλεσμα. Κάπως έτσι αντιλαμβάνομαι εγώ τον πολιτισμό και την ιστορική κληρονομιά της πόλης μας. Το έγκλημα αυτό έχει συντελεστεί. Αν σε κάποιους καταρχήν και καταρχάς λογοδοτήσει αυτή η κυβέρνηση θα είναι στους πολίτες της Θεσσαλονίκης. Και φυσικά μετά θα κληθούν να δώσουν πάρα πολλές απαντήσεις.
Όσον αφορά τώρα το γεγονός ότι δεν υπάρχει μετρό, είχαμε πει από την πρώτη στιγμή ότι το μετρό ήταν να λειτουργήσει από το 2020 με τους 12 από τους 13 σταθμούς και με δρομολογημένες τις επεκτάσεις του. Με το που ήρθε ο κ. Μητσοτάκης είχε πει ότι σταματά το έργο, κόβονται τα αρχαία και στην ουσία έκανε το νεύμα στους εργολάβους να παίζουν καθυστερήσεις, προκειμένου να παίρνουν αποζημιώσεις.
Και φτάσαμε στο 2023, όπου λέγανε ότι θα είναι έτοιμο και εν τέλει δεν υπάρχει τίποτα. Το 80% του έργου δρομολογήθηκε, υλοποιήθηκε και εκτελέστηκε επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ. Αν δεν είχε γίνει η κυβερνητική αλλαγή, 12 από τους 13 σταθμούς, με εξαίρεση αυτόν της Βενιζέλου, θα ήταν σε λειτουργία από το 2020. Θα είχαμε ήδη τρία χρόνια μετρό και τα αρχαία στη θέση τους. Τώρα δηλαδή θα παραδινόταν και ο σταθμός της Βενιζέλου.
– Μιλώντας πρόσφατα με τον Πρόεδρο του ΟΣΕΘ, μας είχε πει ότι το μετρό για να λειτουργήσει θα πρέπει να παραδοθεί ενιαίο, καθώς είναι driverless και εγείρονται ζητήματα ασφαλείας. Έχετε διαφορετική αντίληψη επί του θέματος;
– Εγώ σας λέω ξανά: το 80% του έργου είχε τελειώσει, ήταν ήδη έτοιμοι 12 από τους 13 σταθμούς και είχαν παραδοθεί και οι συρμοί. Θα είχαμε μετρό εδώ και τρία χρόνια. Θα είχαμε και τον σταθμό της Βενιζέλου με τα αρχαία στη θέση τους. Δυστυχώς, αυτός είναι ο τραγικός απολογισμός. Και για αυτό είχε ξεσηκωθεί και ο κόσμος. Αυτή η κυβέρνηση έτσι είχε συνηθίσει να πολιτεύεται. Χωρίς δηλαδή να λαμβάνει υπόψη, ούτε το τι λέει ο λαός της Θεσσαλονίκης, ούτε τι λέγανε οι διεθνείς οργανισμοί.
Είχε γίνει ολόκληρη κινητοποίηση από προσωπικότητες σε όλον τον κόσμο για να μην προκριθεί αυτή η λύση. Δεν νοιάζει τίποτα άλλο την κυβέρνηση. Πάρα μόνο να ταΐζει τα ιδιωτικά συμφέροντα. Για λογαριασμό αυτών ενεργεί η κυβέρνηση, τόσο στην περίπτωση του μετρό, όσο και στην περίπτωση της υγείας και των funds. Αυτός είναι ο οδηγός της: η αισχροκέρδεια και η κερδοσκοπία.
– Βλέπουμε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ διατηρεί ένα προβάδισμα στους δυτικούς δήμους που διαχρονικά παραπονούνται για την ανισομερή ανάπτυξη μεταξύ της δυτικής και της ανατολικής Θεσσαλονίκης. Τι σκοπεύετε να κάνετε για να γεφυρωθεί αυτό το αναπτυξιακό χάσμα, εφόσον σας εμπιστευτεί και πάλι ο ελληνικός λαός;
– Καταρχάς δεν θα πρέπει να μπούμε στη διαδικασία η μία περιφέρεια να ανταγωνίζεται την άλλη. Η περιοχή της Περαίας, ας πούμε, δεν ζει τις ίδιες αγωνίες με εκείνες που ζει η Σίνδος, όπου κάποιοι θέλουν να της επιβάλλουν τη χωροθέτηση του χώρου της αποτέφρωσης των υγειονομικών αποβλήτων. Την ίδια στιγμή, ακόμα και η ευρύτερη περιοχή της Περαίας δοκιμάζεται από τις προθέσεις κάποιων να μετατρέψουν σε τσιμέντο και σε ξενοδοχεία το ιστορικό camping της Αγίας Τριάδας.
Άρα δεν πρέπει να κοιτάμε το πώς θα αναπτυχθεί μία περιοχή που είναι λιγότερο ή περισσότερο αναπτυγμένη από μία άλλη, αναπτύσσοντας ανταγωνισμούς μεταξύ των περιοχών. Κάθε περιοχή έχει δικαίωμα στο δικό της μέρισμα ανάπτυξης και ευτυχίας των ανθρώπων που διαβιούν σε αυτή. Η δυτική πλευρά είναι ιδιαίτερα επιβαρυμένη, καθώς εκεί στεγάζονται, τόσο η βιομηχανική περιοχή, όσο και τα Ελληνικά Πετρέλαια.
Εμείς, ως κόμμα της αριστεράς και της οικολογίας, η έγνοια μας είναι πάντα πώς θα συνδυάσεις την ανάπτυξη με τον σεβασμό στο περιβάλλον, την αειφορία, το οικολογικό αποτύπωμα, καθώς και το τι θα παραδώσουμε στις επόμενες γενιές.
Θεωρώ ότι το αναπτυξιακό σχέδιο που είχε ξεκινήσει επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ έμεινε πίσω. Εδώ και πάλι κουμπώνει η ιστορία με τους πόρους από το ταμείο ανάκαμψης. Δεν υπάρχει ούτε ένα έργο της Θεσσαλονίκης που έχει ενταχθεί στο ταμείο ανάκαμψης. Αυτή ακριβώς η παράβλεψη της κυβέρνησης είναι μέσα στις προτεραιότητες του ΣΥΡΙΖΑ, όπως επίσης και στο εκλογικό του πρόγραμμα, κάτι που είχε αναφέρει ο Αλέξης Τσίπρας από το βήμα της ΔΕΘ.
«Δεν φοβάμαι τις δημοσκοπήσεις, γιατί εμπιστεύομαι τους νέους ανθρώπους»
– Παρά τη φθορά που είχε η κυβέρνηση σε όλη την τετραετία και ειδικά μετά τα Τέμπη, όπως κατά τραγικό τρόπο είδαμε, βλέπουμε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να καρπωθεί τις απώλειες της ΝΔ, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις. Πιστεύετε ότι αυτή η εικόνα θα αλλάξει μέχρι τις εκλογές και ότι το αποτέλεσμα της 21ης Μαΐου θα δείξει κάτι άλλο από αυτό που δείχνουν οι δημοσκοπήσεις;
– Εγώ δεν περιμένω να δω τι θα πουν οι δημοσκοπήσεις. Περιμένω να δω τι θα πουν οι νέοι άνθρωποι. Οι νέοι που συναντώ στον δρόμο λένε ότι δεν αντέχουν άλλο. Υπάρχουν 500.000 νέοι ψηφοφόροι. Με την επιλογή του Μητσοτάκη να μην δώσει τη δυνατότητα σε όσους νέους είναι εποχιακοί εργαζόμενοι να ψηφίσουν στον τόπο διαμονής τους, δείχνει πραγματικά τον φόβο που έχει απέναντι στους νέους ανθρώπους. Εγώ δεν φοβάμαι τις δημοσκοπήσεις. Γιατί εμπιστεύομαι πάρα πολύ τους νέους ανθρώπους.
Και επίσης εμπιστεύομαι και τις άλλες ηλικιακές ομάδες, είτε είναι απόμαχοι της ζωής, είτε είναι άνθρωποι της δικής μου ηλικίας που έχουν την αγωνία να κρατήσουν το μεροκάματο, γιατί αύριο-μεθαύριο θα βγουν στη σύνταξη και δεν θα έχουν τίποτα. Εμείς θέλουμε από όλους να ξαναπάρουν τη ζωή τους στα χέρια τους.
Αυτό είναι το καθημερινό μήνυμα που εισπράττω από τον κόσμο τον οποίο συναντώ, είτε είναι σε μια λαϊκή αγορά, είτε σε εργασιακούς χώρους ή ακόμα στον δρόμο και τα νοσοκομεία. Ότι δηλαδή δεν αντέχουν άλλο. Αυτή είναι ακριβώς και η μεγαλύτερη διάψευση των δημοσκοπήσεων.
Όταν ζητήσαμε μάλιστα από τον νέο κυβερνητικό εκπρόσωπο να δημοσιοποιούνται τα ποιοτικά στοιχεία των δημοσκοπήσεων, ο κ. Σκέρτσος ενήργησε ως εκπρόσωπος αυτών των οποίων, εμείς, εγκαλούμε. Και αναφέρομαι και στην ιστορία μιας δημοσκοπικής, η οποία φαινόταν ότι εισπράττει χρήματα από μία χωματουργική εταιρεία, προκαλώντας ερωτήματα για τις σχέσεις εργολάβων-δημοσκόπων.
Η καλύτερη δημοσκόπηση είναι η μέρα των εκλογών, η 21η Μαΐου. Κατά τη δική μου εκτίμηση μάλιστα δεν θα υπάρξει δεύτερη εκλογική αναμέτρηση, γιατί θα είναι ξεκάθαρη η νίκη και το προβάδισμα του ΣΥΡΙΖΑ. Την 22α Μαΐου, ανήμερα της δολοφονικής επίθεσης κατά του Γρηγόρη Λαμπράκη, θα έχουμε μια νέα προοδευτική κυβέρνηση συνεργασίας με πρωθυπουργό τον Αλέξη Τσίπρα.
– Θεωρείτε ρεαλιστική την πρόταση του Νίκου Ανδρουλάκη περί προσώπου κοινής αποδοχής στην πρωθυπουργία; Θα έμπαινε η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ σε μία τέτοια συζήτηση;
– Επαναλαμβάνω αυτό που λέει Αλέξης Τσίπρας ότι ανάμεσα στην προεκλογική περίοδο και μετεκλογικά υπάρχει κάτι πολύ σημαντικό: η ημέρα των εκλογών που θα αναδείξει και τα κόμματα και τα πρόσωπα. Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ένα υποψήφιο κόμμα για την κυβέρνηση με επικεφαλής τον Αλέξη Τσίπρα που είναι υποψήφιος πρωθυπουργός και για αυτά τα πράγματα αποφασίζουν οι πολίτες που ψηφίζουν. Πρέπει να σεβαστούμε και τα αποτελέσματα και την ψήφο του ελληνικού λαού.
– Σας λείπει καθόλου η δημοσιογραφία, δεδομένου ότι το 2019 αποφασίσατε να κάνετε τη μεγάλη στροφή στην πολιτική;
– Υπάρχουν στιγμές που μου λείπει πάρα πολύ. Υπάρχουν στιγμές που ζηλεύω τον συνάδελφο δημοσιογράφο που κάνει τις ερωτήσεις και θα ήθελα να ξαναβρεθώ σε αυτή τη θέση. Ήμουν μια εργαζόμενη δημοσιογράφος. Τώρα πια είμαι πολιτικός. Είμαι ήδη τέσσερα χρόνια βουλευτής, έχοντας περάσει και από θέσεις κοινοβουλευτικής ευθύνης του ΣΥΡΙΖΑ, αρχικά ως αναπληρώτρια τομεάρχης Εσωτερικών, μέχρι και τώρα ως αναπληρώτρια τομεάρχης Υγείας με πολύ σοβαρές κοινοβουλευτικές αποστολές που μου έχει αναθέσει το κόμμα και ο Αλέξης Τσίπρας.
Θεωρώ ότι με τους ίδιους όρους που προσπαθούσα να κάνω καλά τη δουλειά μου ως δημοσιογράφος, με τους ίδιους όρους προσπάθησα να κάνω και τη δουλειά μου ως βουλευτής και ελπίζω ότι θα συνεχίσω να το κάνω, αν με εμπιστευτεί ο κόσμος, οι άνθρωποι της Β’ Θεσσαλονίκης.
«Το σύστημα θέλησε να πάρει τη ρεβάνς του στο ζήτημα των τηλεοπτικών αδειών»
– Με βάση την εμπειρία και τη διαδρομή σας στον χώρο της δημοσιογραφίας, ποια θεωρείται ότι είναι σήμερα η κατάσταση στην Ελλάδα, όσον αφορά την ελευθερία του Τύπου; Με δεδομένη πάντα την πολύ χαμηλή θέση που καταλαμβάνουμε στην κατάταξη των «Δημοσιογράφων χωρίς Σύνορα».
– Ο αριθμός «107» νομίζω ότι τα λέει όλα. Όπως και το γεγονός ότι πάμπολλες φορές η χώρα μας βρίσκεται εγκαλούμενη μέσα στα ευρωπαϊκά όργανα, εξαιτίας του τρόπου διακυβέρνησης από το καθεστώς Μητσοτάκη. Η μονομέρεια και ο τρόπος αντιμετώπισης της καθημερινότητας και της πολιτικής συγκυρίας σχεδόν από τη μεγάλη πλειοψηφία των μέσων μαζικής ενημέρωσης γίνονται αντιληπτά από τους πολίτες.
Κάποιοι προσπάθησαν να διευθετήσουν το ραδιοτηλεοπτικό τοπίο και να βάλουν να πληρώσουν μετά από τόσα χρόνια, κάποιους που λυμαίνονταν τις ραδιοτηλεοπτικές συχνότητες που πρέπει να πούμε ότι είναι δημόσια περιουσία. Βρεθήκαμε μάλιστα κατηγορούμενοι για αυτό. Από αυτό το σύστημα που όταν βρέθηκε στην εξουσία, θέλησε να πάρει τη ρεβάνς του.
Είναι γεγονός επίσης ότι έχουμε πολύ κακές συνθήκες εργασίας και αμοιβής, όχι μόνο για τους δημοσιογράφους, αλλά για όλους τους εργαζόμενους. Χωρίς μέσα, χωρίς ελεύθερα μέσα, δεν υπάρχουν θέσεις εργασίας και δεν υπάρχουν ελεύθερες ή ελεύθεροι δημοσιογράφοι σε αυτές τις θέσεις. Δεν μπορείς να μιλάς για άφοβους υπηρέτες της δημοσιογραφίας, αν δεν έχεις καλά αμειβόμενες θέσεις εργασίας, δηλαδή με συνθήκες τέτοιες που να δημιουργούν το αίσθημα της ασφάλειας σε αυτόν που βρίσκεται εκεί.
Δεν υπάρχουν αυτές οι προϋποθέσεις στη χώρα μας και πολύ περισσότερο στη Θεσσαλονίκη, στην πόλη μας αυτή τη στιγμή. Αυτό δεν σημαίνει όμως ότι όλα αυτά τα αντι-κίνητρα αποτελούν λόγους για τους οποίους κάποιος δεν θα μπει στη δημοσιογραφία και δεν θα την υπηρετήσει.
Όπως έλεγε ένας παλιός δημοσιογράφος, η δημοσιογραφία είναι έρωτας και ο έρωτας είναι κάτι που δεν ξεκινά από τη σκέψη ότι μπορεί να καταλήξει σε έναν γάμο συμφέροντος. Άρα τον απολογισμό θα τον κάνεις, όταν θα φύγεις από αυτή τη διαδικασία και τουλάχιστον σε ό,τι με αφορά, εγώ είμαι ακόμα ερωτευμένη με τη δημοσιογραφία.
«Περνάει ο καιρός και απλά βλέπουμε τα τρένα να περνούν»
– Πρόσφατα είχατε θίξει το ζήτημα της ασφαλούς μετακίνησης των παιδιών στο 1ο ΓΕΛ Θερμαϊκού που βρίσκεται δίπλα σε δρόμο ταχείας κυκλοφορίας. Έχει προχωρήσει κάτι; Έχει κινητοποιηθεί κάποιος αρμόδιος φορέας;
– Τίποτα. Υποβάλαμε αυτή την ερώτηση. Δεν υπήρχε καμία αντίδραση από κανέναν κυβερνητικό παράγοντα. Δεν απαντήθηκε δηλαδή η ερώτηση που κατατέθηκε. Αλλά το ζήτημα είναι να απαντηθεί στην πράξη, δηλαδή να δούμε τι μπορούμε να κάνουμε. Είναι ζήτημα και της Περιφέρειας. Αλλά νομίζω ότι δεν πρέπει να κρυβόμαστε πίσω από τις αρμοδιότητες μας. Πρέπει να δούμε την ουσία και μετά να λέμε ότι φταίνε οι άλλοι. Περνάει ο καιρός και απλά βλέπουμε τα τρένα να περνούν. Με ό,τι μπορεί να σημαίνει αυτή η μεταφορά. Πρέπει να βρούμε μια λύση.
Εμένα δεν με τιμά το γεγονός ότι κάθε μέρα περνώ από αυτό το σημείο και αισθάνομαι τον κίνδυνο που διατρέχουν όσοι περνούν αυτόν τον δρόμο ταχείας κυκλοφορίας, είτε είναι μαθητές, είτε είναι μεγαλύτεροι άνθρωποι. Θα πρέπει να βρούμε μια λύση και να την διεκδικήσουμε
– Είστε μία από τις ελάχιστες γυναίκες που είναι υποψήφιες στη Β’ Θεσσαλονίκης; Πώς νιώθετε γι αυτό;
– Εγώ δεν μπορώ να πω ότι συμβαίνει κάτι εξαιρετικά διαφορετικό στη Β’ Θεσσαλονίκης από ό,τι συμβαίνει στην υπόλοιπη Ελλάδα. Αυτή είναι η εκπροσώπηση των γυναικών στα κέντρα λήψης αποφάσεων. Υπάρχει υποεκπροσώπηση του γυναικείου φύλου και για αυτό παλεύει ο ΣΥΡΙΖΑ.
Δεν είναι τυχαίο ότι εμείς από τις φετινές εκλογές είμαστε 50-50 στα ψηφοδέλτια, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι θα υπάρχει και 50-50 στην ανάδειξη των προσώπων. Αυτό δεν σημαίνει ότι λύνεται το πρόβλημα. Είναι μια διαρκής μάχη, όχι μόνο των κομμάτων. Για οποιαδήποτε γυναίκα δοκιμάζεται στον δημόσιο χώρο και πολύ περισσότερο στην πολιτική, δεν είναι εύκολη διαδικασία, είναι μια πολύ σκληρή αναμέτρηση και έχουμε πάρα πολλή απόσταση ακόμα για να διανύσουμε.
Τα στερεότυπα, ο σεξισμός, το mansplaining υπάρχουν σε όλους τους χώρους, απλά ενδεχομένως σε κόμματα προοδευτικά ή αριστερά όπως είναι ο ΣΥΡΙΖΑ, υπάρχουν καλύτερες διαδικασίες και πλαίσια για να επιλύονται, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι επιλύονται πάντα. Μπορεί και να επιλύονται, όμως δεν σημαίνει ότι δεν συμβαίνουν.
Για αυτό θα επανέλθω στην ιστορία με τις καταγγελίες σε βάρος του πρώην ευρωβουλευτή. Δεν σημαίνει ότι επειδή κάποιος δηλώνει αριστερός, ή είναι σε ένα αριστερό κόμμα, δεν μπορεί να τύχει να κακοποιεί κάποιον ή να είναι δράστης ενός βιασμού. Το ζήτημα είναι ότι από τη στιγμή που το πράττει δεν δικαιούται να λέει ότι είναι αριστερός και προοδευτικός άνθρωπος και πολύ περισσότερο, όταν ο πολιτικός του χώρος δεν ανέχεται τέτοιου είδους συμπεριφορές.
Νομίζω ότι στην προκειμένη περίπτωση, η απάντηση του ΣΥΡΙΖΑ ήταν απόλυτη και κατηγορηματική, χωρίς αστερίσκους, χωρίς παρενθέσεις, χωρίς ναι μεν αλλά. Και νομίζω επίσης ότι ο Αλέξης Τσίπρας έδωσε την καλύτερη απάντηση, όταν είχε αναφερθεί στο Λαύριο για το εν λόγω ζήτημα: «έχω κάτι δυσάρεστο να σας πω, αλλά εμείς είμαστε με το θύμα και όχι με τον θύτη».
«Σε αυτές τις εκλογές, ο νέος άνθρωπος αποφασίζει για τη ζωή του»
– Τι θα λέγατε στους νέους που εξετάζουν το ενδεχόμενο να μην πάνε να ψηφίσουν στις προσεχείς εκλογές;
– Αυτό που είπα και στην αρχή. Ότι δηλαδή δεν πρέπει να πετάξουν από την τσάντα τους αυτό το πολεμοφόδιο που τους έχει δώσει η δημοκρατία, που είναι το δικαίωμα της ψήφου. Είναι η πιο αγωνιστική πράξη που μπορούν να κάνουν. Προφανώς υπάρχει και η συμμετοχή στο μαζικό κίνημα, στους δρόμους, στα πανεπιστήμια, στις σχολές, στις φοιτητικές εκλογές, στις φοιτητικές παρατάξεις.
Αλλά αυτή τη στιγμή νομίζω ότι η υπέρτατη πράξη αντίστασης και ανατροπής απέναντι σε αυτό που συμβαίνει είναι η συμμετοχή στις εκλογές. Δεν πρέπει να χαθεί ούτε μία ψήφος ενός νέου ανθρώπου, ούτε μία ψήφος. Γιατί είναι σαν να χάνονται πολλά χρόνια από εκείνα που δικαιούται στη ζωή του. Σε αυτές τις εκλογές, ο νέος άνθρωπος αποφασίζει για τη ζωή του. Δεν είναι απλό το διακύβευμα. Είναι το δίλημμα ανάμεσα στην αλλαγή ή σε μία ακόμα τετραετία με το καθεστώς Μητσοτάκη.
Συνέντευξη: Βασίλης Ιατρούδης και Βαγγέλης Λαζαρίδης